Ηπανδημία της COVID-19 πέρασε και πάει, σωστά; Λάθος (τουλάχιστον κατά το ήμισυ).
Διότι μπορεί να πέρασε (αν και κρούσματα και θάνατοι συνεχίζουν να καταγράφονται ανά τον κόσμο), ωστόσο, όπως αποδεικνύουν ολοένα και περισσότερα στοιχεία, εκατομμύρια άνθρωποι δεν μπορούν να πουν ότι… πάει αφού έχει αφήσει έντονα (πιθανώς και ανεξίτηλα) ίχνη στον οργανισμό τους, και δη στον εγκέφαλό τους – και δεν μιλάμε μόνο για τους ασθενείς με μακρά COVID-19, που εκτιμάται ότι μπορεί να αγγίζουν ως και τα 400 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως.
Μια νέα μελέτη ερευνητών του Πανεπιστημίου του Νότιγχαμ, με ισχυρή ελληνική υπογραφή, η οποία δημοσιεύθηκε προσφάτως στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό «Nature Communications», δείχνει ότι η κορωνο-πανδημία επιτάχυνε τη γήρανση του εγκεφάλου του παγκόσμιου πληθυσμού – μάλιστα αυτό φάνηκε να αφορά όχι μόνο τα άτομα που μολύνθηκαν με τον πανδημικό κορωνοϊό SARS-CoV-2 αλλά και όσους δεν δέχθηκαν ποτέ την… επίσκεψή του.
Η «εκπαίδευση» και η ανάλυση
Πώς απεδείχθη αυτή η επιτάχυνση της γήρανσης του εγκεφάλου; Μέσω ανάλυσης μαγνητικών τομογραφιών – με τη χείρα βοηθείας της μηχανικής μάθησης – 1.000 ενηλίκων της βρετανικής βιοτράπεζας (UK Biobank – μια τεράστια επιδημιολογική τράπεζα βιοδεδομένων που επιτρέπει πλείστες βιολογικές και ιατρικές μελέτες).
Οπως εξήγησε στο Βήμα-Science ο κύριος συγγραφέας της μελέτης, καθηγητής Υπολογιστικής Νευροαπεικόνισης του Πανεπιστημίου του Νότιγχαμ Σταμάτιος Σωτηρόπουλος, «φανταστείτε ότι σας ζητούν να εκτιμήσετε την ηλικία κάποιου.
Πιθανότατα θα επικεντρωθείτε σε ορισμένα χαρακτηριστικά του – π.χ. χαρακτηριστικά του προσώπου ή του δέρματος, χρώμα μαλλιών, φυσική κατάσταση – και τελικά θα κάνετε μια εκτίμηση με βάση τις προηγούμενες εμπειρίες σας από άτομα που έχετε δει. Εμείς ακολουθήσαμε μια παρόμοια λογική αναλύοντας μαγνητικές τομογραφίες του εγκεφάλου, αλλά χρησιμοποιήσαμε υπολογιστικά μοντέλα και πολλά δεδομένα για να επιτύχουμε μεγαλύτερη ακρίβεια.
Συγκεκριμένα, εκπαιδεύσαμε ένα μοντέλο μηχανικής μάθησης ώστε να αναγνωρίζει και να προβλέπει την ηλικία του εγκεφάλου αναλύοντας μαγνητικές τομογραφίες του. Χρησιμοποιήσαμε απεικονίσεις περίπου 15.000 υγιών ατόμων της UK Biobank για την εκπαίδευση του μοντέλου και καταφέραμε να προσδιορίσουμε αν ο εγκέφαλος ενός ατόμου ήταν νεότερος από την ηλικία του, γηραιότερος ή αν αντιστοιχούσε στη χρονολογική ηλικία του».
Στη συνέχεια, όπως περιέγραψε ο έλληνας καθηγητής, η ερευνητική ομάδα εφήρμοσε αυτή την προσέγγιση προκειμένου να μελετήσει την επίδραση της γήρανσης του εγκεφάλου εξαιτίας της πανδημίας της COVID-19 στα 1.000 άτομα της UK Biobank.
«Κάποιοι από τους εθελοντές είχαν υποβληθεί σε δύο μαγνητικές τομογραφίες εγκεφάλου πριν από την πανδημία, ενώ κάποιοι άλλοι είχαν υποβληθεί σε μια προ-πανδημική και μια μετα-πανδημική τομογραφία. Κοινώς οι δύο ομάδες εθελοντών είχαν την ίδια αφετηρία αλλά τις χώριζε μια καθοριστική εμπειρία μεταξύ των δύο μαγνητικών τους, η οποία δεν ήταν άλλη από την πανδημική συνθήκη».
Γηρασμένοι μετα-πανδημικοί εγκέφαλοι
Τι έδειξε αυτή η συγκριτική ανάλυση; Μετα-πανδημικούς εγκεφάλους που είχαν… γεράσει πριν την ώρα τους. «Είδαμε ότι στην ομάδα εθελοντών που εξετάστηκαν μετά την πανδημία παρατηρείτο γήρανση του εγκεφάλου μεγαλύτερη από το αναμενόμενο σε σύγκριση με την ομάδα που είχε εξεταστεί δύο φορές πριν από την πανδημία – η γήρανση φάνηκε να επιταχύνθηκε κατά 5,5 μήνες κατά μέσο όρο.
Μας εξέπληξε μάλιστα το γεγονός ότι η γήρανση του εγκεφάλου αφορούσε όλους τους εθελοντές, είτε είχαν μολυνθεί με τον πανδημικό κορωνοϊό είτε όχι – να σημειώσουμε σε αυτό το σημείο ότι η συντριπτική πλειονότητα των συμμετεχόντων εθελοντών της UK Biobank που μολύνθηκαν με τον SARS-CoV-2 είχαν περάσει ήπια COVID-19, δεν επρόκειτο για άτομα που είχαν νοσηλευθεί εξαιτίας βαριάς νόσησης».
Πώς μπορεί να εξηγηθεί αυτή η συνολική επιτάχυνση της εγκεφαλικής γήρανσης; ρωτήσαμε τον δρα Σωτηρόπουλο. «Η σωρευτική επίδραση όλων των στρεσογόνων παραγόντων που συνδέονταν με την πανδημία, όπως το έντονο άγχος, η κοινωνική απομόνωση, ο περιορισμός των αλληλεπιδράσεων με άλλα άτομα, η μείωση της φυσικής δραστηριότητας και της ευζωίας, φάνηκε ότι άφησε έντονα σημάδια στον εγκέφαλο ακόμη και των ατόμων που δεν μολύνθηκαν ποτέ».
Ακόμη πιο έντονα «εγκεφαλικά ίχνη» παρατηρήθηκαν σε ορισμένες υπο-ομάδες των εθελοντών. Αυτές ήταν οι ηλικιωμένοι, οι άνδρες και τα άτομα χαμηλότερου κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου. «Τα άτομα με περιορισμένη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, με χαμηλότερο εισόδημα και μορφωτικό επίπεδο, βίωσαν την πανδημία υπό πιο αντίξοες συνθήκες και είχαν μικρότερη ψυχική ανθεκτικότητα ώστε να αντεπεξέλθουν στις επιβαρυντικές επιδράσεις της. Σε ό,τι αφορούσε τους άνδρες, το εύρημά μας συνάδει με εκείνα προηγούμενων μελετών που έχουν δείξει ότι το φύλο παίζει ρόλο στη γήρανση, με τους άνδρες να είναι πιο ευάλωτοι» σημείωσε ο έλληνας επικεφαλής της μελέτης.
Υπάρχει αναστροφή;
Το μεγάλο ερώτημα είναι βέβαια αν οι αλλαγές που παρατηρήθηκαν στον εγκέφαλο εξαιτίας της πανδημίας είναι αναστρέψιμες. Και δεν μπορούσαμε να μη θέσουμε το καίριο αυτό ερώτημα στον δρα Σωτηρόπουλο.
«Με τα υπάρχοντα δεδομένα δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν οι αλλαγές είναι δυνατόν να αναστραφούν ή εάν υπάρχει επίσης περίπτωση να εμφανιστούν μακροπρόθεσμα συμπτώματα στα άτομα που αυτή τη στιγμή παρουσιάζουν αλλαγές στον εγκέφαλό τους, οι οποίες είναι όμως ασυμπτωματικές.
Είναι βέβαια πιθανό το σενάριο να υπάρξει αναστροφή, αλλά για να το προσδιορίσουμε θα χρειαστεί να διεξαγάγουμε μια νέα μαγνητική τομογραφία μετά από χρόνια στην ίδια ομάδα εθελοντών. Η UK Biobank βρίσκεται σε διαδικασία διεξαγωγής τέτοιων επαναληπτικών εξετάσεων του εγκεφάλου, οπότε στο μέλλον θα έχουμε την πολυπόθητη απάντηση».
Σε κάθε περίπτωση πάντως, κατά τον καθηγητή «η νέα μελέτη μάς υπενθυμίζει ότι η υγεία του εγκεφάλου μας δεν διαμορφώνεται μόνο από τα παθογόνα και τις λοιμώξεις αλλά και από το περιβάλλον στο οποίο εκτιθέμεθα καθημερινά». Μια υπενθύμιση που ισχύει με πανδημία ή χωρίς και πρέπει να τη λάβουμε όλοι σοβαρά υπόψη…
Η διαφορά για τους νοσήσαντες
Μια ειδοποιός διαφορά κατεγράφη μεταξύ νοσησάντων με COVID-19 και μη, σύμφωνα με τη μελέτη. Μόνο στα άτομα που «συναντήθηκαν» με τον SARS-CoV-2 η παρατηρούμενη γήρανση του εγκεφάλου μεταφράστηκε σε απτά συμπτώματα σε ό,τι αφορούσε τη λειτουργικότητά τους.
«Τα άτομα που είχαν νοσήσει ήπια παρουσίασαν μείωση σε ορισμένες γνωστικές ικανότητες, όπως η ταχύτητα επεξεργασίας πληροφοριών και η γνωστική ευελιξία, η ικανότητα δηλαδή προσαρμογής σε νέες συνθήκες οι οποίες απαιτούν τροποποίηση της συμπεριφοράς» σημείωσε ο δρ Σωτηρόπουλος. Το εύρημα αυτό μαρτυρεί, κατά τον καθηγητή, ότι η γήρανση του εγκεφάλου που επέφερε η πανδημία πιθανώς προκάλεσε συμπτώματα μόνο όταν συνδυάστηκε με νόσηση.
«Ο ρυθμός γήρανσης του εγκεφάλου, ο οποίος προέκυψε μέσα από εμφανείς αλλαγές στη μικροδομή και στη μορφολογία του, ήταν ίδιος μεταξύ των δύο ομάδων εθελοντών. Ωστόσο η εμπειρία και μόνο της πανδημίας δεν φάνηκε να συνδέεται με συμπτώματα – τουλάχιστον μέχρι στιγμής.
Τα άτομα που είχαν νοσήσει ήταν τα μόνα που παρουσίασαν γνωστικά προβλήματα, πιθανότατα καθώς η λοίμωξη με τον SARS-CoV-2, όπως και άλλες λοιμώξεις, συνοδεύεται από φλεγμονώδεις και αγγειακές αλλαγές».
Πηγή: tovima.gr