ΤΙ ΔΕΙΧΝΕΙ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ, ΤΟ ΦΥΛΟ, ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Τα ποσοστά bullying που καταγράφονται στην Κρήτη

Στο 32,4% των παιδιών βρίσκεται κάτω από το κατώφλι, αναφορικά με τον δείκτη που καταγράφει τον εκφοβισμό που έχει δεχθεί από τους συμμαθητές του,  για το σχολικό έτος 2022-2023, για τις σχολικές κατηγορίες του Γυμνασίου και του  Λυκείου.

Αυτό προκύπτει από έρευνα του Κωνσταντίνου Γιαννόπουλου και της Ειρήνης Λεριού η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών ΚΕΠΕ.

Η Κρήτη έχει μια θετική πρωτιά στο φαινόμενο του εκφοβισμού που μπορεί να δεχθεί ένας μαθητής από τους συμμαθητές του.

Το νησί μας σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας έχει το μικρότερο ποσοστό παιδιών κάτω από το κατώφλι στον δείκτη «Συμμαθητές – Εκφοβισμός» με 22,989%.

Τα ποσοστά καταγράφονται ως πιο τραγικά στις περιφέρειες της Πελοποννήσου, της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και της Δυτικής Μακεδονίας, με το 48,8%, 42,1% και 40,0% των παιδιών, αντίστοιχα, να έχουν καταστεί θύματα του σχολικού εκφοβισμού.

Ο εκφοβισμός που μπορεί να δεχθεί ένας μαθητής από τους συμμαθητές του συνδέεται και με το φύλο.

Υψηλότερο ποσοστό κοριτσιών 35,2% καταγράφεται κάτω από το κατώφλι, συγκριτικά με το αντίστοιχο ποσοστό αγοριών 27,0%.

Επιπλέον, ο εκφοβισμός που μπορεί να δεχθεί ένας μαθητής από τους συμμαθητές του εξαρτάται από τη δομή της οικογένειας . Πιο συγκεκριμένα, εξαιρετικά υψηλότερο ποσοστό παιδιών (40,5%), που διαβιούν σε μονογονεϊκή οικογένεια με μητέρα, βρίσκεται κάτω από το κατώφλι, συγκριτικά με τα αντίστοιχα ποσοστά παιδιών που διαβιούν σε οικογένεια με δύο γονείς 29,5% ή που διαβιούν σε μονογονεϊκή οικογένεια με πατέρα 25,5% .

Από την έρευνα αποκαλύπτεται ότι ο εκφοβισμός που μπορεί να δεχθεί ένα παιδί από τους συμμαθητές του συσχετίζεται με τη σχολική του επίδοση. Υψηλότερο ποσοστό παιδιών (37,7%) που αναφέρουν τη σχολική τους επίδοση ως μέτρια βρίσκεται κάτω από το κατώφλι, συγκριτικά με τα αντίστοιχα ποσοστά των παιδιών που αναφέρουν την επίδοση τους ως καλή 29,1% ή ως μη καλή 34,3%.

Ο εκφοβισμός που μπορεί να δεχθεί ένα παιδί από τους συμμαθητές του εξαρτάται και από την εθνικότητα. Υψηλότερο ποσοστό παιδιών που έχουν άλλη, από την ελληνική, μητρική γλώσσα αναφέρουν πως αισθάνονται αυτή την περίοδο ότι τους  εκφοβίζουν οι συμμαθητές τους 38,9%, συγκριτικά με το ποσοστό παιδιών που αναφέρουν το ίδιο και έχουν μόνο την ελληνική ως μητρική γλώσσα 31,0%.

Οι τρεις άξονες

Επομένως,όπως τονίζει η έκθεση ο σχολικός εκφοβισμός έχει τρεις άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται: την εθνικότητα, το φύλο και την φτώχεια. Αυτό το τρίπτυχο παρατηρούμε ότι διατρέχει όλα τα ευρήματα της παρούσας μελέτης που συσχετίζονται με τον εκφοβισμό.

Τα παιδιά που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να καταστούν θύματα εκφοβισμού από συμμαθητές τους είναι καταρχάς όσα έχουν μεταναστεύσει στην Ελλάδα από άλλες χώρες, τα κορίτσια και τα παιδιά που βιώνουν υλική στέρηση. Ίσως ο ρατσισμός να συνδέεται μέσω κάποιου ακαθόριστου σχήματος με τον σχολικό εκφοβισμό. Τα ευρήματα αυτά επιβεβαιώνονται βεβαίως και από έρευνες για τον σχολικό εκφοβισμό σε άλλες χώρες. Ειδικότερα, όσον αφορά τη φτώχεια, σύμφωνα με τoν Tiliouine (2015) αποδεικνύεται, αναφορικά με την Αλγερία, ότι η θυματοποίηση από τον σχολικό εκφοβισμό είναι περισσότερο παρούσα μεταξύ των παιδιών που ανήκουν σε λιγότερο προνομιούχες οικογένειες.

STOP BULLYING
Επίσης, σύμφωνα με τους Chen et al. (2021) αποκαλύπτεται ότι η παιδική αποστέρηση που παρουσιάζεται στις φτωχές οικογένειες του Χονγκ Κονγκ αυξάνει τον κίνδυνο για τη θυματοποίηση από τον σχολικό εκφοβισμό. Εξάλλου, σύμφωνα με τους Bradshaw et al. (2009), η υψηλή συγκέντρωση παιδικής φτώχειας αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για περισσότερο σχολικό εκφοβισμό. Ενώ, αναφορικά με την εθνικότητα, σύμφωνα με τους Fu, Land & Lamb (2013) διαπιστώνεται, μεταξύ άλλων, για τις ΗΠΑ ότι τα παιδιά άλλης εθνικότητας, όπως οι Αφροαμερικανοί, εμφανίζουν επίμονα υψηλότερες εντάσεις θυματοποίησης από τον σχολικό εκφοβισμό με την πάροδο του χρόνου.

Εμβαθύνοντας στην ανάλυση, αποκαλύπτεται ότι υψηλό κίνδυνο διατρέχουν επίσης τα παιδιά των μονογονεϊκών οικογενειών με μητέρα. Εξαιτίας ίσως της κοινωνικής προκατάληψης ότι τα παιδιά που δε διαβιούν στο ίδιο σπίτι και με τον πατέρα τους είναι πιο απροστάτευτα, μοιάζουν πιο ευάλωτα και άρα πιο εύκολα θύματα στα μάτια των θυτών. Βεβαίως και αυτό το εύρημα επιβεβαιώνεται από τους Fu, Land & Lamb. (2013), όπου αποκαλύπτεται πως και τα παιδιά μονογονεϊκών νοικοκυριών εμφανίζουν επίμονα υψηλότερες εντάσεις θυματοποίησης από τον σχολικό εκφοβισμό με την πάροδο του χρόνου.

Το προφίλ των παιδιών

Το σημαντικότερο εύρημα αυτής της μελέτης, το οποίο κινητοποιεί τους αρμόδιους φορείς να δράσουν προς συγκεκριμένη κατεύθυνση για να αποτρέψουν ακόμα μια θυματοποίηση, είναι το συγκεκριμένο προφίλ παιδιών, το οποίο προκύπτει τόσο καθαρά και ολοκληρωτικά στην παρούσα έρευνα.

Ήτοι, όπως ήδη ελέχθη, τα παιδιά- θύματα ανήκουν σε μονογονεϊκές οικογένειες με μητέρα, ζουν σε σπίτια με κρύο και υγρασία, έχουν βιώσει παρατεταμένες διακοπές της ηλεκτροδότησης, στερούνται ποιοτικά και ποσοτικά την κατάλληλη διατροφή, δηλώνουν απογοητευμένα από τις προσπάθειες του σχολείου τους στην καλλιέργεια της ηθικής τους παιδείας, περνούν πολύ χρόνο σε οθόνες και χαρακτηρίζουν τη σχολική τους επίδοση ως μέτρια. Αυτά τα χαρακτηριστικά των παιδιών που συνάδουν με την παιδική αποστέρηση που περιγράφεται στους Chen et al. (2021) είναι εξαιρετικά σημαντικά, καθότι βοηθούν τους αρμόδιους φορείς να τα εντοπίζουν πριν θυματοποιηθούν και να προλαμβάνουν μέσω κατάλληλων πολιτικών, με τέτοιον τρόπο, ώστε να αποτρέψουν τη θυματοποίησή τους στο μέλλον.

Οι οθόνες μοιάζουν να είναι το καταφύγιο των παιδιών που θυματοποιούνται. Οι πολλές ώρες, που σπαταλούν στις οθόνες κατά τον ελεύθερο χρόνο τους τα παιδιά που έχουν δεχθεί σχολικό εκφοβισμό, επεξηγούνται επαρκώς από το γεγονός ότι ίσως τα παιδιά αυτά κλείνονται στον εαυτό τους, απομονώνονται και βρίσκουν διέξοδο στις οθόνες, με ό,τι αρνητικό αυτό συνεπάγεται για την ευρύτερη μη οικονομική τους ευημερία.

Μέσω της γεωγραφικής κατανομής του φαινομένου, διαπιστώνεται σαφώς ότι οι λήπτες αποφάσεων πολιτικής θα πρέπει, εκτός από το συγκεκριμένο προφίλ παιδιών που προαναφέρθηκε, να λάβουν υπόψη τους και τη χωρική διάσταση του φαινομένου. Μόνο έτσι θα καταρτιστούν καλές και αποτελεσματικές πολιτικές, στο πλαίσιο της μάχης κατά του σχολικού εκφοβισμού. Για την αντιμετώπιση του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού θα πρέπει να συνεργαστούν λήπτες αποφάσεων πολιτικής από διαφορετικά μετερίζια, καθότι, όπως έγινε φανερό, ο σχολικός εκφοβισμός αποτελεί ένα πολυδιάστατο φαινόμενο.

Ο συντονισμός αυτής της συνεργασίας θα πρέπει να υλοποιηθεί σε εθνικό επίπεδο, ενώ οι δράσεις να εξειδικευτούν στο κάθε διαφορετικό τοπικό επίπεδο. Καθώς ο σχολικός εκφοβισμός συσχετίζεται με τη φτώχεια (και την οικονομική και τη μη οικονομική), επιλέγοντας πολιτικές για την αντιμετώπισή της, ουσιαστικά εξαλείφεται και ο σχολικός εκφοβισμός. Άλλες πολιτικές θα πρέπει να στοχεύουν στην ενημέρωση των μαθητών και στην εκπαίδευση εκείνη που θα τους καταστήσει ωραίους εσωτερικά ανθρώπους.

Διδάσκεται

Ειδικότερα, το να μην ασκεί ένα παιδί εκφοβισμό είναι κάτι που διδάσκεται, όπως ακριβώς διδάσκεται σε ευρύτερο πλαίσιο η ηθική παιδεία. Μέσω της έξεως, δηλαδή μέσω της συνεχούς εξάσκησης σε καλές πράξεις, τελικά οι καλές πράξεις καταλήγουν να γίνονται δεύτερη φύση ενός παιδιού, δηλαδή συνήθεια/εθισμός/έθος, ακριβώς όπως μέσω της έξεως, δηλαδή μέσω των διαρκών ασκήσεων, ένα παιδί μαθαίνει να επιλύει για παράδειγμα ένα συγκεκριμένο αριθμητικό πρόβλημα.

Επομένως, τροποποιώντας τα σχολικά προγράμματα σπουδών, έτσι ώστε οι μαθητές να διδάσκονται λιγότερες δεξιότητες και περισσότερα που να αφορούν την ηθική τους παιδεία, χτίζονται τα γερά θεμέλια για την αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού (Tasopoulos and Leriou, 2014). Συμπερασματικά, ο σχολικός εκφοβισμός είναι ένα διαχρονικό φαινόμενο με πολλές και διαφορετικές διαστάσεις, ενώ τα θύματα είναι τα φτωχά και εν γένει τα ευάλωτα παιδιά. Όπως προκύπτει, το φαινόμενο θα πρέπει να καταγράφεται σε τακτική, διαχρονική βάση προκειμένου να αξιολογείται η ένταση ή η αποκλιμάκωσή του, αλλά και η αποτελεσματικότητα των δράσεων για την αντιμετώπισή του και να συγκρίνονται διαχρονικά τα δεδομένα.

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ: Συμμετείχαν 84 δημόσια σχολεία και 2.293 μαθητές δημοτικών, γυμνασίων και λυκείων

Συνολικά στην έρευνα συμμετείχαν 84 δημόσια σχολεία. Ειδικότερα συμμετείχαν 29 Δημοτικά, 27 Γυμνάσια και 28 Λύκεια της χώρας. Το δείγμα της έρευνας, αυτού του πρώτου γύρου, είναι συνολικά 2.293 παιδιά και ειδικότερα: 480 παιδιά της ΣΤ’ Δημοτικού, 917 παιδιά της Γ’ Γυμνασίου και 896 παιδιά της Γ’ Λυκείου. Τα αγόρια είναι 937 παιδιά και τα κορίτσια 1.251, ενώ 105 παιδιά δεν δήλωσαν το φύλο τους.

Τα 1.870 παιδιά έχουν ως μητρική γλώσσα μόνο την Ελληνική και τα 421 έχουν άλλη μητρική γλώσσα, ενώ δύο παιδιά δεν δήλωσαν την μητρική τους γλώσσα. Σε μονογονεϊκές οικογένειες με μητέρα ανήκουν 490 παιδιά, σε μονογονεϊκές με πατέρα ανήκουν 86 παιδιά και σε οικογένειες με δύο γονείς ανήκουν 1.634 παιδιά, ενώ για 83 παιδιά δεν υπάρχει αυτή η πληροφορία.

Ως καλή χαρακτηρίζουν τη σχολική τους επίδοση 1.299 παιδιά, ως μέτρια 768 παιδιά και ως μη καλή 93 παιδιά, ενώ 133 παιδιά απέφυγαν να χαρακτηρίσουν τη σχολική τους επίδοση.

Επίσης δήλωσαν ότι δεν έχουν καθόλου αδέρφια 244 παιδιά, δήλωσαν ότι έχουν ακόμα ένα αδερφάκι 1.155 παιδιά, σε τρίτεκνες οικογένειες ανήκουν 532 παιδιά και σε πολύτεκνες τα 225 παιδιά, ενώ 137 παιδιά δεν συμπλήρωσαν αυτή την πληροφορία.

ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ: Εξετάζεται το ενδεχόμενο παραπομπής μαθητών σε ψυχολόγο χωρίς άδεια γονέων

Το ενδεχόμενο να παραπέμπονται ανήλικοι μαθητές για εξέταση από ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς ακόμα και χωρίς τη συναίνεση των γονιών τους εξετάζει το Υπουργείο Παιδείας, όπως αποκάλυψε χθεςη υφυπουργός Δόμνα Μιχαηλίδου μιλώντας για τη βία στα σχολεία.

Η προοπτική αυτή, η οποία θα συζητηθεί πολύ αν αποφασιστεί καθώς ανατρέπει το καθεστώς συναίνεσης των γονέων πριν από κάθε ανάλογη ενέργεια, εξετάζεται επειδή, όπως ανέφερε χθες η κ. Μιχαηλίδου μιλώντας στο Mega, υπάρχει περίπτωση ο γονέας να καακοποιεί το παιδί και να μη δίνει την άδεια. Ωστόσο τέτοια απόφαση είναι ιδιαίτερα λεπτή και αρκετά δύσκολη να πραγματοποιηθεί, καθώς προϋποθέτει να υπάρχουν ενδείξεις, οι οποίες μπορεί και να μην ευσταθούν ή να προκαλέσουν νομικές αντιδράσεις των γονέων που θα θεωρήσουν ότι θίγονται και στοχοποιούνται αδίκως.

Πάντως η κ. Μιχαηλίδου, δήλωσε τα εξής:

“Σίγουρα στα 14.000 σχολεία της χώρας να είχαμε μόνιμους Κοινωνικούς Λειτουργούς και Ψυχολόγους, έναν σε κάθε σχολείο θα ήταν ακόμα καλύτερο και κοιτάμε τι παραπάνω στελεχώσεις μπορούμε να κάνουμε αλλά θα αλλάξουμε αυτήν την προαίρεση να τους βλέπουν μόνο αρχικά τουλάχιστον με συναίνεση γονέα, γιατί τι έχουμε μάθει από όλες τις κακοποιήσεις, ότι όταν ένα παιδί κακοποιείται είναι πολύ πιθανό να κακοποιείται από το οικογενειακό του περιβάλλον. Άρα δεν μπορείς να ζητά πάντα τη συναίνεση γονέα γιατί είναι πιθανό δυστυχώς ο γονέας να είναι το κακοποιητικό  στοιχείο και να μην δώσει άδεια”.