Μόνο το 10% των Ελλήνων εργαζομένων καλύπτεται από συλλογικές συμβάσεις

Ο νέος δείκτης παρακολούθησης μισθών (ECB wage tracker) που μόλις δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) καταγράφει περεταίρω επιβράδυνση στις μισθολογικές αυξήσεις, η οποία θα συνεχιστεί και το 2026.

Το εντυπωσιακό εύρημα σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, είναι ότι η κάλυψη των εργαζομένων από Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) είναι μόλις 10,6%. Πρόκειται για αρνητική πρωτιά στις χώρες της Ευρωζώνης, όπου κατά μέσο όρο καλύπτεται από ΣΣΕ σχεδόν ο ένας στους δύο εργαζόμενους (48,9%). Στις υπόλοιπες χώρες για τις οποίες υπάρχουν στατιστικά στοιχεία, τα ποσοστά κάλυψης από ΣΣΕ ξεκινάνε από 44,6% (Βέλγιο) και φτάνουν στο 76% (Αυστρία).

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο στόχος για κάλυψη τουλάχιστον του 80% των εργαζομένων από συλλογικές διαπραγματεύσεις το 2027 παραμένει όνειρο μακρινό.

Η κάλυψη εργαζομένων από ΣΣΕ στην Ελλάδα έχει πέσει στο 10,6%, από σχεδόν 20% στις αρχές του χρόνου.

Μετ’ εμποδίων οι συζητήσεις για τις ΣΣΕ

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Οδηγία για επαρκείς κατώτατους μισθούς, η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία το 2024, η Ελλάδα οφείλει ως τον Δεκέμβριο του 2025 να έχει καταρτίσει σχέδιο δράσης για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, με σαφές χρονοδιάγραμμα. Το υπουργείο Εργασίας έχει ξεκινήσει από τον Μάιο τις συζητήσεις με τους κοινωνικούς εταίρους για τις ΣΣΕ, όμως ακόμα δεν έχει βγει «λευκός καπνός», καθώς παραμένουν πολλά αγκάθια.

Υπενθυμίζεται ότι η ΓΣΕΕ ήταν αντίθετη στις διατάξεις του νομοσχεδίου (ψηφισμένου νόμου πλέον) «Δίκαιη Εργασία Για όλους» που αφορούσαν τη διευθέτηση ωραρίου και το 13ωρο, υπογραμμίζοντας ότι «αποδυναμώνουν εσκεμμένα τις συλλογικές συμβάσεις».

Κανονικά οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας δεν αφορούν μόνο τους μισθούς αλλά και τα ωράρια και τις συνθήκες δουλειάς (άδειες, επιδόματα κ.λπ.). Στόχος είναι να κατοχυρώνονται εργασιακά δικαιώματα και κανόνες που θα ισχύουν για όλους και όχι μέσω ατομικών συμφωνιών και «διευθετήσεων» με τον εργοδότη, στις οποίες ο εργαζόμενος είναι εκ των πραγμάτων το αδύναμο μέρος.

Τι δείχνει ο δείκτης μισθών της ΕΚΤ

Η τελευταία μέτρηση του δείκτη παρακολούθησης μισθών της ΕΚΤ, ο οποίος καλύπτει τις ενεργές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ως και τον Σεπτέμβριο του 2025, δείχνει ότι η αύξηση των μισθών που έχει συμφωνηθεί, με εξομάλυνση των εφάπαξ πληρωμών, θα είναι 4,7 % το 2024 και 3,2% το 2025. Ο δείκτης μισθών με μη εξομαλυμένες εφάπαξ πληρωμές δείχνει διαπραγματευόμενη αύξηση των μισθών κατά 4,9% το 2024 και 3% το 2025.

Σύμφωνα με τις προβολές της ΕΚΤ, η πτωτική τάση του δείκτη μισθών αντανακλά εν μέρει τον τεχνικό αντίκτυπο των μεγάλων εφάπαξ πληρωμών (που πραγματοποιήθηκαν το 2024 αλλά όχι το 2025) και τον «εμπροσθοβαρή»  χαρακτήρα των αυξήσεων των μισθών σε ορισμένους τομείς το 2024.

Για το πρώτο εξάμηνο του 2026 ο δείκτης παρακολούθησης μισθών της ΕΚΤ βρίσκεται στο 1,8% και ανεβαίνει στο 2,2% το τρίτο τρίμηνο.

Η κάλυψη των εργαζομένων από ΣΣΕ για το τρίτο τρίμηνο του 2026 ανέρχεται σε μόλις 19,4%, σε σύγκριση με 31% για το πρώτο εξάμηνο του 2026 και 47,2% για το τέταρτο τρίμηνο του 2025.

Επισημαίνεται ότι ο δείκτης παρακολούθησης μισθών της ΕΚΤ  υπόκειται σε αναθεωρήσεις και δεν πρέπει να ερμηνεύεται ως πρόβλεψη, καθώς αποτυπώνει μόνο τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες για τις ΣΣΕ τη στιγμή της δημοσίευσής του.

Επιπλέον, ο δείκτης παρακολούθησης των μισθών δεν ακολουθεί με ακρίβεια τον δείκτη αύξησης των μισθών μέσω συλλογικών συμβάσεων και είναι αναμενόμενες αποκλίσεις με την πάροδο του χρόνου. Δηλαδή, όταν υπογράφονται νέες ΣΣΕ, τα δεδομένα αλλάζουν.

Επιχειρησιακές συμβάσεις χωρίς αυξήσεις

Σύμφωνα με το τελευταίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων της Τράπεζας της Ελλάδας, μεταξύ Ιανουαρίου-Αυγούστου 2025 υπογράφηκαν 148 νέες επιχειρησιακές συμβάσεις, οι οποίες κάλυπταν 78.299 εργαζομένους.

Από αυτές, μόλις οι 64 προέβλεπαν αυξήσεις μισθών, ενώ οι υπόλοιπες δεν προέβλεπαν καμία αλλαγή στους μισθούς.

Το 2024 είχαν υπογραφεί 238 νέες συμβάσεις σε επίπεδο επιχείρησης, που κάλυπταν 171.161 εργαζομένους. Από αυτές, 82 συμβάσεις προέβλεπαν αυξήσεις μισθών, ενώ οι υπόλοιπες δεν προέβλεπαν καμία αλλαγή στους μισθούς.

Οι επιχειρησιακές συμβάσεις αφενός καλύπτουν ένα πολύ μικρό ποσοστό των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα (5,65%), ενώ ακόμα και όταν προβλέπουν αυξήσεις είναι πολύ μικρές, κάτω από τα όρια του πληθωρισμού (κατά μέσο όρο 2%).

Στα τάρταρα οι κλαδικές συλλογικές συμβάσεις στην Ελλάδα

Όσο για τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, που έχουν ευρύτερη ισχύ και κατοχυρώνουν υψηλότερες μισθολογικές αυξήσεις, είναι κυριολεκτικά μετρημένες στα δάκτυλα. Σύμφωνα με το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, το 2024 βρίσκονταν εν ενεργεία 47 κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ (τοπικές και εθνικές), που κάλυπταν δυνητικά  711.500 εργαζόμενους ή το 28% του συνόλου του ιδιωτικού τομέα (περίπου 2,5 εκατ. άτομα).

Πρακτικά όμως, η ισχύς τους καλύπτει πολύ λιγότερους εργαζόμενους, περίπου 20%,  αφού μόνο οι επτά είχαν κυρηχθεί υποχρεωτικές. Το 2025 τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Υπολογίζεται ότι υπάρχουν μόλις 25 εν ενεργεία κλαδικές συλλογικές συμβάσεις.

Η Τράπεζα της Ελλάδας δίνει τα εξής στοιχεία για τις κλαδικές ΣΣΕ του 2025:

  • Τον Ιούλιο υπογράφηκε τριετής σύμβαση για τους εργαζομένους σε ιδιωτικές ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Προέβλεπε αναδρομική αύξηση μισθών 4% από την 1/1/2025 και από 3% και 2% αντίστοιχα για το 2026 και 2027.
  • Τον Απρίλιο υπογράφηκε τριετής σύμβαση για τις τράπεζες. Προέβλεπε αυξήσεις 2% από την 1/7/2025, 2% από 1/12/2025 και από 2% τον Δεκέμβριο του 2026 και 2027.
  • Τον Φεβρουάριο υπογράφηκε διετής συμφωνία για τους υπαλλήλους ξενοδοχείων, με αυξήσεις 5% το 2025 και 3% το 2026.
  • Σύμφωνα με απόφαση που υπογράφηκε από τον Υπουργό Εργασίας στις 29 Απριλίου 2024, η κάλυψη της συλλογικής σύμβασης κλάδου στις ιδιωτικές ασφαλιστικές επιχειρήσεις επεκτάθηκε σε όλους τους υπαλλήλους του κλάδου.

Πηγή: in.gr