Και προς άλλες κατευθύνεις στρέφεται η έρευνα των «αδιάφθορων» της ΕΛ.ΑΣ μετά την εξάρθρωση του κυκλώματος που διακινούσε κοκαΐνη και στο οποίο ήταν μέλη δύο λιμενικοί, ένα εκ των οποίων είναι υψηλόβαθμο στέλεχος του Λ.Σ. με καταγωγή από την Κρήτη. Η σύλληψη του συγκεκριμένου αξιωματικού εξακολουθεί να προκαλεί σάλο τόσο σε κεντρικό επίπεδο στο Σώμα όσο και σε τοπικό, αφού ο ίδιος άνθρωπος έχαιρε της εκτίμησης όλων όσοι τον γνώριζαν, χωρίς όμως, όπως παραδέχονται μετά και σύλληψή του, να τον γνώριζαν πραγματικά.
Ο ίδιος αξιωματικός ήταν σύμφωνα με πληροφορίες αυτός που χειρίστηκε το σχηματισμό της δικογραφίας του Αντώνη Καργιώτη, ο οποίος με βίαιο τρόπο απωθήθηκε από τον καταπέλτη του Blue Horizon και πνίγηκε.
Πέρα όμως από τα πρόσωπα και τον ρόλο που διαδραμάτισε το καθένα από αυτά έχουν ενδιαφέρον και τα στοιχεία που προκύπτουν για το πώς φέρονται να αφαιρούσαν την κοκαΐνη από τις αποθήκες του Λ.Σ και τι χρησιμοποιούσαν ώστε να μην γίνουν αντιληπτοί σε μία πιθανή αιφνιδιαστική έρευνα. Δημοσιογραφικές πληροφορίες αναφέρουν ότι για να μην φανούν οι ποσότητες που αφαιρούνταν, η αντικατάσταση του ναρκωτικού γινόταν με μαρμαρόσκονη.
Έτσι οι συσκευασίες με τα ναρκωτικά εξακολουθούσαν να έχουν το ίδιο βάρος με εκείνο που είχαν όταν είχαν ζυγιστεί και σφραγιστεί από το Γενικό Χημείο του Κράτους. Με τον τρόπο αυτό τίποτα δεν θα μπορούσε να αποκαλύψει τη δράση τους σε περίπτωση επανακαταμέτρησης όταν τα ναρκωτικά θα κατέληγαν στον κλίβανο για να αποτεφρωθούν.
Όταν αποκαλύφθηκε η δράση του κυκλώματος και ακολούθησαν έρευνες στους χώρους όπου βρίσκονταν οι ποσότητες της κοκαΐνης, αυτό που διαπιστώθηκε ήταν ότι κάποιοι σάκοι- οι πληροφορίες αναφέρουν για τρεις με τέσσερις- είχαν παραβιασμένες σφραγίδες. Κάποιοι είχαν κοκαΐνη με 355 κιλά του ναρκωτικού που είχε κατασχεθεί σε κοντέινερ με μπανάνες και ο τρίτος 46 κιλά κόκας που είχαν κατάσχει τα ίδια τα κατηγορούμενα στελέχη του Λιμεναρχείου Πειραιά.
Όπως έχει γράψει η «Π» για την υπόθεση συνελήφθησαν 10 μέλη της εγκληματικής αυτής οργάνωσης, μεταξύ των οποίων και τα αρχηγικά. Επιπλέον, σχηματίστηκαν δικογραφίες σε βάρος 3 ατόμων, έγκλειστων σε καταστήματα κράτησης.
Οι πρώτες πληροφορίες που έφτασαν στο Εσωτερικών Υποθέσεων της Αστυνομίας ήταν τον περασμένο Οκτώβριο και σύμφωνα με αυτές, στέλεχος του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά (φέρει τον βαθμό του σημαιοφόρου) και μέλος της Ομάδας Δίωξης Ναρκωτικών διακινεί κοκαΐνη.
Από το συγκεκριμένο στέλεχος του Λ.Σ φαίνεται να άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι της υπόθεσης, αφού ζητήθηκε η άρση του απορρήτου στο τηλέφωνό του. Οι συνομιλίες που είχε, ήταν σύμφωνα με τις Αρχές εκείνες που επιβεβαίωσαν τις «περίεργες» συνομιλίες αλλά και συναντήσεις του. Βάσει αυτών των συνομιλιών προέκυψε ότι στην ομάδα αυτή συμμετείχαν συνολικά 16 άτομα, εκ των οποίων τρεις είναι έγκλειστοι σε σωφρονιστικά καταστήματα.
Όπως γράψαμε χθες, αρχηγός της εγκληματικής οργάνωσης ήταν μια 71χρονη, έγκλειστη σε κατάστημα κράτησης, η οποία αποτελούσε τον «εγκέφαλο» της οργάνωσης, καθώς ήταν επιφορτισμένη με την επιμέλεια και την υλοποίηση όλου του επιχειρησιακού σκέλους. Τα μέλη της οργάνωσης πειθαρχούσαν στις εντολές της και δεν ενεργούσαν, αν δεν εξασφάλιζαν προηγουμένως τη σύμφωνη γνώμη της.
Λάμβανε υψηλότατα μέτρα αυτοπροστασίας, καθώς συνομιλούσε με τα υπόλοιπα μέλη χρησιμοποιώντας συνθηματικά και προσωνύμια. Είχε φροντίσει για την απαραίτητη υποδομή της οργάνωσης, παρέχοντας χώρο – καβάτζα, ενώ ταυτόχρονα είχε αναπτύξει το δίκτυο από την αρχική προμήθεια μέχρι την τελική πώληση των ναρκωτικών.
Τα κέρδη της οργάνωσης μοιράζονταν στα υπόλοιπα μέλη μόνο καθ’ υπόδειξή της και αφού πρώτα καθόριζε το μερίδιο που αναλογεί στον καθένα. Διαθέτει πλούσιο ποινικό παρελθόν στη διάπραξη παρόμοιων εγκληματικών πράξεων, γεγονός που καταδεικνύεται και από τον επαγγελματικό σχεδιασμό των παράνομων ενεργειών της οργάνωσης.
Ο κατώτερος αξιωματικός του Λιμενικού Σώματος αποτελούσε ζωτικό μέλος της εγκληματικής οργάνωσης, επιφορτισμένος με τον ρόλο του κύριου προμηθευτή των ναρκωτικών. Εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του και το τμήμα του Λιμενικού στο οποίο υπηρετούσε, κατάφερνε να εξασφαλίζει ποσότητες, οι οποίες είχαν άμεση σχέση με τις υποθέσεις που ερευνούσαν.
Με τον τρόπο αυτόν, εξασφάλιζε στην οργάνωση μηδενικό κόστος της ναρκωτικής ουσίας, έχοντας ως αντίκτυπο τα τεράστια περιθώρια κέρδους που είχαν από τη μεταπώλησή της στους τελικούς διακινητές. Παράλληλα, κατά τις επικοινωνίες του λάμβανε ιδιαίτερα μέτρα αυτοπροστασίας, ενώ χρησιμοποιούσε τηλεφωνικές συνδέσεις καταχωρισμένες σε ανύπαρκτους αλλοδαπούς
Ο ανώτερος αξιωματικός του Λιμενικού Σώματος, μέλος της εγκληματικής οργάνωσης, παρείχε εκ της θέσης του, την απαραίτητη κάλυψη και πρόσβαση στον υφιστάμενό του και βασικό προμηθευτή της εγκληματικής οργάνωσης.