Τεστ για ναρκωτικά στους οδηγούς: Πώς θα γίνονται; Ποιες ποινές προβλέπονται;
Στο τεχνικό πρωτόκολλο που έχει εγκριθεί διεθνώς περιλαμβάνονται η ηρωίνη, η κοκαΐνη, η μεθαμφεταμίνη, η κάνναβη (THC) και οι αμφεταμίνες τύπου ATS.

Οι έλεγχοι για οδήγηση υπό την επήρεια ναρκωτικών μπαίνουν πλέον οριστικά στον πυρήνα της οδικής ασφάλειας. Η εφαρμογή του νέου Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας που τέθηκε σε ισχύ τον περασμένο Σεπτέμβριο, ανοίγει για πρώτη φορά τον δρόμο για συστηματικούς ελέγχους ναρκωτικών ουσιών στους οδηγούς.

Πρόκειται για μια σημαντική παράμετρο, η οποία αναδιαμορφώνει το πλαίσιο αντιμετώπισης της επικίνδυνης οδήγησης και προσαρμόζει τη χώρα στα ευρωπαϊκά δεδομένα. Το επίκεντρο βρίσκεται στο άρθρο 46 του νέου Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας. Η διάταξη αυτή ρυθμίζει συνολικά την οδήγηση υπό την επίδραση οινοπνεύματος και ναρκωτικών ουσιών.

Ό,τι ίσχυε για το αλκοόλ αποκτά πλέον και αντίστοιχη διαδικασία για τις τοξικές ουσίες, δίνοντας στην Τροχαία τη δυνατότητα να ελέγχει, να διαπιστώνει, να καταγράφει και να επιβάλλει κυρώσεις. Η διαδικασία θα εφαρμόζεται και σε περιπτώσεις, κατά τις οποίες, όταν μετά τον έλεγχο αλκοόλ, ο οδηγός δεν εμφανίζει μέθη αλλά παρουσιάζει ενδείξεις συμπεριφοράς που εγείρουν υποψίες χρήσης ουσιών.

Ο αστυνομικός θα ζητά από τον οδηγό να τοποθετήσει για λίγα δευτερόλεπτα μια ειδική μπατονέτα στο στόμα. Το δείγμα εισάγεται στη συσκευή και, σε πολύ σύντομο χρόνο, ο καταλύτης της συσκευής θα ενεργοποιείται σε περίπτωση παρουσίας κάποιας από τις ουσίες.

Οι έλεγχοι για τοξικές ουσίες στην οδήγηση αφορούν ουσίες που επηρεάζουν άμεσα την ικανότητα οδήγησης και προβλέπουν ποινές από φυλάκιση και χρηματικές κυρώσεις έως αφαίρεση άδειας. Το επόμενο διάστημα αναμένεται να εκδοθεί η Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ), μέσω της οποίας θα οριστικοποιηθούν οι τεχνικές διαδικασίες, και οι συσκευές ελέγχου που θα χρησιμοποιεί η τροχαία.

Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, οι συσκευές ελέγχου που θα χρησιμοποιηθούν, είναι αντίστοιχες με αυτές που χρησιμοποιούνται στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ισπανία και την Αγγλία και οι οποίες ανιχνεύουν συγκεκριμένες ναρκωτικές ουσίες.

Ποιες ουσίες θα ανιχνεύονται

Στο τεχνικό πρωτόκολλο που έχει εγκριθεί διεθνώς περιλαμβάνονται η ηρωίνη, η κοκαΐνη, η μεθαμφεταμίνη, η κάνναβη (THC) και οι αμφεταμίνες τύπου ATS. Πρόκειται για ουσίες που, σύμφωνα με πλήθος ερευνών, επηρεάζουν άμεσα κρίσιμες λειτουργίες της οδήγησης: την αντίληψη, τον χρόνο αντίδρασης, τον έλεγχο ταχύτητας, τη συγκέντρωση, τη σταθερότητα του οχήματος και βέβαια την κρίση. Δεν είναι τυχαίο ότι σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ο έλεγχος για αυτές τις ουσίες θεωρείται πλέον τόσο αυτονόητος όσο και το αλκοτέστ.

Στην Ελλάδα, μέχρι σήμερα, ο έλεγχος για ναρκωτικές ουσίες γινόταν αποκλειστικά μετά από θανατηφόρα τροχαία και μόνο μέσα στο νοσοκομείο, με αιμοληψία και εξέταση ούρων. Το νέο σύστημα φέρνει για πρώτη φορά τη δυνατότητα άμεσου ελέγχου στο δρόμο, με γρήγορη ανίχνευση από δείγμα σάλιου. Το μοντέλο είναι ήδη δοκιμασμένο σε αρκετές χώρες.

Ο αστυνομικός θα ζητά από τον οδηγό να τοποθετήσει για λίγα δευτερόλεπτα μια ειδική μπατονέτα στο στόμα. Το δείγμα εισάγεται στη συσκευή και, σε πολύ σύντομο χρόνο, ο καταλύτης της συσκευής θα ενεργοποιείται σε περίπτωση παρουσίας κάποιας από τις ουσίες. Αν η ένδειξη είναι θετική, ο οδηγός θα οδηγείται στο νοσοκομείο για επιβεβαίωση μέσω αιμοληψίας, διαδικασία που αποτελεί και τη νομικά ισχυρή απόδειξη.

Πότε θα θα αρχίσουν τα drugwipe tests στους ελληνικούς δρόμους

Το πώς θα εφαρμοστεί ακριβώς το σύστημα στην Ελλάδα όπως μας αναφέρουν πηγές από την Τροχαία, στη LIFO, θα καταγράφεται στην Κοινή Υπουργική Απόφαση που θα εκδοθεί: « Σήμερα, έλεγχος ναρκωτικών ουσιών γίνεται σε θανατηφόρα τροχαία, όπου λαμβάνεται αίμα και ούρα στα νοσοκομεία από όλους τους εμπλεκόμενους. Η τεχνολογία που έχει επικρατήσει διεθνώς είναι ο έλεγχος με δείγμα σάλιου. Πρόκειται για συσκευές που χρησιμοποιούν ειδικούς καταλύτες. ·Ο Αστυνομικός λαμβάνει δείγμα σάλιου από τον οδηγό, το τοποθετεί στη συσκευή και, αν υπάρχει κάποια ουσία, ενεργοποιείται ο καταλύτης και εμφανίζεται ένδειξη. Αν το αποτέλεσμα είναι θετικό, ο οδηγός οδηγείται στο νοσοκομείο για επιβεβαιωτικές εξετάσεις.

Σε προγενέστερο στάδιο είχαν τεθεί ζητήματα συμμόρφωσης με το πλαίσιο προστασίας προσωπικών δεδομένων, καθώς ο συγκεκριμένος έλεγχος ταξινομήθηκε ως ιατρική πράξη. Το ζήτημα αυτό έχει πλέον διευθετηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με την έκδοση κατευθυντήριων γραμμών που ρυθμίζουν τη συλλογή και επεξεργασία βιολογικών δειγμάτων. Οι περισσότερες χώρες εφαρμόζουν τη μέθοδο πάνω από μια πενταετία. Τώρα αναμένουμε μια Κοινή Υπουργική Απόφαση από τα υπουργεία Μεταφορών, Προστασίας του Πολίτη, Υγείας και πιθανώς Δικαιοσύνης, όπου θα ορίζονται τα δείγματα, οι ουσίες, τα πρωτόκολλα και ο τύπος του εξοπλισμού, αντίστοιχα με όσα προβλέπει το αλκοτέστ», αναφέρουν.

Αυξημένη χρήση ουσιών στους δρόμους

Ο καθηγητής Συγκοινωνιολογίας του ΕΜΠ και διευθυντής του Εργαστηρίου Κυκλοφοριακής Τεχνικής, Γιώργος Γιαννής εξηγεί πόσο επιτακτική ήταν η θεσμική αυτή παρέμβαση: «Η οδήγηση υπό την επήρεια ναρκωτικών είναι εξίσου ή και περισσότερο επικίνδυνη από την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, σύμφωνα με όλες τις σχετικές έρευνες και μελέτες. Για τον λόγο αυτό στον νέο ΚΟΚ, έχει καταταχθεί στις πολύ σοβαρές παραβάσεις. Πολύ σωστά η Τροχαία και το Υπουργείο Μεταφορών ετοιμάζονται να καθορίσουν τον κατάλληλο τρόπο ελέγχου, με βάση τη διεθνή πρακτική και ελπίζουμε σύντομα, η τόσο σοβαρή παράβαση αυτή να αστυνομεύεται σωστά και στη χώρα μας», λέει.

Οι διεθνείς έρευνες επιβεβαιώνουν την εικόνα που περιγράφει ο καθηγητής. Μεγάλης κλίμακας μελέτες στην Ισπανία κατέγραψαν ότι σε οδικούς ελέγχους θετικής ανίχνευσης η κάνναβη και η κοκαΐνη είναι οι ουσίες που εμφανίζονται συχνότερα. Ενώ η μεθαμφεταμίνη που είναι ένα ισχυρό διεγερτικό, εντοπίζεται σε μικρότερο αλλά σταθερό ποσοστό. Μάλιστα, στον χώρο των επαγγελματιών οδηγών, η διεθνής βιβλιογραφία καταγράφει αυξημένη χρήση διεγερτικών ουσιών κατά τη διάρκεια πολύωρων διαδρομών, γεγονός που έχει συνδεθεί με ξαφνικά επεισόδια κόπωσης, αποδιοργάνωσης της προσοχής και απώλειας ελέγχου.

Ποιες είναι οι κυρώσεις

Στο θεσμικό πεδίο, το νέο πλαίσιο αντιμετώπισης της επικίνδυνης οδήγησης αποκτά σαφέστερη δομή, ιδιαίτερα ως προς τις διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται σε περιπτώσεις χρήσης αλκοόλ ή τοξικών ουσιών. Το άρθρο 46 του ΚΟΚ περιγράφει με λεπτομέρεια την κλιμάκωση των παραβάσεων, ώστε ο έλεγχος να μην βασίζεται πλέον σε εκτιμήσεις επί του πεδίου, αλλά σε τυποποιημένα όρια που λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο σε όλη τη χώρα.

Για την περίπτωση του αλκοόλ, τα όρια είναι πλέον απόλυτα καθορισμένα. Από τη στιγμή που η συγκέντρωση στον οργανισμό υπερβεί τα 0,50 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος, ο οδηγός μπαίνει σε καθεστώς κυρώσεων. Στο πρώτο αυτό επίπεδο, μέχρι τα 0,80 g/l, η παράβαση εντάσσεται στην κατηγορία Ε3-Β και η άδεια οδήγησης αφαιρείται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η ποινή γίνεται πιο αυστηρή στο αμέσως επόμενο όριο· από 0,80 έως 1,10 g/l επιβάλλεται χρηματικό πρόστιμο 700 ευρώ, συνοδευόμενο από τρίμηνη αφαίρεση άδειας. Για συγκεντρώσεις άνω του 1,10 g/l οι κυρώσεις αυστηροποιούνται ακόμη πιο πολύ. Το πρόστιμο ανεβαίνει στα 1.200 ευρώ, η άδεια αφαιρείται για έξι μήνες και ενεργοποιείται παράλληλα η ποινική διαδικασία.

Η εικόνα διαφοροποιείται όταν δεν μιλάμε για αλκοόλ αλλά για ναρκωτικές ουσίες. Εδώ ο νομοθέτης υιοθετεί πιο αυστηρή γραμμή, αντιμετωπίζοντας εξαρχής την παράβαση ως ποινικό αδίκημα. Δεν υπάρχει κλιμάκωση με βάση την ποσότητα της ουσίας. Η διαπίστωση μέσω του τεστ ανίχνευσης ναρκωτικών ουσιών, ότι ο οδηγός βρίσκεται υπό την επίδραση ναρκωτικών ή φαρμάκων που επηρεάζουν την ικανότητα οδήγησης αρκεί για να τεθεί σε ισχύ η ποινή. Ο οδηγός τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο μηνών, χρηματικό πρόστιμο που ξεκινά από τα 200 ευρώ, καθώς και αφαίρεση άδειας οδήγησης για διάστημα από τρεις έως έξι μήνες. Η αφαίρεση της άδειας δεν αποτελεί πλέον ένα απλό διοικητικό μέτρο του ΚΟΚ αλλά επιβάλλεται υποχρεωτικά από το δικαστήριο, ώστε η συνέπεια να έχει και θεσμικό βάρος.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ένα σημείο που αναδεικνύεται όλο και συχνότερα στους ελέγχους: η άρνηση του οδηγού να υποβληθεί σε εξέταση. Το άρθρο 46 αντιμετωπίζει την άρνηση όχι ως υπεκφυγή αλλά ως τεκμήριο στην πράξη, ως έμμεση παραδοχή. Στην περίπτωση του αλκοόλ, η άρνηση μέτρησης ισοδυναμεί με τεκμαιρόμενη συγκέντρωση πάνω από 1,10 g/l· δηλαδή άμεσα αποδίδεται στον οδηγό η πιο βαριά κατηγορία παράβασης. Αντίστοιχα, στην περίπτωση των ναρκωτικών ουσιών, η άρνηση θεωρείται ότι υποκαθιστά τη θετική ένδειξη και ο οδηγός αντιμετωπίζεται σαν να βρίσκεται υπό την επίδραση ουσιών που επηρεάζουν την ικανότητα οδήγησης.

Σε ποινικό επίπεδο η εμπλοκή σε τροχαίο ατύχημα, ρυθμίζεται από το άρθρο 290Α του Ποινικού Κώδικα, το οποίο αφορά στην «επικίνδυνη οδήγηση». Αν ο οδηγός βρίσκεται υπό την επίδραση ουσιών αλλά δεν έχει προκληθεί ατύχημα, η πράξη εξακολουθεί να θεωρείται πλημμέλημα και η ποινή μπορεί να φτάσει έως τα τρία έτη φυλάκισης ή να μετατραπεί σε χρηματική. Εάν όμως υπάρξει σωματική βλάβη —ακόμη και ελαφρά— η ποινή ανεβαίνει έως τα πέντε έτη. Σε περίπτωση βαριάς σωματικής βλάβης, το αδίκημα μετατρέπεται σε κακούργημα, με κάθειρξη έως δέκα ετών. Το πλαίσιο αυστηροποιείται όταν υπάρχει θανατηφόρο αποτέλεσμα: η ποινή ορίζεται από δέκα έως είκοσι έτη κάθειρξης, ενώ στις πιο σοβαρές περιπτώσεις, όπως όταν υπάρχουν πολλαπλά θύματα, το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να επιβάλει ισόβια κάθειρξη.

Οι καθυστερήσεις στην απονομή Δικαιοσύνης

Παρά τις θεσμικές παρεμβάσεις και τη σταδιακή εισαγωγή σύγχρονων εργαλείων ελέγχου, τα στοιχεία των οργανώσεων για τα θύματα τροχαίων υπενθυμίζουν ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται ανάμεσα στις πιο προβληματικές χώρες της Ευρώπης σε θανάτους και βαρείς τραυματισμούς στην άσφαλτο. Ο απολογισμός των 665 νεκρών το 2024, με αυξητική τάση σε σχέση με το προηγούμενο έτος, δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού. Την ίδια ώρα, o Πανελλήνιος Σύλλογος SOS Τροχαία Εγκλήματα μιλά για «καθυστερήσεις-ντροπή» στη Δικαιοσύνη, με υποθέσεις θανατηφόρων δυστυχημάτων να εκδικάζονται μετά από δέκα και πλέον χρόνια, ποινές που συχνά εξαγοράζονται και άδειες οδήγησης που επιστρέφονται ακόμη και σε σοβαρές περιπτώσεις. Πρόκειται για μια πραγματικότητα που υπονομεύει τη βαρύτητα των νέων ελέγχων και διαβρώνει το μήνυμα πρόληψης που επιχειρεί να στείλει ο νέος ΚΟΚ.

Σε αυτό το περιβάλλον, η ενεργοποίηση των ελέγχων για τοξικές ουσίες στους οδηγούς αποκτά νόημα μόνο ως τμήμα ενός ολοκληρωμένου συστήματος: με συνεχή αστυνόμευση, αξιόπιστη τεχνική εφαρμογή, γρήγορη απονομή δικαιοσύνης και ουσιαστική επιβολή ποινών. Οι έλεγχοι για τοξικές ουσίες στην οδήγηση μπαίνουν στο τελικό στάδιο εφαρμογής, με το νέο ΚΟΚ να δίνει στην Τροχαία τη δυνατότητα να ανιχνεύει άμεσα τη χρήση ναρκωτικών ουσιών στους δρόμους. Η υπουργική απόφαση που αναμένεται θα καθορίσει τις τεχνικές λεπτομέρειες, ανοίγοντας τον δρόμο για ένα νέο πλαίσιο αστυνόμευσης που αλλάζει την καθημερινότητα των ελέγχων. Μένει να φανεί αν θα έχουν αποτέλεσμα και θα βάλουν φραγμό στην επικίνδυνη και αντικοινωνική οδήγηση, η οποία ευθύνεται για το θάνατο χιλιάδων ανθρώπων στη χώρα μας.

ΠΗΓΗ: lifo.gr