Μία από τις πιο απαραίτητες αλλά και πιο ενεργοβόρες συσκευές του σπιτιού είναι το πλυντήριο ρούχων. Η συχνή χρήση του επιβαρύνει σημαντικά τον λογαριασμό του ρεύματος, με την κατανάλωση να ανεβαίνει ανάλογα με τη θερμοκρασία πλύσης. Ωστόσο, ένα σχεδόν «ξεχασμένο» κουμπί μπορεί να αποδειχθεί σωτήριο για την τσέπη μας.
Ο λόγος για τη ρύθμιση της θερμοκρασίας πλύσης, που πολλοί καταναλωτές παραμελούν. Οι περισσότερες πλύσεις γίνονται στους 40°C, μια ρύθμιση που θεωρείται αποτελεσματική για την καθαριότητα των ρούχων αλλά είναι ενεργειακά απαιτητική. Αντιθέτως, η επιλογή πλύσης στους 20°C μπορεί να προσφέρει εντυπωσιακή εξοικονόμηση.
Σύμφωνα με μελέτες, η μείωση της θερμοκρασίας από τους 40 στους 20 βαθμούς μπορεί να μειώσει έως και 62% το ενεργειακό κόστος κάθε πλύσης. Η εξήγηση είναι απλή: όσο λιγότερο χρειάζεται να ζεσταθεί το νερό, τόσο λιγότερη ηλεκτρική ενέργεια καταναλώνεται.
Καθαριότητα χωρίς… θυσίες;
Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι εάν το πλυντήριο καθαρίζει το ίδιο καλά στους 20°C, ειδικά όταν πρόκειται για δύσκολους λεκέδες. Η απάντηση έρχεται από την ίδια τη βιομηχανία των απορρυπαντικών: τα σύγχρονα προϊόντα –κυρίως τα υγρά– περιέχουν ένζυμα σχεδιασμένα να ενεργοποιούνται ακόμα και σε χαμηλές θερμοκρασίες, διατηρώντας υψηλή την αποδοτικότητα της πλύσης.
Για ρούχα με έντονη βρωμιά ή επίμονους λεκέδες, συνίσταται η παράλληλη χρήση ειδικών προϊόντων αφαίρεσης λεκέδων, που ενισχύουν τη δράση του απορρυπαντικού.
Προσοχή στη συντήρηση
Η συχνή χρήση του πλυντηρίου σε χαμηλές θερμοκρασίες, αν και οικονομική, μπορεί να δημιουργήσει υπολείμματα σαπουνιού και να ευνοήσει την ανάπτυξη μούχλας στο εσωτερικό του κάδου. Για τον λόγο αυτό, οι ειδικοί συστήνουν έναν καθαρισμό του πλυντηρίου μία φορά τον μήνα, με πρόγραμμα υψηλής θερμοκρασίας και χρήση κατάλληλων καθαριστικών.
Ένα απλό πάτημα ενός κουμπιού, λοιπόν, μπορεί να κάνει τη διαφορά. Λιγότερα έξοδα, καθαρά ρούχα και πιο βιώσιμη χρήση ενέργειας – όλα με έναν μικρό επαναπροσδιορισμό των καθημερινών μας συνηθειών.