Η «Π» μίλησε με την κ.Ελένη Λαζαράτου, ομότιμη καθηγήτρια Παιδοψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η κ.Λαζαράτου δίνει απαντήσεις σε κρίσιμα ερωτήματα, που απασχολούν πολλές οικογένειες στην Κρήτη.
Είναι γνωστό ότι στο νησί εκκρεμούν εκατοντάδες αιτήματα για ψυχολογική υποστήριξη σε παιδιά που βρίσκονται στον “αέρα” αφού έχει μείνει μόνο ένας παιδοψυχίατρος του ΕΣΥ για ολόκληρη την Κρήτη.
-Ποια είναι τα πιο συχνά προβλήματα ψυχικής υγείας σε ανήλικους, που διαπιστώνει στην εποχή μας ένας παιδοψυχίατρος;
«Εδώ θα πρέπει να διαφοροποιήσουμε το αίτημα, δηλαδή τον λόγο για τον οποίον οι γονείς φέρνουν τα παιδιά τους στον παιδοψυχίατρο, καθώς και την διάγνωση, δηλαδή αυτό που πραγματικά βλέπει ο παιδοψυχίατρος.
Τα συχνότερα αιτήματα στην πρώτη παιδική ηλικία αφορούν αναπτυξιακές καθυστερήσεις (το παιδί αργεί να μιλήσει να περπατήσει ή δεν επικοινωνεί σωστά), στην κυρίως παιδική ηλικία τα μαθησιακά προβλήματα και στην εφηβεία διαταραχές συμπεριφοράς.
Αυτό που οφείλει να εκτιμήσει ο παιδοψυχίατρος δεν είναι μόνο το αίτημα, αλλά αφορά γενικότερα τη δομή και την οργάνωση της προσωπικότητας του παιδιού και την λειτουργία του οικογενειακού περιβάλλοντος. Έτσι, μπορεί να δει τον αυτισμό πίσω από μια καθυστέρηση λόγου, την κατάθλιψη πίσω από την δυσλεξία ή οικογενειακές δυσλειτουργίες πίσω από τα προβλήματα της εφηβείας».
-Πού οφείλονται συνήθως και έχουν αυξηθεί σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια;
«Η αιτιοπαθογένεια των παιδοψυχιατρικών διαταραχών είναι πολυπαραγοντική και εξαρτάται από την αλληλεπίδραση του ίδιου του παιδιού με το περιβάλλον του. Δεν υπάρχει γραμμική αιτιολογία, δηλ. ένας μόνος παράγοντας να ευθύνεται για την διαταραχή. Βιολογικοί, ψυχολογικοί και κοινωνικοπολιτισμικοί παράγοντες συμβάλλουν στην ανάπτυξη ψυχοπαθολογίας στα παιδιά και τους εφήβους.
Συχνά συζητάμε για αύξηση των ψυχολογικών προβλημάτων της παιδικής ηλικίας, αλλά υπάρχει μεγάλη συζήτηση αν η αύξηση αυτή είναι πραγματική ή εικονική. Σίγουρα έχουν βελτιωθεί οι επιστημονικές γνώσεις μας, με αποτέλεσμα να αναγνωρίζουμε παθολογίες που δεν τις διακρίναμε πριν.
Από την άλλη, τα επίσημα διαγνωστικά συστήματα τα οποία χρησιμοποιούν διαγνωστικά κριτήρια, μιλούν για φάσμα διαταραχών όπως είναι το αυτιστικό φάσμα, με αποτέλεσμα παιδιά με ηπιότερα προβλήματα να εντάσσονται σε αυτό. Άρα, μια συνιστώσα του φαινομένου είναι η πραγματική αύξηση που προκύπτει από την ευρύτητα των γνώσεων, και μια άλλη ο τρόπος που ταξινομούμε.
Στην Ελλάδα, εντούτοις, δεν έχουμε αξιόλογες επιδημιολογικές έρευνες για να μπορέσουμε να πούμε με βεβαιότητα αν τα ψυχολογικά προβλήματα παιδιών και εφήβων έχουν αυξηθεί στην εποχή μας».
-Ποια είναι τα πρώτα σημάδια που πρέπει να παρατηρήσουν οι γονείς, αλλά και οι εκπαιδευτικοί στη συμπεριφορά του παιδιού, που υποδηλώνουν την ανάγκη για επαγγελματική βοήθεια; Πώς μπορούν να διακρίνουν τη φυσιολογική εφηβική συμπεριφορά από τα σημάδια ενός σοβαρότερου προβλήματος;
«Θα πρέπει να ανησυχήσουν, όταν παρατηρήσουν αλλαγές στη συμπεριφορά του παιδιού που έχουν συνέπειες στο λειτουργικό και κοινωνικό επίπεδο.
Ένα παιδί π.χ., που εγκαταλείπει τη σχολική μελέτη, δεν ενδιαφέρεται για τις εξωσχολικές δραστηριότητες και σταματάει να ασχολείται με τα ειδικά ενδιαφέροντά του. Αυτό το παιδί βιώνει δυσφορία και προκαλεί δυσλειτουργία στην οικογένεια και το κοινωνικό του περιβάλλον.
Η φυσιολογική εφηβική συμπεριφορά περιλαμβάνει την προσπάθεια του εφήβου να απομακρυνθεί ψυχολογικά από τους γονείς του και να αποκτήσει τη δική του ταυτότητα. Σε αυτή την πορεία δικαιολογούνται θυμοί, νεύρα και κάποιες άσχημες συμπεριφορές. Η έντασή τους, όμως, και η διάρκεια, καθώς και ορισμένες ποιοτικές διαφοροποιήσεις παραπέμπουν σε παθολογική διαχείριση αυτής της μεταβατικής περιόδου».
-Πώς θα καταφέρουν οι γονείς να δημιουργήσουν ένα υποστηρικτικό και ανοιχτό περιβάλλον στο σπίτι, ώστε τα παιδιά να νιώθουν άνετα να μιλήσουν για τα προβλήματά τους;
«Η αντιμετώπιση του γονέα εξατομικεύεται ανάλογα με τον χαρακτήρα του ίδιου και τον χαρακτήρα του παιδιού. Το βασικό λάθος που μπορεί να κάνει ένας γονέας είναι να θεωρεί το παιδί προέκταση του εαυτού του. Θα πρέπει να αναγνωρίζει ότι το παιδί είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος και να προσπαθήσει να μην προβάλει τις δικές του επιθυμίες και ανάγκες πάνω στο παιδί.
Συχνά οι γονείς παραπονιούνται ότι το παιδί δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες τους και βρίσκουν ελαττώματα του χαρακτήρα του, τα οποία θεωρούν καθήκον τους να διορθώσουν. Αυτό όμως που θα ήταν καλύτερο να κάνουν, είναι να αναγνωρίσουν τα θετικά σημεία του παιδιού και να βασιστούν σε αυτά, ώστε να μπορέσει το παιδί να αναπτύξει την αυτοεκτίμηση και την αυτοπεποίθησή του.
Η ενσυναίσθηση είναι μια ψυχική διαδικασία, σύμφωνα με την οποία ένα άτομο κατανοεί τις πράξεις αλλά και τις επιθυμίες, ανάγκες, σκέψεις και τα συναισθήματα ενός άλλου. Η ενσυναίσθηση οδηγεί τους γονείς να μπουν στη θέση του παιδιού και να το καταλάβουν. Από τη πλευρά του, το παιδί ψάχνει στους γονείς τις αντιδράσεις που θα δώσουν νόημα στη συμπεριφορά του και πάνω σε αυτές τις αντιδράσεις θα δομήσει την προσωπικότητα του.
Η ισορροπημένη στάση των γονέων είναι εκείνη που θα οδηγήσει το παιδί στο να αναπτύξει όλες τις δυνατότητές του και να περάσει ευτυχισμένα και δημιουργικά παιδικά χρόνια. Ένα ικανοποιημένο και συναισθηματικά ασφαλές παιδί θα γίνει με τη σειρά του πηγή χαράς, ικανοποίησης και περηφάνιας για τους γονείς του».
-Πώς πρέπει να αντιδράσουν, όταν το παιδί τους εκφράζει σκέψεις αυτοτραυματισμού ή αυτοκτονίας; Γιατί, ένα μικρό παιδί, να θέλει να πεθάνει;
«Τα ποσοστά αυτοκτονίας είναι χαμηλά στην παιδική ηλικία και αυξάνονται στην εφηβεία. Στην εφηβεία παρατηρείται υψηλότερη επικράτηση ψυχοπαθολογίας και κυρίως διαταραχών του συναισθήματος. Οι έφηβοι εξάλλου είναι περισσότερο ικανοί σε γνωστικό επίπεδο να προγραμματίσουν και να ολοκληρώσουν μία απόπειρα αυτοκτονίας σε σχέση με μικρότερα παιδιά.
Ένα μικρό παιδί μπορεί να θέλει να πεθάνει, γιατί βιώνει συναισθήματα απώλειας, κακομεταχείρισης, αδικίας και ανικανότητας να αλλάξει τις δυσβάσταχτες συνθήκες της ζωής του. Μπορεί επίσης η απόπειρα αυτοκτονίας να αποτελεί έκφραση θυμού ή επιθυμία τιμωρίας προς τους γονείς
Όταν γίνει μια απόπειρα αυτοκτονίας, το παιδί ή ο έφηβος πρέπει να νοσηλευθεί για να του δείξουμε πόσο σοβαρό είναι αυτό που έκανε και ότι χρειάζεται απαραίτητα βοήθεια. Στις εκφράσεις αυτοκτονικού ιδεασμού ή αυτοτραυματισμού, οι γονείς πρέπει να αντιδράσουν άμεσα. Να προσπαθήσουν να ελέγξουν τα συναισθήματά τους και να κάνουν το παιδί να νιώσει ασφάλεια και εμπιστοσύνη, ώστε να μοιραστεί το πρόβλημα μαζί τους.
Δεν πρέπει να θυμώνουν αν το παιδί είναι υπεύθυνο για τον τραυματισμό που προκαλεί στον εαυτό του, αυτό σημαίνει ότι δεν βρίσκει άλλον τρόπο για να εκφραστεί. Μπορεί επίσης να τον χρησιμοποιεί ως μέσο χειρισμού, αλλά τότε πρέπει να προσπαθήσουν να κατανοήσουν την σημασία του».
-Με ποιον τρόπο μπορεί να βοηθήσει ένα παιδί ο παιδοψυχίατρος;
«Η αντιμετώπιση των παιδοψυχιατρικών διαταραχών προϋποθέτει τόσο την ακριβή διαγνωστική εκτίμηση των ψυχικών συμπτωμάτων, των γνωστικών ικανοτήτων, της κοινωνικής λειτουργικότητας του παιδιού και των οικογενειακών σχέσεων, όσο και τη διαμόρφωση ενός θεραπευτικού σχεδίου εξ αρχής, που να αντιμετωπίζει από όλες τις πλευρές τις ανάγκες του παιδιού.
Στις συνεδρίες βοηθούμε τα παιδιά να βρουν αποτελεσματικούς τρόπους να εκφράσουν λεκτικά τα συναισθήματά τους, όπως το άγχος ή τον φόβο τους. Στα μικρότερα παιδιά μπορεί το παιχνίδι ή η ζωγραφική να διευκολύνουν τη διαδικασία αυτή. Τα παιδιά αισθάνονται ανακουφισμένα, όταν εκφράζουν και μοιράζονται τα συναισθήματά τους σε ένα ασφαλές και προστατευμένο περιβάλλον».
-Σε ποιες περιπτώσεις χρειάζονται φάρμακα;
«Στην παιδοψυχιατρική αποφεύγεται να χορηγούνται φάρμακα. Πολλοί λόγοι υπάρχουν γι’ αυτό. Καταρχήν υπάρχει έλλειψη επιστημονικών ερευνών για την αποτελεσματικότητα των ψυχοφαρμάκων στις ψυχικές διαταραχές της παιδικής ηλικίας. Ο δισταγμός των παιδοψυχιάτρων στη χορήγησή τους, ενισχύεται από τις ήδη υπάρχουσες αρνητικές στάσεις του κοινού και επηρεάζει με τη σειρά του την αποδοχή της φαρμακοθεραπείας από τους γονείς.
Η φαρμακοθεραπεία συνήθως προτείνεται, όταν έχουν εξαντληθεί χωρίς αποτέλεσμα οι συμπεριφορικές και ψυχολογικές παρεμβάσεις. Η ψυχοεκπαίδευση των παιδιών και των οικογενειών τους σχετικά με τη διάγνωση, την πορεία της διαταραχής και τις ενδείξεις και αντενδείξεις της φαρμακευτικής παρέμβασης είναι ιδιαίτερα σημαντική».
-Στην Κρήτη, σύμφωνα με τους συναδέλφους σας, υπάρχουν σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας σε παιδιά και πολλά κάνουν απόπειρα αυτοκτονίας. Ωστόσο, έχει μείνει ένας παιδοψυχίατρος του ΕΣΥ σε όλο το νησί και στην Παιδοψυχιατρική Κλινική, νοσηλεύονται παιδιά που παρακολουθούνται από ψυχίατρους ενηλίκων. Θα ήθελα, ένα σχόλιό σας.
«Στην Ελλάδα υπάρχει γενικά έλλειψη παιδοψυχιατρικών κλινών, και οι ειδικοί έρχονται αντιμέτωποι με την δικαιολογημένη αγωνία και τον θυμό των γονέων για την αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων ψυχικής υγείας των παιδιών τους. Οι συνάδελφοι ψυχίατροι δεν είναι επαρκώς εκπαιδευμένοι για να αντιμετωπίσουν τέτοιου είδους περιστατικά.
Η κατάσταση στην Κρήτη δείχνει την αδυναμία της Πολιτείας να εκτιμήσει και να προστατεύσει την ψυχική υγεία των παιδιών και των εφήβων».