φαρμακευτική κάνναβη

“Δεν είναι ναρκωτικό, αλλά θεραπευτικό φυτό”! Πλέον, η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που νομιμοποιεί την χορήγηση της ιατρικής, ή αλλιώς και φαρμακευτικής, κάνναβης σε ασθενείς που έχουν τη σχετική ανάγκη! Ένα από τα βασικά ερωτήματα που έχει απασχολήσει και συγχρόνως διχάσει την κοινή γνώμη είναι αν η γνωστή σε όλους μας κάνναβη μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλη για την υγεία. Η ιατρική επιστήμη τίθεται υπέρ της αποποινικοποίησης και της άμεσης χρήσης της ιατρικής κάνναβης, κατόπιν έρευνας και εγκριτικών διαδικασιών.

Ιατρική κάνναβη θεωρείται η κάνναβη και τα παράγωγά της, τα κανναβινοειδή, που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία μιας νόσου ή τη βελτίωση των συμπτωμάτων της. Τα άνθη και τα φύλλα του φυτού εκκρίνουν μια ρητίνη που περιέχει περισσότερες από 400 ουσίες, από τις οποίες για τις ευφραντικές της δράσεις ξεχωρίζουν τα κανναβινοειδή. Τα πιο γνωστά είναι η Δ9-τετραϋδροκανναβινόλη (Δ9-THC), που είναι και το κύριο ψυχοδραστικό συστατικό του φυτού της κάνναβης , το οποίο “ευθύνεται” για τις ευφορικές της δράσεις. Επίσης, η κανναβιδιόλη δεν διαθέτει εθιστικές δράσεις και φαίνεται να έχει ενδιαφέρουσες θεραπευτικές εφαρμογές.

Η θεραπευτική χρησιμότητα της κάνναβης και των παραγώγων της είναι αποδεδειγμένη και αποδεκτή για ένα ευρύ φάσμα παθολογικών καταστάσεων. Τα ιατρικά σκευάσματα του φυτού μπορούν να χορηγηθούν σε ασθενείς που πάσχουν από: σακχαρώδη διαβήτη, επιληψία, διαταραχές της όρεξης, γλαύκωμα, AIDS, καρκίνο, νομυαλγία και  σκλήρυνση κατά πλάκας.

Η «Π» αποσαφηνίζει τι τελικά ισχύει για το πιο παρεξηγημένο από το κοινό βότανο, με τη βοήθεια ειδικών, καθώς λίγοι είναι πληροφορημένοι για τις φαρμακολογικές του ιδιότητες και τις θεραπευτικές του ενδείξεις.

“Άνοιξε ο δρόμος   για την πρόσβαση των ασθενών σε φαρμακευτικά σκευάσματα κάνναβης”

Ο κ. Γιώργος Παναγής είναι καθηγητής Βιοψυχολογίας και πρόεδρος του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα κινούνται στο πεδίο των Νευροεπιστημών της Συμπεριφοράς και ειδικότερα της Ψυχοφαρμακολογίας. Για περισσότερο από 15 χρόνια μελετά τις επιδράσεις των κανναβινοειδών στον εγκέφαλο και στη συμπεριφορά. Υπήρξε μέλος της επιτροπής που συνέστησε ο Υπουργός Υγείας για την ιατρική χρήση της κάνναβης στην Ελλάδα. Από τον ίδιο πληροφορούμαστε για την απόφαση του Υπουργείου να μεταφέρει την κάνναβη από τον Πίνακα Α των απαγορευμένων εθιστικών ουσιών στον Πίνακα Β των χορηγουμένων με συνταγή γιατρού ναρκωτικών για θεραπευτικούς λόγους.

Ο κ. Γιώργος Παναγής είναι καθηγητής Βιοψυχολογίας και πρόεδρος του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης

«Στην Ελλάδα πρόσφατα, μετά το πόρισμα της επιτροπής για την ιατρική χρήση της κάνναβης, της οποίας ήμουν μέλος, με κοινή υπουργική απόφαση των υπουργών Υγείας και Δικαιοσύνης, τον Ιούνιο του 2017 η κάνναβη και η ρητίνη της καθώς και η ναμπιλόνη μεταφέρθηκαν από τον Πίνακα Α των ναρκωτικών ουσιών (που περιλαμβάνει παράνομες εθιστικές ουσίες που δεν έχουν καμία αποδεκτή ιατρική χρήση) στον Πίνακα Β (που περιλαμβάνει τα ιδιοσκευάσματα ή σκευάσματα που περιέχουν ουσίες που χορηγούνται με ειδική συνταγή ναρκωτικών για θεραπεία). Με αυτόν τον τρόπο άνοιξε ο δρόμος για την πρόσβαση των ασθενών σε φαρμακευτικά σκευάσματα κάνναβης, εφόσον υπάρξει σχετικό αίτημα από τον θεράποντα ιατρό τους”.

Ορισμένες από τις ιδιότητες της κάνναβης την έχουν καταστήσει ευφραντική ουσία, ιδιαίτερα δημοφιλή παγκοσμίως. Οι επιδράσεις των κανναβινοειδών ποικίλλουν ανάλογα με τη δόση, τη μέθοδο χορήγησης (κάπνισμα, εισπνοή από το στόμα), το περιβάλλον, την προηγούμενη εμπειρία, τις προσδοκίες του χρήστη καθώς και τη διάθεσή του.

«Από το 1996 σε διάφορες πολιτείες της Αμερικής (23 συνολικά) έχει νομιμοποιηθεί η ιατρική χρήση της κάνναβης. Επίσης σε αρκετές χώρες της Ευρώπης έχει νομιμοποιηθεί η χρήση του ελαιώδους εκχυλίσματος για ιατρική χρήση συμπεριλαμβανομένου και εκείνου που περιέχει κυρίως κανναβιδιόλη, το οποίο χρησιμοποιείται ως συμπλήρωμα διατροφής. Ένα ανάλογο της Δ9-THC, η δροναμπιλόνη κυκλοφορεί εδώ και πολλά χρόνια στις ΗΠΑ και σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες με κύριες ενδείξεις τη ναυτία και τους εμέτους που προκαλεί η χημειοθεραπεία σε ασθενείς με καρκίνο καθώς και η καχεξία και ανορεξία του AIDS.

Η ναμπιλόνη, ένα συνθετικό ανάλογο της Δ9-THC, χρησιμοποιείται επίσης σε διάφορες χώρες για την αντιμετώπιση του εμέτου σε καρκινοπαθείς που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία με κυτταροτοξικά φάρμακα. Τέλος, σε 30 χώρες έχει εγκριθεί και κυκλοφορεί ένα ακόμα σκεύασμα σε μορφή ψεκασμών, το οποίο περιέχει Δ9-THC και το μη-ψυχομιμητικό, εθιστικό παράγωγο κανναβιδιόλη. Το σκεύασμα αυτό χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση του νευροπαθητικού πόνου και της σπαστικότητας στη σκλήρυνση κατά πλάκας και ως συμπληρωματική αναλγητική θεραπεία στον καρκινικό πόνο”.

Ο κ. Παναγής αναφέρει τα βασικά σημεία ερευνών και κλινικών μελετών που πραγματοποιήθηκαν και πραγματοποιούνται ακόμη ξεχωριστά σε κάθε νόσημα, για την ορθή χρήση της κάνναβης προς αποφυγήν ακραίων, ανεπιθύμητων παρενεργειών. Ξεκαθαρίζει, επίσης, ότι δεν πρόκειται για φαρμακευτική αγωγή με μόνιμα αποτελέσματα αλλά για ανακουφιστική δράση.

«Η έρευνα των τελευταίων ετών έδειξε την ύπαρξη ενός νέου βιολογικού συστήματος στον οργανισμό, το οποίο ονομάστηκε ενδογενές σύστημα κανναβινοειδών. Το σύστημα αυτό αποτελείται από α) συγκεκριμένους υποδοχείς κανναβινοειδών στους οποίους συνδέεται και δρα η Δ9-THC και άλλα κανναβινοειδή, β) τις ενδογενείς ουσίες (τα ενδογενή κανναβινοειδή ή ενδοκανναβινοειδή) και γ) τα ένζυμα που είναι υπεύθυνα για τη βιοσύνθεση και την απενεργοποίησή τους.

Το ενδογενές σύστημα κανναβινοειδών συμμετέχει στην ενεργειακή ισορροπία, στο μεταβολισμό λιπιδίων και γλυκόζης, στην αντίληψη του πόνου, στη διαδικασία της ανταμοιβής, στη ρύθμιση των συναισθημάτων, στη ρύθμιση της κίνησης, στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και στις γνωστικές διεργασίες (μάθηση-μνήμη).

Σημαντική ώθηση στην έρευνα για το νευροβιολογικό υπόστρωμα της δράσης των κανναβινοειδών δόθηκε με τη σύνθεση εκλεκτικών αγωνιστών και ανταγωνιστών για τους υποδοχείς των κανναβινοειδών. Φάρμακα που δρουν στους υποδοχείς των κανναβινοειδών ή επηρεάζουν τα ενδογενή κανναβινοειδή μπορεί να έχουν μεγαλύτερα θεραπευτικά οφέλη και από την ίδια την κάνναβη, χωρίς μάλιστα τις βλαβερές συνέπειες που συνδέονται με το κάπνισμα μαριχουάνας.

Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται εντατικά τα τελευταία χρόνια η έρευνα. Σύμφωνα με τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες για την ιατρική κάνναβη, υπάρχουν επαρκή στοιχεία για τη θεραπευτική αντιμετώπιση της καχεξίας και ανορεξίας σε ασθενείς με AIDS, ενώ καλά είναι τα αποτελέσματα και στην αντιμετώπιση της ναυτίας και του εμέτου από χημειοθεραπεία σε ασθενείς με καρκίνο.

Η δροναμπινόλη και η ναμπιλόνη χρησιμοποιούνται ήδη αρκετά χρόνια σε Ευρώπη και Αμερική για το σκοπό αυτό. Τουλάχιστον δύο τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες δείχνουν αποτελεσματικότητα στη σπαστικότητα που εμφανίζεται στη σκλήρυνση κατά πλάκας, ενώ υπάρχουν τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες που έχουν δείξει αποτελεσματικότητα της ιατρικής κάνναβης στον χρόνιο και νευροπαθητικό πόνο. Επιπλέον, σύμφωνα με κάποιες μελέτες, η κανναβιδιόλη μπορεί να είναι αποτελεσματική στη θεραπεία της επιληψίας, αλλά χρειάζονται περισσότερες μελέτες για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά της.

Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις τα κανναβινοειδή βοηθούν ώστε να έχουν οι ασθενείς καλύτερη ποιότητα ζωής. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν πρόκειται για φάρμακα που θεραπεύουν μόνιμα τις διαταραχές στις οποίες χορηγούνται (π.χ. καρκίνο, σκλήρυνση κατά πλάκας ή νευροπαθητικό πόνο)”.

Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίζονται στους ασθενείς που λαμβάνουν ιατρική κάνναβη για θεραπευτικούς σκοπούς δεν είναι σοβαρές ή επικίνδυνες. Μολονότι πρόκειται για ένα σχετικά ασφαλές φάρμακο, δεν ισχύει το ίδιο και για τον καπνό της κάνναβης, ο οποίος φαίνεται να έχει παρόμοια χημική σύσταση με τον καπνό των κοινών τσιγάρων και να περιλαμβάνει αρκετές τοξικές ουσίες. Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι καμία ουσία δεν είναι τελείως ακίνδυνη και δεν υπάρχει φάρμακο που να μην έχει ανεπιθύμητες ενέργειες.

«Σε ό,τι αφορά τις ανεπιθύμητες ενέργειες που έχει η χρήση κανναβινοειδών, σ’ αυτές περιλαμβάνονται η καταστολή, η υπνηλία, η σύγχυση, η διαταραχή του κινητικού συντονισμού, η ενίσχυση της όρεξης, η εξασθένηση της βραχυπρόθεσμης μνήμης, η ξηροστομία και η υποθερμία. Η ένταση πολλών από τις παραπάνω ανεπιθύμητες ενέργειες, εάν φυσικά εμφανιστούν,  εξαρτάται τόσο από τη δόση όσο και από την οδό χορήγησης (κάπνισμα, εισπνοή, χορήγηση από το στόμα).

Σε ορισμένες από αυτές τις ανεπιθύμητες ενέργειες εμφανίζεται αντοχή μετά από χρόνια χρήση. Η χορήγηση ιατρικής κάνναβης από το στόμα δεν οδηγεί στο ίδιο επίπεδο “φτιαξίματος” όπως στην περίπτωση του καπνίσματος. Αυτό σχετίζεται με τη διαφορετική φαρμακοκινητική και απορρόφηση που έχει η Δ9-THC όταν λαμβάνεται ως φάρμακο από το στόμα”.