Στην εποχή της ψηφιακής κυριαρχίας, όπου η οθόνη είναι πανταχού παρούσα και η τεχνολογία σχεδόν συνυφασμένη με την εφηβεία, όλο και περισσότεροι γονείς βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα δύσκολο δίλημμα: να αφήσουν το παιδί τους να χρησιμοποιεί κινητό ή να το απαγορεύσουν εντελώς; Κι όμως, όπως παρατηρεί η Jen Lumanlan, συγγραφέας και ερευνήτρια στην παιδική ψυχολογία και την εκπαιδευτική καθοδήγηση, και σχετικό της άρθρο στο Psychology Today, η απάντηση δεν βρίσκεται στο ίδιο το κινητό, αλλά σε αυτό που το παιδί αναζητά μέσα από αυτό. Η αυστηρή απαγόρευση, όσο δελεαστική κι αν ακούγεται, ενδέχεται όχι μόνο να αποτύχει αλλά και να απομακρύνει το παιδί από τον ενήλικα που χρειάζεται περισσότερο απ’ όλους: τον γονιό του.
Το ερώτημα, λοιπόν, ίσως δεν είναι αν θα έχει το παιδί κινητό, αλλά γιατί το χρειάζεται τόσο. Τι είναι αυτό που βρίσκει μέσα στην οθόνη και τι δεν βρίσκει στην πραγματική ζωή; Αντί να στοχοποιούμε τη συσκευή, ίσως ήρθε η στιγμή να κοιτάξουμε πίσω από το γυαλί. Εκεί όπου κρύβονται ανασφάλειες, άγχη, μοναξιά αλλά και η ευκαιρία για ουσιαστική επαφή.
Το κινητό ως σύμπτωμα, όχι ως αιτία
Σύμφωνα με την Lumanlan, η υπερβολική χρήση του κινητού είναι συχνά σύμπτωμα άλλων, βαθύτερων δυσκολιών: άγχους, αίσθησης απομόνωσης, κοινωνικού αποκλεισμού ή υπερβολικής πίεσης για επίδοση στο σχολείο. Όπως εξηγεί, το κινητό λειτουργεί πολλές φορές ως μηχανισμός αντιμετώπισης, σαν ένα προσωπικό καταφύγιο. Η απαγόρευση, λοιπόν, δεν αγγίζει τη ρίζα του προβλήματος. Αντιθέτως, μπορεί να ενισχύσει το αίσθημα αποσύνδεσης του παιδιού από την οικογένεια και να ενδυναμώσει την εξάρτησή του από συνομηλίκους ή εναλλακτικά μέσα.
Το παράδοξο του ελέγχου
Η Lumanlan περιγράφει μια χαρακτηριστική αντίδραση: όσο περισσότερο προσπαθούμε να επιβάλλουμε κάτι στα παιδιά, τόσο περισσότερο αντιστέκονται. Το παράδειγμα από την προσωπική της ζωή με την κόρη της και το ποδήλατο είναι ενδεικτικό: η πίεση έφερε απόρριψη. Όταν όμως η πίεση σταμάτησε, η επιλογή άρχισε να γίνεται αυθόρμητα από την ίδια την έφηβη. Η εσωτερική παρακίνηση γεννιέται όταν το παιδί αισθάνεται ότι έχει λόγο και ελευθερία επιλογής. Η απαγόρευση δεν ενισχύει τη συνειδητότητα, αλλά μόνο την αντίδραση.
Τα παιδιά δεν συμμορφώνονται, παρακάμπτουν
Σε αντίθεση με τη φαινομενική ευκολία που προσφέρουν οι αυστηροί κανόνες (όπως «καθόλου social media πριν τα 16» ή «πρώτο κινητό με το δίπλωμα οδήγησης»), η πραγματικότητα δείχνει πως τα παιδιά δεν παύουν να χρησιμοποιούν την τεχνολογία. Αντιθέτως, γίνονται πιο εφευρετικά: κρυφοί λογαριασμοί, εφαρμογές καμουφλαρισμένες, χρήση συσκευών φίλων.
Η απώλεια της εμπιστοσύνης στη σχέση γονιού και παιδιού είναι, ωστόσο, η πιο σοβαρή συνέπεια. Όπως αναφέρει η Lumanlan, «ο πραγματικός κίνδυνος δεν είναι ότι θα μειώσουν ελαφρώς τον χρόνο μπροστά στην οθόνη, αλλά ότι θα χάσουν την ικανότητα να απευθύνονται σε εμάς όταν αντιμετωπίζουν κάτι δύσκολο online».
6 στρατηγικές που βοηθούν περισσότερο από την απαγόρευση
Αντί να στοχεύουμε στην απαγόρευση της οθόνης, μπορούμε να αναζητήσουμε τρόπους να κατανοήσουμε τη σχέση του παιδιού μας με την τεχνολογία και να καλλιεργήσουμε ουσιαστικές σχέσεις και ικανότητες. Δείτε έξι εναλλακτικές προσεγγίσεις:
1. Δείτε πίσω από την οθόνη
Αναρωτηθείτε γιατί το παιδί περνά τόσο χρόνο στο κινητό. Μήπως αποφεύγει ένα δύσκολο μάθημα; Μήπως η οθόνη είναι ο μόνος τρόπος να νιώθει κοινωνικά «μέσα»; Αν το κινητό είναι καταφύγιο, τότε πρέπει να κοιτάξουμε τι το ωθεί να κρυφτεί.
2. Καλλιεργήστε σύνδεση, όχι συμμόρφωση
Η ουσιαστική προστασία έρχεται από τη σχέση, όχι από τον έλεγχο. Αντί για γενικές ερωτήσεις («Πώς ήταν το σχολείο;»), δοκιμάστε κάτι πιο ουσιαστικό: «Τι σε έκανε να γελάσεις σήμερα;». Όταν σας δείχνει κάτι από το κινητό, αντί για επικριτικά σχόλια, ζητήστε να μάθετε περισσότερες λεπτομέρειες.
3. Διαμορφώστε τα όρια μαζί
Αντί να επιβάλλετε απαγορεύσεις, ξεκινήστε διάλογο, ίσως ρωτώντας: «Πώς νιώθεις όταν είσαι πολλές ώρες στο Instagram;». Συζητήστε τα συναισθήματα και χτίστε μαζί μια συμφωνία για σωστή χρήση. Οι συμφωνίες που δημιουργούνται από κοινού έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να τηρηθούν.
4. Εντοπίστε άλλες πηγές άγχους
Πίσω από την οθόνη μπορεί να υπάρχει πίεση για βαθμούς, άγχος επίδοσης ή κοινωνική απομόνωση. Μην υποθέτετε ότι όλα πάνε καλά επειδή το παιδί δεν έχει παραπονεθεί. Αναζητήστε τα μη λεκτικά σημάδια και ρωτήστε τι στήριξη θα ήθελε από εσάς.
5. Δημιουργήστε ευκαιρίες επαφής χωρίς αυστηρούς κανόνες
Αντί να απαγορεύετε το κινητό στο τραπέζι, καλέστε το παιδί να μαγειρέψετε μαζί ή να μοιραστείτε μια κοινή δραστηριότητα. Οι στιγμές σύνδεσης δεν πρέπει να μοιάζουν με αγγαρεία ή υποχρέωση.
6. Σεβαστείτε την ιδιαιτερότητα κάθε παιδιού
Κάποια παιδιά αγχώνονται από το διαδίκτυο, άλλα βρίσκουν εκεί στήριξη και αποδοχή. Δεν υπάρχει μία ενιαία στρατηγική, αλλά χρειάζεται εξατομίκευση και κατανόηση της προσωπικότητας του κάθε εφήβου.
Συμπέρασμα: Εμπιστοσύνη αντί για έλεγχο
Το κινητό είναι, για πολλούς εφήβους, ένα παράθυρο στον κόσμο, ένα εργαλείο σύνδεσης, αλλά και απομόνωσης. Αν το αφαιρέσουμε χωρίς να καταλάβουμε τι εξυπηρετεί, απλώς σβήνουμε τη φωτιά χωρίς να αγγίξουμε τη σπίθα που τη δημιούργησε. Η πρόκληση δεν είναι να περιορίσουμε την τεχνολογία. Είναι να γίνουμε εκείνοι οι ενήλικες στους οποίους τα παιδιά θα στραφούν, ακόμα και όταν το online περιβάλλον τούς πληγώσει.