Καρκίνος Παχέος Εντέρου: Μια βιταμίνη μπορεί να προλάβει τον κίνδυνο

Δραματική αύξηση περιστατικών παρουσιάζει, το τελευταίο διάστημα, ο καρκίνος του παχέος εντέρου, ιδίως μεταξύ των νεότερων ανθρώπων, έχοντας βάλει τους ειδικούς σε ένα ατελείωτο «κυνήγι» αναζήτησης όλων των επιστημονικών εργαλείων που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην αναχαίτιση αυτού του αρνητικού ρυθμού και να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα υπάρχοντα περιστατικά.

Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, οι ερευνητές έχουν διαπιστώσει ότι η βιταμίνη D πιθανώς μπορεί να διαδραματίσει έναν πολύτιμο ρόλο. Πολυάριθμες μελέτες έχουν συσχετίσει σταθερά τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου. Χαρακτηριστικά είναι τα ευρήματα μιας μεγάλης μελέτης με περισσότερους από 12.000 συμμετέχοντες, η οποία αποκάλυψε ότι τα άτομα με χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα αντιμετώπιζαν 31% μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου. Ομοίως, η υψηλή διαιτητική πρόσληψη βιταμίνης D έχει συσχετιστεί με 25% μειωμένο κίνδυνο.

Πιο εντυπωσιακά, όμως, είναι ίσως τα ευρήματα από τη μακροχρόνια μελέτη Nurses’ Health Study, η οποία έδειξε ότι οι γυναίκες με την υψηλότερη πρόσληψη βιταμίνης D αντιμετώπιζαν 58% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου.

Πρόσφατα, μια ολοκληρωμένη ανασκόπηση επιβεβαίωσε εκ νέου τις δυνατότητες της βιταμίνης D τόσο στην πρόληψη, όσο και στη θεραπεία του εντερικού καρκίνου. Ωστόσο, υπογράμμισε επίσης ένα κρίσιμο σημείο: Ενώ πολλές μελέτες δείχνουν οφέλη, τα στοιχεία είναι διαφοροποιημένα και, ενίοτε, αντιφατικά.

Πώς λειτουργεί η βιταμίνη D στο σώμα

Η βιταμίνη D συντίθεται στο δέρμα ως απόκριση στην ηλιακή ακτινοβολία και δρα σε όλο το σώμα μέσω υποδοχέων (VDRs), οι οποίοι υπάρχουν σε αφθονία, ακόμη και στον ιστό του παχέος εντέρου. Όταν ενεργοποιούνται, αυτοί οι υποδοχείς επηρεάζουν γονίδια που ρυθμίζουν τη φλεγμονή, την ανοσολογική λειτουργία και την κυτταρική ανάπτυξη, δηλαδή διαδικασίες – κλειδιά για την ανάπτυξη και την εξέλιξη του καρκίνου.

Εργαστηριακές μελέτες έχουν δείξει ότι η ενεργός μορφή της βιταμίνης D (καλσιτριόλη) μπορεί να καταστείλει τη φλεγμονή, να ενισχύσει την ικανότητα του ανοσοποιητικού συστήματος να ανιχνεύει μη φυσιολογικά κύτταρα, εμποδίζοντας τον σχηματισμό νέων αιμοφόρων αγγείων που τροφοδοτούν τους όγκους και ρυθμίζοντας την κυτταρική διαίρεση.

Τα ευρήματα αυτά εξηγούν, λοιπόν, τους μηχανισμούς με τους οποίους η βιταμίνη D θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση του κινδύνου καρκίνου ή στην επιβράδυνση της εξέλιξης. Με μια πρώτη ματιά, αυτό δημιουργεί μια ελπιδοφόρα αφήγηση: Θα μπορούσε κάτι τόσο απλό όσο η επαρκής βιταμίνη D να μειώσει τον κίνδυνο καρκίνου;

Η πολυπλοκότητα των κλινικών στοιχείων

Ενώ οι μελέτες παρατήρησης είναι ενθαρρυντικές, οι τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές (RCT) έχουν δώσει μικτά αποτελέσματα. Για παράδειγμα, η μελέτη-ορόσημο VITAL, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 25.000 συμμετέχοντες, διαπίστωσε ότι η συμπληρωματική χορήγηση 2.000 IU βιταμίνης D ημερησίως δεν μείωσε σημαντικά τη συνολική επίπτωση του καρκίνου του παχέος εντέρου για αρκετά χρόνια. Παρομοίως, η μελέτη Vitamin D/Calcium Polyp Prevention Trial δεν είδε καμία μείωση στην επανεμφάνιση αδενωμάτων (προκαρκινικές αναπτύξεις) με τη χορήγηση συμπληρώματος. Ωστόσο, δεν είναι όλα τα ευρήματα αρνητικά. Μια μετα-ανάλυση έδειξε 30% βελτίωση στα ποσοστά επιβίωσης του καρκίνου του παχέος εντέρου μεταξύ εκείνων που έλαβαν συμπληρώματα βιταμίνης D, γεγονός που υποδηλώνει πιθανά οφέλη σε μετέπειτα στάδιο της νόσου.

Μια ισορροπημένη προοπτική

Αυτές οι ανακολουθίες μας υπενθυμίζουν ότι καμία μελέτη δεν έχει όλες τις απαντήσεις. Το βιολογικό σκεπτικό που υποστηρίζει το ρόλο της βιταμίνης D στην πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι ισχυρό. Ωστόσο, τα κλινικά στοιχεία δεν δικαιολογούν επί του παρόντος τη σύσταση της συμπληρωματικής χορήγησης βιταμίνης D ως αυτόνομης προληπτικής ή θεραπευτικής στρατηγικής για τον εντερικό καρκίνο.

Παρ’ όλα αυτά, η διατήρηση επαρκών επιπέδων βιταμίνης D (30 ng/mL) είναι ένα ασφαλές, οικονομικό και ευεργετικό μέτρο για την υγεία. Σε συνδυασμό με καθιερωμένες στρατηγικές, όπως οι τακτικές εξετάσεις για τον καρκίνο, η θρεπτική διατροφή, η σωματική δραστηριότητα και η εξατομικευμένη ιατρική φροντίδα, η βιταμίνη D θα μπορούσε να αποτελέσει ένα κομμάτι του σχεδίου πρόληψης. Σίγουρα, δεν αποτελεί κάποια θαυματουργή θεραπεία, αλλά ένα σημαντικό μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής για την υγεία. Καθώς η έρευνα συνεχίζεται, η εξασφάλιση επαρκούς πρόσληψης βιταμίνης D -μέσω της έκθεσης στον ήλιο, της διατροφής ή των συμπληρωμάτων- παραμένει μια σοφή επιλογή για τη συνολική ευεξία.

Πηγή: ygeiamou.gr