Ηχηρές αντιδράσεις κατά της τροπολογίας για το μεταναστευτικό – Έκκληση να αποσυρθεί

“Προτρέπω τα μέλη του Ελληνικού Κοινοβουλίου να απορρίψουν την τροπολογία που προβλέπει την αναστολή της καταγραφής αιτήσεων ασύλου από άτομα που φθάνουν διά θαλάσσης από τη Βόρεια Αφρική, καθώς και τον εξαναγκαστικό επαναπατρισμό τους, χωρίς καταγραφή, στη χώρα καταγωγής ή προέλευσης τους”, δήλωσε σήμερα, Πέμπτη (10/7), ο Επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, Μάικλ Ο’Φλάχερτι, σχολιάζοντας τη νομοθετική ρύθμιση που κατατέθηκε το βράδυ της Τετάρτης (9/7) από την ελληνική κυβέρνηση για την αναστολή εξέτασης αιτήσεων ασύλου αρχικά για 3 μήνες για όσους φτάνουν από βόρεια Αφρική με πλωτά μέσα.

“Η πρόταση αυτή θα νομιμοποιούσε την επιστροφή ανθρώπων σε καταστάσεις όπου κινδυνεύουν να υποστούν βασανιστήρια και άλλες σοβαρές παραβιάσεις, κατά παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τη Σύμβαση του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, καθώς και από άλλα νομικά μέσα όπως το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ”, ανέφερε ο κ. Ο’ Φλαχέρτι.

“Είμαι επίσης ενήμερος για πρόσθετα μέτρα που ανακοινώθηκαν χθες στη Βουλή από τον Πρωθυπουργό Μητσοτάκη, μεταξύ των οποίων η σύλληψη και κράτηση όλων των προσώπων, που αφορά η τροπολογία αυτή, τα οποία, εάν εφαρμοστούν, θα δημιουργούσαν περαιτέρω ζητήματα συμμόρφωσης με το διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων”, πρόσθεσε ο Επίτροπος.

 

“Αναγνωρίζω ότι η αυξανόμενη ροή αφίξεων στη Γαύδο και την Κρήτη τους τελευταίους έξι μήνες έχει δημιουργήσει νέες προκλήσεις για τις ελληνικές αρχές. Ωστόσο, όπως τόνισα κατά την επίσκεψή μου στην Ελλάδα τον περασμένο Φεβρουάριο, η ανθρωπιστική κατάσταση θα ήταν διαχειρίσιμη εάν οι αρχές είχαν αντιμετωπίσει έγκαιρα την έλλειψη δομών υποδοχής. Σε κάθε περίπτωση, όλα τα μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων πρέπει να σέβονται τα ισχύοντα διεθνή νομικά μέσα.

Με άλλα λόγια, οι αρχές πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα των ενδιαφερομένων προσώπων γίνονται σεβαστά, ότι οι ανάγκες τους για προστασία αξιολογούνται μεμονωμένα και αποτελεσματικά, και ότι όσοι πληρούν τις προϋποθέσεις για διεθνή προστασία αποκτούν πρόσβαση σε ουσιαστικά μέτρα προστασίας”, κατέληξε.

Ζήτημα “κράτους δικαίου” έθεσε και ο Ευάγγελος Βενιζέλος

Σοβαρές ανησυχίες για την εφαρμογή της εξαγγειλθείσας νομοθετικής ρύθμισης για το μεταναστευτικό εξέφρασε νωρίτερα και ο καθηγητής συνταγματικού δικαίου και πρώην Υπουργός, Ευάγγελος Βενιζέλος, επισημαίνοντας ότι τίθεται ζήτημα κράτους δικαίου στη χώρα.

Τόνισε ότι η διάταξη αυτή, η οποία επιτρέπει σε κράτη να λαμβάνουν έκτακτα μέτρα σε περιόδους κρίσης, πρέπει να εφαρμόζεται με αυστηρούς περιορισμούς και μόνο υπό εξαιρετικές συνθήκες. Σημείωσε ότι η χρήση του άρθρου 15 πρέπει να είναι προσωρινή, περιορισμένη και υπό αυστηρή εποπτεία, για να μην παραβιάζονται άλλες διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, υπογραμμίζοντας ότι ορισμένα θεμελιώδη δικαιώματα δεν επιδέχονται καμία παρέκκλιση, όπως το δικαίωμα στη ζωή και η απαγόρευση των βασανιστηρίων.

 

Ο πρώην Υπουργός ανέφερε επίσης ότι η εφαρμογή αυτής της διάταξης θα μπορούσε να οδηγήσει σε σοβαρά νομικά προβλήματα και να θέσει σε κίνδυνο την υπόσταση του κράτους δικαίου στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον ίδιο, η αναφορά στην εφαρμογή του άρθρου 15 της ΕΣΔΑ χωρίς την κατάλληλη δικαστική και νομική εποπτεία μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για την εικόνα της χώρας διεθνώς και να προκαλέσει σοβαρές παραβιάσεις των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας μας.

Αντιδράσεις και από την Ύπατη Αρμοστεία

Την αντίθεσή της στην τροπολογία εξέφρασε με ανακοίνωσή της και η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες τονίζοντας πως, “το δικαίωμα αναζήτησης ασύλου είναι ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, το οποίο κατοχυρώνεται στο διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό δίκαιο και ισχύει για κάθε άτομο, ανεξάρτητα από το πώς ή από το πού έφτασε σε μια χώρα”.

“Το να επιστρέφονται άνθρωποι σε μέρη όπου μπορεί να αντιμετωπίζουν απειλές για τη ζωή ή την ελευθερία τους θα παραβίαζε την αρχή της μη επαναπροώθησης (non-refoulement). Τα κράτη δεν μπορούν να παρεκκλίνουν από αυτή τη σημαντική αρχή του διεθνούς δικαίου” προσθέτει, τονίζοντας πως,

“Πολλοί από τους ανθρώπους που κάνουν το επικίνδυνο ταξίδι από τη Λιβύη προς την Ελλάδα είναι μετανάστες, αλλά άλλοι είναι πρόσφυγες – άνθρωποι που διαφεύγουν από συγκρούσεις, βία και διωγμούς, και ιδίως άτομα από το Σουδάν. Οι αιτούντες άσυλο που εισέρχονται παράτυπα στο έδαφος ενός κράτους δεν θα πρέπει να τιμωρούνται εάν παρουσιάζονται χωρίς καθυστέρηση ενώπιον των αρχών“.

Αναλυτικά η ανακοίνωση της Ύπατης Αρμοστείας:

“Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες αναγνωρίζει την πίεση που δημιουργούν οι πρόσφατες αφίξεις στη Γαύδο και την Κρήτη. Τα κράτη έχουν το δικαίωμα να διαχειρίζονται τα σύνορά τους και να αντιμετωπίζουν την παράτυπη μετανάστευση. Ωστόσο, ο έλεγχος των συνόρων ενός κράτους πρέπει να συνάδει με το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο. Η Ελλάδα έχει μακρά παράδοση στην παροχή προστασίας σε ανθρώπους που διαφεύγουν από τον πόλεμο και τους διωγμούς. Αυτή η παράδοση πρέπει να συνεχιστεί.

Η Ύπατη Αρμοστεία εκφράζει σοβαρή ανησυχία για τη νομοθετική τροπολογία που κατατέθηκε για ψηφοφορία στη Βουλή, με την οποία προβλέπεται η αναστολή για τρεις μήνες της υποβολής αιτήσεων χορήγησης ασύλου για όσους φτάνουν στη χώρα με πλωτά μέσα από τη Βόρεια Αφρική καθώς και η επιστροφή τους χωρίς καταγραφή των αιτημάτων ασύλου τους. Το δικαίωμα αναζήτησης ασύλου είναι ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, το οποίο κατοχυρώνεται στο διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό δίκαιο και ισχύει για κάθε άτομο, ανεξάρτητα από το πώς ή από το πού έφτασε σε μια χώρα. Ακόμη και σε περιόδους μεταναστευτικής πίεσης, τα κράτη πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι άνθρωποι που αναζητούν άσυλο έχουν πρόσβαση στις διαδικασίες ασύλου.

Το να επιστρέφονται άνθρωποι σε μέρη όπου μπορεί να αντιμετωπίζουν απειλές για τη ζωή ή την ελευθερία τους θα παραβίαζε την αρχή της μη επαναπροώθησης (non-refoulement). Τα κράτη δεν μπορούν να παρεκκλίνουν από αυτή τη σημαντική αρχή του διεθνούς δικαίου. Ταυτόχρονα, το διεθνές δίκαιο επιτρέπει την επιστροφή όσων ατόμων απορρίφθηκε η αίτηση ασύλου τους μετά την εξέταση των υποθέσεών τους, κάτι που λειτουργεί ως πυλώνας για την εύρυθμη λειτουργία ενός συστήματος ασύλου.

Πολλοί από τους ανθρώπους που κάνουν το επικίνδυνο ταξίδι από τη Λιβύη προς την Ελλάδα είναι μετανάστες, αλλά άλλοι είναι πρόσφυγες – άνθρωποι που διαφεύγουν από συγκρούσεις, βία και διωγμούς, και ιδίως άτομα από το Σουδάν. Οι αιτούντες άσυλο που εισέρχονται παράτυπα στο έδαφος ενός κράτους δεν θα πρέπει να τιμωρούνται εάν παρουσιάζονται χωρίς καθυστέρηση ενώπιον των αρχών.

Η Ύπατη Αρμοστεία υποστηρίζει διαχρονικά το Ελληνικό Λιμενικό και τις τοπικές αρχές στο έργο τους για την αντιμετώπιση της πίεσης που προκύπτει από τις αφίξεις στα σύνορα της χώρας και παραμένει σε ετοιμότητα προκειμένου να βοηθήσει τις αρχές να διασφαλίσουν βιώσιμες και ανθρώπινες λύσεις απέναντι στις τρέχουσες προκλήσεις. Κάτι τέτοιο περιλαμβάνει τον εξορθολογισμό των διαδικασιών ασύλου με δίκαιο και γρήγορο τρόπο, ώστε να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική ταυτοποίηση των ανθρώπων που είναι πρόσφυγες. Η Ελλάδα, όπως και άλλα κράτη στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, δεν πρέπει να αφεθούν μόνα τους. Η Ύπατη Αρμοστεία θα συνεχίσει να υποστηρίζει την υιοθέτηση αποφασιστικών μέτρων αλληλεγγύης και επιμερισμού της ευθύνης εντός της ΕΕ για τη στήριξη χωρών πρώτης γραμμής, όπως η Ελλάδα”.

ΕΣΠ: “Η Ελλάδα αδυνατεί να διασφαλίσει βασικά θεμελιώδη δικαιώματα”

Υπενθυμίζεται, δε, ότι την αναστολή εξέτασης αιτήσεων ασύλου, αρχικά για τρεις μήνες, για όσους μετανάστες καταφτάνουν στην Ελλάδα από τη Βόρεια Αφρική με πλωτά μέσα, αλλά και τη δημιουργία μόνιμης κλειστής δομής στην Κρήτη που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός από το βήμα της Ολομέλειας της Βουλής, με φόντο την αύξηση των μεταναστευτικών ροών από τη Λιβύη προς την Κρήτη και τη Γαύδο τις τελευταίες εβδομάδες, καταδίκασε με ανακοίνωσή του και το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, την Τετάρτη (9/7).

 

“Η αναστολή πρόσβασης στο άσυλο είναι προδήλως παράνομη, αλλά και παραβιάζει το διεθνές δίκαιο” σημείωσε σε ανακοίνωσή του, υπογραμμίζοντας ότι “η Ελλάδα είναι χώρα υποδοχής και εξωτερικό σύνορο της ΕΕ. Διαθέτει επομένως την τεχνογνωσία για να οργανώσει ένα αποτελεσματικό σύστημα ασύλου, το οποίο θα μπορεί να προσαρμόζεται σε έκτακτες συνθήκες. Ζητάμε την άμεση ανάκληση της απόφασης”.

Αναλυτικά η ανακοίνωση του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες:

Η αναστολή πρόσβασης στο άσυλο είναι προδήλως παράνομη και παραβιάζει το διεθνές δίκαιο.

Η επίκληση αυξημένων ροών δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία και το μόνο που αποδεικνύει είναι την αδυναμία της Ελλάδας να διασφαλίσει βασικά θεμελιώδη δικαιώματα. Η Ελλάδα είχε λάβει ανάλογα μέτρα τον Μάρτιο του 2020 με την ίδια επιχειρηματολογία και αναμένουμε την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επ αυτής της απόφασης.

Η Ελλάδα είναι χώρα υποδοχής και εξωτερικό σύνορο της ΕΕ. Διαθέτει επομένως την τεχνογνωσία για να οργανώσει ένα αποτελεσματικό σύστημα ασύλου, το οποίο θα μπορεί να προσαρμόζεται σε έκτακτες συνθήκες. Ζητάμε την άμεση ανάκληση της απόφασης.

 

ΠΗΓΗ: news247.gr