Ηπρόσφατη ανάπτυξη της ανοσοθεραπείας σηματοδοτεί μια σημαντική καμπή στην πολύχρονη προσπάθεια καταπολέμησης του καρκίνου, αξιοποιώντας τη δύναμη του ίδιου του ανοσοποιητικού συστήματος των ασθενών. Ο καρκίνος καταστέλλει το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα, με αποτέλεσμα το ανοσοποιητικό να μην τον αναγνωρίζει ως απειλή και να μην τον πολεμά. Η ανοσοθεραπεία βασίζεται στη διέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος, το οποίο με τη σειρά του καταπολεμά τα καρκινικά κύτταρα, αντί να τα στοχεύει άμεσα μέσω κυτταροτοξικών φαρμάκων όπως η χημειοθεραπεία.
Οι αναστολείς σημείων ελέγχου του ανοσοποιητικού συστήματος, μια επαναστατική μορφή ανοσοθεραπείας, έχουν αλλάξει ριζικά το τοπίο της ογκολογίας, με έγκριση πλέον σε περισσότερους από 25 τύπους καρκίνου. Τα αποτελέσματα στο μεταστατικό μελάνωμα είναι σχεδόν εκπληκτικά: πριν από 15 χρόνια, μόνο 1 στους 20 ασθενείς επιβίωνε πέντε χρόνια μετά τη διάγνωση. Σήμερα, χάρη στη μακροχρόνια ανοσοθεραπεία, περίπου το 50% των ασθενών με προχωρημένο μελάνωμα φτάνει σε δεκαετή επιβίωση – ένα ποσοστό που μέχρι πριν λίγα χρόνια φάνταζε αδιανόητο. Η ιατρική έχει γράψει ξανά ιστορία.
Η αρχή του 1891
Η σύγχρονη εποχή της ανοσοθεραπείας για τον καρκίνο ξεκινά το 1891, όταν ο αμερικανός χειρουργός William B. Coley ενέσπειρε βακτήρια σε ασθενείς με μη εγχειρήσιμους καρκίνους, καταφέρνοντας μερικές φορές να μειώσει τους όγκους τους. Χωρίς όμως σαφή κατανόηση του τρόπου λειτουργίας αυτής της προσέγγισης, και ζώντας σε μια εποχή πριν από την ανακάλυψη των αντιβιοτικών, όπου ο κίνδυνος θανατηφόρων λοιμώξεων ήταν υψηλός, οι γιατροί συνέχισαν να προτιμούν τη χειρουργική επέμβαση και την ακτινοθεραπεία, αφήνοντας την ανοσοθεραπεία στο παρασκήνιο μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα.
Σήμερα, ο Coley θεωρείται ο «πατέρας της ανοσοθεραπείας για τον καρκίνο» για τις πρωτοποριακές του προσπάθειες. Οι επόμενες γενιές επιστημόνων πραγματοποίησαν καινοτόμες ανακαλύψεις, μετατρέποντας την υπόσχεση αξιοποίησης του ανοσοποιητικού συστήματος σε έναν ισχυρό σύμμαχο στη μάχη κατά του καρκίνου.
Από το 2011 εγκρίθηκε από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) η χορήγηση σειράς σκευασμάτων και σήμερα η θεραπεία αυτή έχει βελτιώσει θεαματικά τόσο την επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου όσο και τη συνολική επιβίωση των ασθενών. Αυτά τα φάρμακα αν και εγκρίθηκαν πρώτα για το μεταστατικό μελάνωμα, στην πορεία έδειξαν ακόμη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα σε ένα ευρύτερο φάσμα καρκίνων, όπως ο καρκίνος του πνεύμονα, του νεφρού και της ουροδόχου κύστης, φτάνοντας σήμερα να χρησιμοποιούνται σε ακόμη περισσότερους τύπους καρκίνου.
Ενδείξεις ανοσοθεραπείας
Σήμερα, η ανοσοθεραπεία χρησιμοποιείται στο μελάνωμα σε προχωρημένη ή μεταστατική νόσο, αλλά και επικουρικά μετά από χειρουργική εκτομή. Στον μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα εφαρμόζεται σε μεταστατικά ή τοπικά προχωρημένα στάδια, όταν υπάρχει έκφραση κατάλληλων βιοδεικτών που δείχνουν πιθανή ανταπόκριση. Στον μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα χορηγείται σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία ως θεραπεία πρώτης γραμμής.
Στο νεφροκυτταρικό καρκίνωμα χρησιμοποιείται σε μεταστατική νόσο, ενώ στο ουροθηλιακό καρκίνωμα της κύστης μπορεί να δοθεί μετά από αποτυχία πλατινούχου χημειοθεραπείας ή ως επικουρική θεραπεία. Στον τριπλά αρνητικό καρκίνο του μαστού η ανοσοθεραπεία εφαρμόζεται νεοεπικουρικά ή επικουρικά, καθώς και σε μεταστατικά στάδια, όταν υπάρχει θετική έκφραση βιοδεικτών. Επίσης, χρησιμοποιείται σε υποτροπιάζοντα ή μεταστατικό καρκίνο κεφαλής και τραχήλου, στο ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα και στον καρκίνο του παχέος εντέρου όταν εκφράζονται ειδικοί βιοδείκτες.
Αντιμετωπίσιμες παρενέργειες
Η ανοσοθεραπεία δεν συνοδεύεται από τις παρενέργειες της κλασικής χημειοθεραπείας. Τα μαλλιά δεν πέφτουν και οι ασθενείς δεν έχουν ούτε ναυτία ούτε τάση για έμετο. Η έγχυση κρατάει περίπου μισή με μία ώρα και ο ασθενής συνεχίζει κανονικά την καθημερινότητά του. Η βασική παρενέργεια των ανοσοθεραπειών είναι οι λεγόμενες ανοσολογικού τύπου παρενέργειες, οι οποίες προκύπτουν από την υπέρμετρη ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε προσβολή υγιών ιστών, όπως ο θυρεοειδής και το έντερο ή σε δερματικές αντιδράσεις με την εμφάνιση εξανθημάτων. Οι παρενέργειες αυτές είναι αντιμετωπίσιμες υπό την παρακολούθηση του θεράποντος ογκολόγου. Οι σοβαρές επιπλοκές παραμένουν σπάνιες.
Υψηλό κόστος
Λόγω της πολυπλοκότητας της κατασκευής τους και της χρήσης εξελιγμένης τεχνολογίας φαρμάκων, τα φάρμακα της ανοσοθεραπείας συνοδεύονται από πολύ μεγάλο κόστος. Χαρακτηριστικά, μια έγχυση ανοσοθεραπείας στην Ελλάδα μπορεί να κοστίζει γύρω στα 10.000 ευρώ. Το κόστος αυτό στην Ελλάδα καλύπτεται αποκλειστικά από τον ΕΟΠΥΥ και η συμμετοχή για τον ασφαλιζόμενο είναι 0%. Δεδομένου ότι η θεραπεία μπορεί να διαρκέσει μήνες ή και χρόνια (με χορήγηση κάθε 2, 3 ή 4 εβδομάδες), το ετήσιο κόστος για ένα φάρμακο μπορεί να ξεπεράσει τις €100.000-€150.000 ανά ασθενή.
Τι συμβαίνει ανά τον κόσμο
Σε χώρες που υποστηρίζονται από δημόσια συστήματα υγείας, όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Γερμανία, το κόστος της ανοσοθεραπείας είναι εμφανώς μικρότερο για τα κράτη. Στην Αμερική, όπου τα ποσά είναι υπέρογκα, καθορίζονται από την ελεύθερη αγορά και οι τιμές καθορίζονται από τον κατασκευαστή χωρίς κεντρική διαπραγμάτευση. Το κόστος για τον ασθενή μπορεί να είναι αρκετά μεγάλο, αφού καθορίζεται από το ασφαλιστικό πλάνο που κατέχει.
Η κατάσταση στην Ελλάδα
Τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα σημειώνει σημαντική πρόοδο στον τομέα της ανοσοθεραπείας. Πολλά δημόσια νοσοκομεία συμμετέχουν πλέον σε διεθνείς κλινικές μελέτες, προσφέροντας τη δυνατότητα σε έλληνες ασθενείς να έχουν πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες πριν από την επίσημη κυκλοφορία τους στην αγορά. Αυτή η εξέλιξη ενισχύει την ελπίδα για ισότιμη και έγκαιρη πρόσβαση όλων των ασθενών στη σύγχρονη ιατρική φροντίδα, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα το υψηλό επιστημονικό επίπεδο των ελλήνων ιατρών και ερευνητών.
Η χορήγηση ανοσοθεραπείας απαιτεί ειδική έγκριση μέσω του ΕΟΠΥΥ από τον θεράποντα ογκολόγο. Μετά την έγκριση, οι ασθενείς προμηθεύονται τα φάρμακά τους είτε από νοσοκομειακά φαρμακεία, εφόσον υπάρχουν, είτε από φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, ανάλογα με τη θεραπεία και τη διαθεσιμότητα του σκευάσματος.
Η επόμενη μέρα της θεραπείας
Δυστυχώς η ανοσοθεραπεία δεν βοηθάει όλους τους ασθενείς, ακόμα και αν έχει πάρει έγκριση από τα συστήματα υγείας για τον όγκο από τον οποίο πάσχουν. Γίνεται μεγάλη προσπάθεια από την επιστημονική κοινότητα να ταυτοποιηθούν τα χαρακτηριστικά των ασθενών που πραγματικά ωφελούνται από την ανοσοθεραπεία. Η ανάπτυξη βιοδεικτών – δηλαδή μορίων που ανιχνεύονται στη βιοψία του όγκου ή στο αίμα του ασθενούς και των οποίων η παρουσία μπορεί να προβλέψει τη αποτελεσματική ανταπόκριση στη θεραπεία – είναι ύψιστης σημασίας για τον εντοπισμό των ασθενών εκείνων που θα έχουν το μεγαλύτερο όφελος. Με αυτόν τον τρόπο, η ανοσοθεραπεία θα χορηγείται πιο στοχευμένα, προσφέροντας καλύτερα αποτελέσματα στους ασθενείς και μειώνοντας παράλληλα την οικονομική επιβάρυνση στα συστήματα υγείας.
*Φλώρα Ζυγουρή, Καθηγήτρια Ογκολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών
Αμαλία Σοφιανίδη, Ιατρός, Επιστημονική Συνεργάτιδα Εργαστηρίου Βιολογικής Χημείας
Πηγή: tovima.gr
