Με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων για το 2024 μπαίνει σε εφαρμογή η υλοποίηση του συστήματος επιβράβευσης, εκπαίδευσης και ενίσχυσης δεξιοτήτων για όσους… πιάσουν υψηλές και μέτριες βαθμολογίες. Για εκείνους, πάλι, που η απόδοσή τους παραμένει για δεύτερη χρονιά εξαιρετικά χαμηλή, ξεκινά μια διαδικασία που μπορεί να οδηγήσει στον υποβιβασμό ή ακόμη και την παύση από τα καθήκοντά τους.
Μια εντελώς διαφορετική αξιολογητική εικόνα παρουσιάζει πλέον το Δημόσιο συγκριτικά με αυτή που είχε το 2022. Τότε που 98% των δημοσίων υπαλλήλων κατατάσσονταν ως άριστοι ή πολύ επαρκείς υπάλληλοι, ενώ μόλις 284 είχαν χαρακτηριστεί ως ανεπαρκείς ή ακατάλληλοι.
Οπως άλλωστε έχει δηλώσει και ο ίδιος ο υπουργός Εσωτερικών Θοδωρής Λιβάνιος, η αξιολόγηση στη χώρα μας είναι μια πονεμένη ιστορία. «Υπήρχε ένα σύστημα, όπου πριν το 98% ήταν άριστοι δημόσιοι υπάλληλοι. Αλλάξαμε τα κριτήρια, αλλάξαμε τον τρόπο αξιολόγησης. Είναι η δεύτερη χρονιά που ολοκληρώνεται και είδαμε πολύ χρήσιμα παραδείγματα, κυρίως έχοντας τη δυνατότητα πλέον και με συστήματα τεχνητής νοημοσύνης να μπορούμε να αξιολογούμε την αξιολόγηση που έβαλε ένας προϊστάμενος στον υφιστάμενο. Δηλαδή αν αιτιολογείται η βαθμολογία με βάση την επίδοση του υπαλλήλου και το κείμενο αιτιολόγησης της αξιολόγησης».
Σύμφωνα με πληροφορίες των «ΝΕΩΝ», από αυτή την αξιολόγηση – σημειωτέον αξιολογήθηκαν περί τους 170.000 δημοσίους υπαλλήλους – οι «άριστοι» δεν ξεπέρασαν το 11%. Αξίζει να σημειωθεί πως τα επίσημα στοιχεία για το 2024 – συμπεριλαμβανομένης της βαθμολόγησης του Δημοσίου από τους ίδιους τους πολίτες – αναμένεται να ανακοινωθούν πιθανότατα στα μέσα της εβδομάδας.
Υπενθυμίζεται πως το 2023, με την εφαρμογή του νέου συστήματος αξιολόγησης, είχαν τεθεί συνολικά 155.376 στόχοι για τους προϊσταμένους και υπεβλήθησαν 165.738 αξιολογήσεις, εκ των οποίων οι 144.627 αφορούσαν υπαλλήλους και οι 21.111 προϊσταμένους. Αντίστοιχα το 2024 τέθηκαν 184.350 στόχοι για 172.438 αξιολογήσεις. Με βάση το νέο σύστημα, για το 2023 το 33% των υπαλλήλων είχε χαρακτηριστεί από τους προϊσταμένους τους ως υψηλής απόδοσης όταν το αντίστοιχο ποσοστό το 2019 ήταν 83%.
Με τη χρήση εργαλείων της τεχνητής νοημοσύνης, που επεξεργάστηκαν τις σχετικές ειδικές αιτιολογίες, προέκυψε ένας αριθμός κοντά στους 15.000 υπαλλήλους που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως «άριστοι». Την ίδια στιγμή, οι υπάλληλοι οι οποίοι χαρακτηρίστηκαν χαμηλής απόδοσης έφτασαν τους 1.390, αριθμός πενταπλάσιος συγκριτικά με εκείνον που προέκυψε από το προηγούμενο σύστημα αξιολόγησης.
Επιβράβευση
Οπως έχει αναφέρει και η υφυπουργός Εσωτερικών Βιβή Χαραλαμπογιάννη, αποφασίστηκε να τεθεί σε εφαρμογή ένα «νέο, ολοκληρωμένο σύστημα αξιολόγησης, το οποίο πλέον διασυνδέουμε με την ανάπτυξη των δεξιοτήτων, τη στοχοθεσία, αλλά και με την επιβράβευση. Με το νέο σύστημα ο δημόσιος υπάλληλος δεν βαθμολογείται με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Αξιολογείται συλλογικά η μονάδα στην οποία εργάζεται με βάση τη στοχοθεσία που έχει προσυμφωνηθεί και, ειδικότερα, βαθμολογείται ο προϊστάμενος κάθε υπηρεσίας του Δημοσίου για τον βαθμό επίτευξης των μετρήσιμων και συγκεκριμένων στόχων».
Η επίδοση που θα αναγράφεται στα αξιολογητικά έντυπα είναι κι αυτή που θα καθορίσει την εξέλιξη κάθε υπαλλήλου. Ετσι, ανάλογα με την επίδοση υπάρχουν τρία στάδια απόδοσης.
Οι «άριστοι» δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι έχουν καταφέρει να πιάσουν τους στόχους, είναι κι αυτοί που θα επιβραβευθούν. Εξάλλου, σύμφωνα με τον Λιβάνιο, αυτός είναι και ο λόγος που έχει θεσπιστεί το σύστημα κινήτρων και ανταμοιβής. «Ενα μπόνους ετήσιο, το οποίο είναι 40 εκατομμύρια πλέον τον χρόνο σε διευρυμένη βάση. Είναι δικαιούχοι σχεδόν όλοι οι εργαζόμενοι στον δημόσιο τομέα», προσθέτοντας, μάλιστα, πως το μπόνους αναμένεται να δοθεί ακόμη και μέσα στο καλοκαίρι.
Εκείνοι, πάλι, οι οποίοι βάσει της αξιολόγησης έχουν μέτρια προς χαμηλή βαθμολογία πρόκειται να ξανακάτσουν στα… θρανία και να εκπαιδευτούν. Εξάλλου, στοίχημα για την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εσωτερικών είναι να αναδειχθούν οι δεξιότητες κάθε δημοσίου υπαλλήλου. «Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι και αυτοί που έχουν χαμηλή βαθμολογία μπορούν να επανακαταρτιστούν, να δούμε τι έχει φταίξει, να κάνουν μια συζήτηση με τον προϊστάμενό τους και από κει και πέρα να βοηθήσουμε τον υπάλληλο να γίνει καλύτερος. Να διορθώσουμε τα προβλήματα που έχουν να κάνουν με την παρουσία του και με την απόδοσή του στη δουλειά» έχει επισημάνει ο υπουργός Εσωτερικών.
Δεξιότητες
Είναι χαρακτηριστικό πως, σύμφωνα με σχετική μελέτη της Deloitte, κάθε χρόνο χάνεται το 30% της επιδεξιότητας των ανθρώπων, με την έννοια ότι οι εκάστοτε δεξιότητες που αποκτώνται απαξιώνονται με ταχείς ρυθμούς και δεν είναι πλέον χρήσιμες για την εργασία. «Προσφέροντας προσαρμοσμένη καθοδήγηση και υποστήριξη, ενθαρρύνουμε τους υπαλλήλους να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους και να επιτύχουν τους στόχους τους, ενισχύοντας έτσι την αποδοτικότητα σε ολόκληρο τον δημόσιο τομέα» έχει τονίσει η Χαραλαμπογιάννη.
Τα πράγματα, ωστόσο, δυσκολεύουν για τους εργαζομένους στον δημόσιο τομέα οι οποίοι έχουν κακή αξιολόγηση και κρίνονται ανεπαρκείς. Στελέχη του υπουργείου Εσωτερικών τονίζουν στα «ΝΕΑ» πως μια κακή αξιολόγηση δεν οδηγεί αυτόματα στον υποβιβασμό ή την έξοδο από το Δημόσιο. Αντίθετα, θα πρέπει να υπάρχουν δύο κακές αξιολογήσεις για να ενεργοποιηθούν τα δύο… μαξιλαράκια: Να κρίνει, δηλαδή, την εκάστοτε περίπτωση η Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης και στη συνέχεια να εξεταστεί από το Πειθαρχικό Συμβούλιο και εφόσον τεκμηριώνεται η ενδεχόμενη ανεπάρκεια, να ξεκινήσουν οι ανάλογες διαδικασίες. Αξίζει να επισημανθεί πως κάτι τέτοιο προσώρας δεν έχει ενεργοποιηθεί καθώς τώρα ολοκληρώθηκε η δεύτερη αξιολόγηση.
Premium έκδοση «Τα ΝΕΑ»