Καρυωτάκης – Πολυδούρη: Έρωτας στα όρια του θρύλου

Η Μαρία Πολυδούρη γεννήθηκε το 1902 στην Καλαμάτα, μέσα σε ένα προοδευτικό οικογενειακό περιβάλλον, με μητέρα από τις πρωτοπόρες φεμινίστριες της εποχής.

Στα 14 της μόλις χρόνια πρωτοεμφανίστηκε στη λογοτεχνία με το πεζοτράγουδο «Ο πόνος της μάνας», επηρεασμένο από τα μοιρολόγια της Μάνης και εμπνευσμένο από τον τραγικό θάνατο ενός ναυτικού στα Φιλιατρά. Στα 16 της πέτυχε σε διαγωνισμό και διορίστηκε στον Δήμο Μεσσηνίας, αναλαμβάνοντας ενεργό ρόλο σε κοινωνικά ζητήματα, ιδιαίτερα σε όσα αφορούσαν τις γυναίκες.

Στην ηλικία των 18 ετών, η Πολυδούρη έχασε και τους δύο γονείς της μέσα σε λίγες εβδομάδες. Αμέσως μετά, μεταφέρθηκε στην Αθήνα για να εργαστεί στη Νομαρχία και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αναζητώντας καινούριες ευκαιρίες και δρόμους στη ζωή της.

Η γνωριμία με τον Καρυωτάκη: Ένας έρωτας σημαδεμένος από τη μοίρα

Στη Νομαρχία γνώρισε τον ποιητή Κώστα Καρυωτάκη. Εκείνη ήταν 20 ετών κι εκείνος 26, ήδη καταξιωμένος στον λογοτεχνικό κόσμο. Ο δεσμός τους υπήρξε έντονος και καθοριστικός, αν και σύντομος. Η αποκάλυψη της ανίατης –για την εποχή– ασθένειας του Καρυωτάκη, της σύφιλης, έβαλε πρόωρο τέλος στη σχέση τους. Παρά την πρόθεση της Πολυδούρη να παραμείνει στο πλευρό του, εκείνος αρνήθηκε, φοβούμενος να της στερήσει το μέλλον.

Μετά τον χωρισμό, η Μαρία αρραβωνιάστηκε με τον δικηγόρο Αριστοτέλη Γεωργίου, χωρίς όμως να ξεπεράσει ποτέ τον Καρυωτάκη. Οι συνεχείς απουσίες και η αφηρημένη της διάθεση την οδήγησαν στην απόλυση από τη δουλειά και στην αποβολή από τη Νομική. Έστρεψε τότε το ενδιαφέρον της στη δραματική τέχνη και κατάφερε να εμφανιστεί και στο θέατρο, ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο στη δημιουργική της πορεία.

Το Παρίσι και η αρρώστια: Ένα όνειρο που έμεινε μισό

Το 1926, διαλύοντας τον αρραβώνα της, αναχώρησε για το Παρίσι. Ωστόσο, η διάγνωση της φυματίωσης διέκοψε απότομα τα σχέδιά της. Επέστρεψε άρρωστη στην Αθήνα και νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο «Σωτηρία». Μέσα στην ασθένεια της ήρθε και το νέο της αυτοκτονίας του Καρυωτάκη, που τη συγκλόνισε.

Παρά την επιδείνωση της υγείας της, η Πολυδούρη κατάφερε να εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές: το 1928 «Οι τρίλλιες που σβήνουν» και το 1929 «Ηχώ στο Χάος». Οι στίχοι της αποπνέουν έντονη μελαγχολία και βαθιά υπαρξιακή αγωνία. Η μάχη της με τη φυματίωση έληξε στις 29 Απριλίου 1930, όταν έφυγε από τη ζωή, στα μόλις 28 της χρόνια.