Όλοι όσοι με συναντούν και τους λέω ότι έχω κατάθλιψη, μου απαντούν: «Δεν φαίνεται!»

Καμιά φορά με ρωτάνε γιατί άργησα τόσα χρόνια να ζητήσω βοήθεια. Η απάντηση είναι απλή: δεν την ήθελα ακόμα αυτή τη βοήθεια. Και δεν την ήθελα γιατί δεν καταλάβαινα τι το τραγικό είχε όλο αυτό».

-«Ζούσα στη συντήρηση, δηλαδή έκανα τα απολύτως απαραίτητα στη δουλειά και στη σχέση μου. Είχα απομονωθεί από όλους τους ανθρώπους και απείχα απο κοινωνικές δραστηριότητες. Ένιωθα ότι τίποτα ,δεν είχε νόημα.»

-«Δεν ένιωθα τίποτα, ούτε καλό, ούτε άσχημο. Όλα έχαναν τη σημασία τους σταδιακά. Η κατάθλιψη είναι ακριβώς αυτό: χάνεις την ικανότητα να νιώσεις.»

-«Όλοι όσοι με συναντούν και τους λέω ότι έχω κατάθλιψη λένε: «Δεν φαίνεται!»

Η κατάθλιψη είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή κακή διάθεση, ή μια περαστική στενοχώρια.

Είναι μια σοβαρή ψυχική διαταραχή που αλλοιώνει ριζικά τον τρόπο που αντιλαμβάνεται κανείς τον εαυτό του, τον κόσμο και τη ζωή.

Ένα από τα πιο δύσκολα σημεία της κατάθλιψης, όπως περιγράφεται συχνά, είναι η απώλεια της ικανότητας να αισθάνεσαι – όχι μόνο χαρά, αλλά και θλίψη. Η ζωή γίνεται ένα επίπεδο, γκρίζο τοπίο.

Οι Έλληνες πολίτες βρίσκονται στη πρώτη θέση ανάμεσα στους πολίτες των υπόλοιπων 24 χωρών, στην εμφάνιση των συμπτωμάτων κατάθλιψης και αυτό είναι σίγουρα ανησυχητικό.


Όταν η κατάθλιψη δεν «φαίνεται»

Μια κοινή παρανόηση είναι ότι η κατάθλιψη είναι πάντα ορατή στους άλλους. Οι μαρτυρίες ωστόσο δείχνουν το αντίθετο:
Πολλοί άνθρωποι μαθαίνουν να λειτουργούν, να εργάζονται και να χαμογελούν, ενώ εσωτερικά βιώνουν έναν διαρκή πόνο και αγώνα.
Τα πρώτα της σημάδια μπορεί να είναι τόσο «αθώα» που δεν τα αναγνωρίζει ούτε το ίδιο το άτομο.
Αυτό το «δεν καταλαβαίνω» και η άρνηση μπορεί να κρατήσει χρόνια, με αποτέλεσμα να καθυστερεί η αναζήτηση βοήθειας.
Όταν τελικά ζητηθεί βοήθεια, η ψυχοθεραπεία και η φαρμακευτική αγωγή (όπου χρειάζεται) περιγράφονται ως η μόνη οδός διαφυγής.
Ο δρόμος είναι δύσκολος, αλλά η συνεργασία με ειδικούς και η υπομονή είναι απαραίτητες.

Τι να πείτε και τι να αποφύγετε

Η επιλογή των λέξεων είναι κρίσιμη. Ο στόχος είναι να προσφέρετε συναισθηματική στήριξη χωρίς επίκριση.
«Είμαι εδώ για σένα. Αν μπορώ να βοηθήσω κάπως, μη διστάσεις να μου πεις.»
«Αυτό που περνάς ακούγεται πολύ δύσκολο. Δεν χρειάζεται να είσαι μόνος/μόνη.»
«Σε παρατηρώ και βλέπω ότι περνάς δύσκολα. Πώς νιώθεις πραγματικά;»
«Ανησυχώ για σένα. Θα ήταν καλό να μιλήσεις σε έναν ειδικό. Θέλεις να σε βοηθήσω να κλείσεις ένα ραντεβού;»

Αφήστε το άτομο να εκφράσει τα συναισθήματά του χωρίς να το διακόψετε ή να δώσετε πρακτικές συμβουλές. Η παρουσία σας και η προσοχή σας είναι η πιο σημαντική στήριξη.

• Μην Υποτιμάτε τον πόνο:
-Όχι: «Σταμάτα να σκέφτεσαι αρνητικά.»
Όχι: «Απλά πρέπει να απασχοληθείς.»
-Όχι: «Έχεις τόσα πολλά για να είσαι ευγνώμων, άλλοι είναι χειρότερα.»
• Μην ασκείτε πίεση:
-Όχι: «Πρέπει να το ξεπεράσεις.»
-Όχι: «Δεν φαίνεται να έχεις κατάθλιψη, είσαι δυνατός/δυνατή.» (Αυτό μπορεί να κάνει το άτομο να αισθάνεται ότι πρέπει να κρύβει τον πόνο του).
• Μην δίνετε ψεύτικες υποσχέσεις:
-Όχι: «Όλα θα φτιάξουν από αύριο.» Τονίστε την ελπίδα (π.χ. «Με τη θεραπεία, θα νιώσεις καλύτερα»), αλλά παραμείνετε ρεαλιστές.

Α.Βγόντζας: Ναι στα αντικαταθλιπτικά,όχι στα αγχολυτικά φάρμακα

«Το γεγονός ότι πλέον ο κόσμος ζητάει βοήθεια ,είναι σίγουρα θετικό.Το αρνητικό είναι ότι υπάρχουν γιατροί που συνταγογραφούν τα αγχολυτικά σαν καραμέλες και αυτό δεν είναι καλό γιατί προκαλούν εξάρτηση»,έχει επισημάνει μιλώντας στην «Π» ο κ. Αλέξανδρος Βγόντζας ομότιμος καθηγητής ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης.

Σύμφωνα με τον ψυχίατρο, τα αγχολυτικά δρουν άμεσα σε περίπτωση για παράδειγμα μιας έντονης κρίσης πανικού, αλλά με τον καιρό χάνουν την δραστικότητα τους και ο ασθενής χρειάζεται μεγαλύτερη δοσολογία.
Αν μάλιστα τα διακόψει απότομα, το πρόβλημα για το οποίο τα πήρε επιστρέφει με πολύ μεγαλύτερη ένταση ,για το λόγο
αυτό η χρήση τους πρέπει να γίνεται περιορισμένα και για μικρό χρονικό διάστημα.

Αντίθετα τα αντικαταθλιπτικά, δρουν πιο αργά μέσα σε 2 εβδομάδες ή και σε ένα μήνα, αλλά δεν είναι εξαρτησιογόνα και μπορούμε να τα παίρνουμε χωρίς τον φόβο ότι θα μας προκαλέσουν άλλα προβλήματα υγείας.

Όπως εξήγησε ο κ.Βγόντζας ο χρόνος που θα χρειαστεί να παίρνουμε αντικαταθλιπτικά, εξαρτάται από το πρόβλημα μας και είναι κάτι που θα συζητήσουμε με τον γιατρό.

Στις περιπτώσεις μάλιστα της αυπνίας και με το δεδομένο ότι το 1 στους 3 αντιμετωπίζει πρόβλημα με τον ύπνο του, δεν συστήνονται υπνωτικά χάπια αλλά αντικαταθλιπτικά.
Ο καθηγητής επισημαίνει ότι την καλή ψυχολογία ενισχύει η καθημερινή άσκηση, η σωστή διατροφή, ο καλός ύπνος, η άντληση ευχαρίστησης από τους ανθρώπους που συναναστρεφόμαστε, την οικογένειά μας, τους φίλους, την εργασία μας.

Όπως σχολίασε «αν μας την «βαράνε» ο σύζυγος , η δουλειά, οι παρέες μας, σίγουρα αυτό δεν βοηθάει» τονίζοντας ότι οι καλές διαπροσωπικές σχέσεις παίζουν καθοριστικό ρόλο, στην ψυχική μας υγεία.