το ναυάγιο ανοικτά της Πύλου

Με τις ελπίδες για την ανεύρεση επιζώντων από το ναυάγιο ανοικτά της Πύλου να έχουν εξανεμιστεί, τα πολλά, ανοιχτά, ερωτήματα συνεχίζουν να βασανίζουν όλους όσοι ζητούν να μάθουν την αλήθεια.

Ανάμεσα στα πολλά και αμείλικτα ερωτήματα που έχουν τεθεί σχεδόν από τις πρώτες ώρες του ναυαγίου, έρχεται να προστεθεί ακόμα ένα που προκύπτει από την ανακοίνωση της Frontex, την Παρασκευή.

O Oργανισμός Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, στην αναφορά που κάνει για την τραγωδία, δεν κρύβει τη λύπη του και εκφράζει την υποστήριξή του στις Αρχές.

Καταφέρεται κατά των διακινητών που «εξανάγκασαν αρκετές εκατοντάδες μετανάστες να επιβιβαστούν σε ένα αλιευτικό σκάφος που δεν έχει σχεδιαστεί για να χωρέσει τέτοιο αριθμό ανθρώπων» και σημειώνει πως οι σκέψεις του είναι στις οικογένειες των θυμάτων.

Το επιχειρησιακό κομμάτι

Με τη θλίψη και την οργή να μην έχει κοπάσει, η Frontex κάνει αναφορά στα όσα τραγικά συνέβησαν λίγο πριν και λίγο μετά το ναυάγιο.

«Στις 13 Ιουνίου, πριν το μεσημέρι, αεροπλάνο της Frontex εντόπισε το αλιευτικό σκάφος εντός της ελληνικής περιοχής έρευνας και διάσωσης (SAR), σε διεθνή ύδατα. Το πλοίο ήταν υπερφορτωμένο και έπλεε με χαμηλή ταχύτητα (6 κόμβους) με κατεύθυνση βορειοανατολικά» σημειώνει.

Η αμέσως επόμενη κίνηση είναι να ενημερώσει άμεσα τις ελληνικές και ιταλικές αρχές για την παρατήρησή της, «παρέχοντάς τους πληροφορίες για την κατάσταση και την ταχύτητα του σκάφους, καθώς και φωτογραφίες».

Εν συνεχεία συνεχίζει να παρακολουθεί από αέρος το σκάφος, «παρέχοντας συνεχώς ενημερώσεις σε όλες τις αρμόδιες εθνικές Αρχές» μέχρι που το αεροπλάνο «έμεινε από καύσιμα και αναγκάστηκε να επιστρέψει στη βάση».

Και κάπου εδώ όλα αλλάζουν. «Καθώς ένα μη επανδρωμένο αεροσκάφος (drone) της Frontex επρόκειτο να περιπολεί στο Αιγαίο την ίδια ημέρα, ο Οργανισμός προσφέρθηκε να παράσχει πρόσθετη βοήθεια πριν από την προγραμματισμένη πτήση» όμως, «οι ελληνικές αρχές ζήτησαν από τον οργανισμό να στείλει το drone σε ένα άλλο περιστατικό έρευνας και διάσωσης νότια της Κρήτης με 80 άτομα να κινδυνεύουν».

Αφού επιλήφθηκε του περιστατικού, «πέταξε στην τελευταία γνωστή θέση του αλιευτικού σκάφους» τέσσερις ώρες αργότερα, στις 04:05 (UTC) τα ξημερώματα, «όταν βρισκόταν σε εξέλιξη μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση έρευνας και διάσωσης από τις ελληνικές αρχές», σημειώνει ο Οργανισμός και προσθέτει πως «δεν υπήρχε κανένα ίχνος του αλιευτικού σκάφους».

Τέλος, σημειώνει πως «κανένα αεροπλάνο ή σκάφος της Frontex δεν ήταν παρόν την ώρα της τραγωδίας».

Αδράνεια

Στην «αδράνεια» των Αρχών να ζητήσουν συνδρομή της Frontex αναφέρεται ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., υπό μορφή ερωτήματος, ενώ η γνωστή ομάδα Alarm Phone της οργάνωσης WatchTheMed θέτει το ξεκάθαρο ερώτημα:

«Τι έκανε η Frontex αφού εντόπισε το σκάφος σε κατάσταση κινδύνου το πρωί της Τρίτης;», λαμβάνοντας την απάντηση του Οργανισμού, μέσω της ανακοίνωσης που εξέδωσε.

Ο βασανιστής αποφάσιζε ποιος θα φάει και ζητούσε λεφτά για νερό

Οι διασωθέντες υπέδειξαν ως διακινητές τους εννέα συλληφθέντες και, όπως λένε, είχαν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά. Το βασικό κοινό χαρακτηριστικό ήταν πως ήταν όρθιοι στο αλιευτικό, ενώ οι υπόλοιποι που βρίσκονταν στο κατάστρωμα ήταν καθισμένοι ασφυκτικά ο ένας στον άλλον.

Ο ένας από τους διακινητές είχε τον ρόλο του βασανιστή, όπως λένε οι διασωθέντες. Εκείνος ήταν που αποφάσιζε ποιοι θα φάνε, ζητούσε λεφτά με αντάλλαγμα φαγητό και νερό, απειλούσε με μία βέργα στο χέρι και ήταν εκείνος που έκανε κουμάντο στο σκάφος. Ο «βασανιστής» έβριζε, χτυπούσε, φώναζε και απειλούσε τους επιβαίνοντες του μοιραίου αλιευτικού.

Άλλος διακινητής είχε τον ρόλο του «βοηθού του καπετάνιου». Ουσιαστικά, ήταν το δεξί χέρι του καπετάνιου, έδινε διαταγές και όπως ο «βασανιστής», έδινε φαγητό μόνο με χρήματα.

Ο τρίτος διακινητής είχε τον ρόλο του «μηχανικού», ο οποίος έφτιαχνε τη μηχανή όταν χαλούσε.

Ο ειδικός απεσταλμένος

Ο ειδικός απεσταλμένος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ μετέφερε σε συνέντευξη του μία μαρτυρία η οποία αν επιβεβαιωθεί θολώνει ακόμη περισσότερο το τοπίο και πληθαίνει τα ερωτηματα σχετικά με το ναυάγιο της Πύλου και τον ρόλο του Λιμενικού.

Συγκεκριμένα, ο Vincent Cochetel, ξεκαθάρισε αφενώς ότι το ναυάγιο θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί, ενώ στη συνέχεια μεταφέρει μαρτυρία που μιλάει για ελιγμό από σκάφος της ελληνικής ακτοφυλακής, προκειμένου να απομακρύνει το πλοίο από την ελληνική περιοχή έρευνας και διάσωσης.

«Αναφορικά με τις συνθήκες γύρω από τις οποίες το πλοίο βυθίστηκε, κάποιες μαρτυρίες αναφέρουν πως εκείνη τη στιγμή υπήρξε ελιγμός από σκάφος της ακτοφυλακής ώστε να το απομακρύνει το πλοίο από την ελληνική περιοχή έρευνας και διάσωσης ώστε να κατευθυνθεί σε άλλη χώρα», δήλωσε.

Σημειώνεται ότι  με κοινή τους ανακοίνωση, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και ο ΔΟΜ (Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης) ζήτησαν ανάληψη αποφασιστικής δράσης μετά το τραγικό ναυάγιο στην Πύλο.

«Το καθήκον διάσωσης των ανθρώπων που βρίσκονται σε κίνδυνο στη θάλασσα χωρίς καθυστέρηση είναι θεμελιώδης κανόνας του διεθνούς ναυτικού δικαίου.

Τόσο οι πλοίαρχοι όσο και τα κράτη έχουν υποχρέωση να παρέχουν βοήθεια σε όσους βρίσκονται σε κίνδυνο στη θάλασσα ανεξάρτητα από την εθνικότητα, το καθεστώς ή τις συνθήκες στις οποίες εντοπίζονται, συμπεριλαμβανομένων όσων βρίσκονται πάνω σε μη αξιόπλοοα σκάφη, και ανεξάρτητα από τις προθέσεις των επιβαινόντων», τονίζεται μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση.

Νωρίτερα, οι ιταλικές αρχές υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα έχει την πλήρη ευθύνη έρευνας και διάσωσης στην περιοχή του ναυαγίου και επέλεξε να μην επιχειρήσει.