Μέχρι 1η Σεπτεμβρίου θα έχουν γίνει 8.600 διορισμοί δασκάλων και καθηγητών
Μέχρι 1η Σεπτεμβρίου θα έχουν γίνει 8.600 διορισμοί δασκάλων και καθηγητών

Οι ανάγκες πολλές, τα βήματα που γίνονται για να τις καλύψουν λίγα. Το παραπάνω συνοψίζει τη θέση των εκπαιδευτικών όσο αφορά στους διορισμούς που έρχονται στο δημόσιο σχολείο.

Η κ. Κεραμέως
Συνολικά παρουσιάστηκαν 53 διδακτορικές διατριβές

Για την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, η υπουργός Παιδείας, κ.Νίκη Κεραμέως, σε δηλώσεις της επεσήμανε ότι μέσα στο καλοκαίρι θα πραγματοποιηθούν σχεδόν 8.600 διορισμοί δασκάλων και καθηγητών, κάτι που «θα φέρει τα σχολεία στην καλύτερη ισορροπία που είχαν τα τελευταία πάρα πολλά χρόνια».

Παράλληλα, «τα κενά θα καλυφθούν μέσω περαιτέρω προσλήψεων αναπληρωτών».

Αναφορικά με το νέο ολοήμερο σχολείο, η υπουργός Παιδείας αναφέρθηκε στην επέκταση του ωραρίου, τονίζοντας ότι από τον Σεπτέμβριο θα τελειώνει στις 5:30 το απόγευμα.

Στο νέο ολοήμερο δεν θα υπάρχουν κριτήρια για την εγγραφή των μαθητών, ενώ θα εφαρμοστεί πιλοτικά στο 50% των ολοήμερων τμημάτων σε όλη τη χώρα.

«Θα προσλάβουμε περίπου 3.300 επιπλέον αναπληρωτές εκπαιδευτικούς, μόνο για το θέμα της επέκτασης του ολοήμερου» τόνισε η κ. Κεραμέως.

Εκπαιδευτικοί: «Οι διορισμοί δεν φτάνουν»

Ο πρόεδρος του συλλόγου εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας Ηρακλείου «Δ. Θεοτοκόπουλος», κ. Γιώργος Μακράκης, αναφέρει πως, προς το παρόν, δεν έχει γίνει καμία εξειδίκευση, από πλευράς Υπουργείου, για την κατανομή των διορισμών, πόσοι θα γίνουν ανά ειδικότητα, βαθμίδα και περιοχή.

Ο κ. Μακράκης
Από την εκδήλωση

Όπως αναφέρει, η υπουργός δε δέχεται καν να συναντήσει τις ομοσπονδίες, τις οποίες και κάθε φορά παραπέμπει στην υφυπουργό, κ. Ζέττα Μακρή. Όμως, και πάλι σαφές χρονοδιάγραμμα δεν έχει δοθεί.

Σε επίπεδο Ηρακλείου, αυτό που ζητούν οι εκπαιδευτικοί είναι να καλυφθούν οι πάγιες και διαρκείς ανάγκες των σχολείων που είναι πάρα πολλές. Σύμφωνα με τον κ. Μακράκη, τα κενά σε δασκάλους και νηπιαγωγούς ξεπερνούν τα 250 ενώ σημαντικές είναι οι ελλείψεις σε ειδικότητες, όπως στην πληροφορική και τη φυσική αγωγή.

Οι εκπαιδευτικοί ζητούν να ιδρυθούν τα νέα τμήματα ένταξης στην ειδική αγωγή που εκκρεμούν καθώς εδώ και δύο χρόνια δεν υπογράφεται η ίδρυσή τους, έτσι μένουν ακάλυπτα παιδιά που χρειάζονται ενισχυμένη υποστήριξη.

Για την επέκταση του ολοήμερου, σχολιάζει πως δεν υπήρξε κανένας διάλογος με τις ομοσπονδίες, δεν έχουν δοθεί διευκρινίσεις και δεν έχει παρουσιαστεί κάποια επιστημονική τεκμηρίωση για τα οφέλη που θα έχουν τα παιδιά που θα παραμένουν τόση ώρα σε ένα σχολείο με τις δεδομένες υλικοτεχνικές υποδομές, που είναι ελλιπείς.

Ο πρόεδρος της ΕΛΜΕ Ηρακλείου, κ. Ζαχαρίας Ρηγάκης, αναφέρει πως πανελλαδικά και τοπικά οι ελλείψεις είναι τεράστιες και με ασπιρίνες το πρόβλημα δε λύνεται.

Ακόμα και με τους περσινούς διορισμούς, εργάστηκαν 50.000 αναπληρωτές για να καλυφθούν οι ανάγκες των σχολείων, αυτό λέει πολλά για την εικόνα που πραγματικά επικρατεί στη δημόσια εκπαίδευση.

Αντίστοιχα είναι τα προβλήματα και σε τοπικό επίπεδο, υπάρχουν σχολεία που έμειναν χωρίς ειδικότητες ως το τέλος της χρονιάς ενώ κάποιες περιπτώσεις καλύφτηκαν τα Χριστούγεννα ή τον Μάρτιο. Με αυτό δεδομένο, το Υπουργείο ζητούσε επισταμένως να καλυφθεί η ύλη για την Τράπεζα Θεμάτων, κάτι που ήταν αδύνατο για κάποιες τάξεις, σε περιφερειακά αλλά και κεντρικά σχολεία.

Χωρίς φυσικούς

«Ηχηρή» ήταν η απουσία του κλάδου των φυσικών από τους διορισμούς στο Ηράκλειο. Σε παρέμβαση του Συλλόγου Φυσικών Κρήτης με τίτλο «Η διδασκαλία της Φυσικής, χωρίς τους Φυσικούς», αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:

Ο κ. Ρηγάκης

«Πριν μερικές εβδομάδες σε πολλούς νομούς της χώρας μας έγιναν τοποθετήσεις των νεοδιόριστων συναδέλφων (μη φυσικών) σε θέσεις με αντικείμενο διδασκαλίας το μάθημα της Φυσικής, αφού κάποιες ειδικότητες δεν έχουν ώρες στο γνωστικό τους αντικείμενο που να επαρκούν για να δικαιολογήσουν την οργανική θέση τους σε μια σχολική μονάδα. Η αδικία που έγινε πριν έναν χρόνο συνεχίζεται, καθώς οι τοποθετήσεις γίνονται με μη επιστημονικά κριτήρια και με μοναδικό γνώμονα να καλυφτούν οι θέσεις και να υπάρχουν καθηγητές στα σχολεία τον Σεπτέμβρη.

Με βάση τα παραπάνω αναρωτιόμαστε πώς είναι δυνατόν να εφαρμοστούν τα νέα αναλυτικά προγράμματα τα επόμενα χρόνια, με έμφαση στην πειραματική διάσταση της επιστήμης μας, από εκπαιδευτικούς που δεν έχουν την εκπαίδευση και την κατάρτιση από τις σπουδές τους πάνω σε αυτό.

(…) Καλούμε με τη σειρά μας, για ακόμα μια φορά, την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να ακούσει τους επιστημονικούς φορείς, να μελετήσει τις πραγματικές ανάγκες για μια ποιοτική εκπαίδευση στην χώρα.

Η άρτια εφαρμογή των νέων αναλυτικών προγραμμάτων απαιτεί διδακτικό προσωπικό που να είναι κατάλληλα επιστημονικά καταρτισμένο, μείωση του μεγίστου αριθμού των μαθητών ανά τμήμα και αύξηση των ωρών διδασκαλίας με βάση τις πραγματικές ανάγκες κάθε γνωστικού αντικειμένου.

Η ποιότητα της παιδείας μας είναι αλληλένδετη με το μέλλον της κοινωνίας μας και οφείλει να αντιμετωπίζεται με ιδιαίτερη προσοχή και όχι με «λογιστικό» τρόπο».