Δασικές εκτάσεις που θα έφθαναν να καλύψουν ένα μεσαίου μεγέθους νησί όπως είναι η Τήνος, η Μήλος ή η Τζια χάθηκαν τα τελευταία τριάντα χρόνια από το Αιγαίο.
Συνολικά, από τον χάρτη των αιγαιοπελαγίτικων νησιών, εντός μιας 30ετίας, εξαφανίστηκαν 138.510 στρέμματα δάσους και «φύτρωσαν» 85.000 στρέμματα τσιμέντου, ενώ μέσα σε τέσσερις δεκαετίες εγκαταλείφθηκαν οι 4 στις 10 αγροτικές εκμεταλλεύσεις.
Η απώλεια της βιοποικιλότητας που αποτελεί βασικό στοιχείο για την ελκυστικότητα ενός τουριστικού προορισμού, οι περιβαλλοντικές πιέσεις και η ανεξέλεγκτη δόμηση σε ευάλωτα νησιωτικά τοπία υποβαθμίζουν το τουριστικό προϊόν με άμεσες συνέπειες στην τοπική οικονομία αλλά και στις επενδύσεις.
Τη μετάλλαξη των νησιών, ως συνέπεια και της… χωροκατακτητικής τουριστικής δραστηριότητας, μελέτησαν επιστήμονες του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου Κώστα Θεοδώρου, μόνο κατά την περίοδο 1990-2018 τα νησιά του Αιγαίου απώλεσαν σημαντικά ποσοστά δασοκάλυψης, με τη μεταβολή σε ορισμένα να είναι τεράστια, όπως στη Χίο όπου χάθηκε το 41,1% των δασών, στη Θάσο το 40,4%, στη Ρόδο το 34,5%, στη Σάμο το 32,5%, στην Κάρπαθο το 32,4%, στη Λέσβο το 17% κ.λπ.
Οι πυρκαγιές
Οπως επισημαίνει ο κ. Θεοδώρου μιλώντας στο «Βήμα», οι πυρκαγιές αποτελούν τον βασικό λόγο για την εξάλειψη της δασοκάλυψης. «Η ανάλυση έγινε κυρίως σε νησιά όπως η Θάσος, η Ρόδος, η Λέσβος, η Σάμος όπου υπάρχουν δάση, καθώς οι Κυκλάδες δεν έχουν, με δεδομένα έως το 2018. Κι αυτό διότι βασιζόμαστε σε δεδομένα του Corine, του ευρωπαϊκού δορυφόρου Copernicus, ο οποίος όμως βγάζει τις χρήσεις γης ανά 6ετία. Τα νεότερα, δηλαδή έως και το 2024, θα τα έχουμε σε περίπου έναν χρόνο. Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι από το 2018 έως το 2024 είχαμε τεράστιες πυρκαγιές στη Ρόδο, πέρυσι στη Χίο κ.α., γεγονότα που καταδεικνύουν ότι η πραγματική κατάσταση σήμερα είναι πολύ πιο δραματική» αναφέρει ο αν. καθηγητής.
Και προσθέτει: «Υπάρχουν ωστόσο και κάποιες μικρές περιοχές όπου το δάσος εξαπλώθηκε, είτε γιατί άρχισε να αναγεννιέται είτε γιατί εγκαταλείπονται και δασώνονται αγροτικές εκτάσεις, όπως π.χ. στη Σαμοθράκη».
Οσον αφορά τη δόμηση, ο κ. Θεοδώρου τονίζει ότι ειδικά στις Κυκλάδες το τσιμέντο αυξήθηκε. Στη Μύκονο, σύμφωνα με τον ίδιο, το ποσοστό κάλυψης γης από τη δόμηση είναι όσο και στην Ανατολική Αττική – δηλαδή πάνω από το 21% της γης έχει τσιμεντωθεί.
Μάλιστα, εντός μόλις τριών δεκαετιών στη Μύκονο οι τεχνητές επιφάνειες αυξήθηκαν κατά 341% καθώς από 4,9% το 1990 έφτασαν το 2018 να καλύπτουν το 21,8% της επιφάνειας του νησιού. Αντιστοίχως στη Σύρο το τσιμέντο αυξήθηκε κατά 310%, με τις δομημένες επιφάνειες να επεκτείνονται από το 3,5% του νησιού το 1990 στο 14,2% το 2018.
«Η ανεξέλεγκτη δόμηση στα ελληνικά νησιά επιβαρύνει σοβαρά τη βιοποικιλότητα και υπονομεύει κρίσιμες οικοσυστημικές λειτουργίες, όπως η ρύθμιση του μικροκλίματος, η συγκράτηση των εδαφών και η δέσμευση του άνθρακα» επισημαίνει ο χωροτάκτης-πολεοδόμος, υπεύθυνος Περιβαλλοντικής Πολιτικής της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ) δρ Μιλτιάδης Λάζογλου.
Ελλειψη πλαισίου
Αναφερόμενος στα ευρήματα της μελέτης του Πανεπιστημίου Αιγαίου ο κ. Λάζογλου υπογραμμίζει ότι η δασοκάλυψη στο Αιγαίο χάθηκε ενώ στην υπόλοιπη χώρα αυξανόταν.
«Η καθυστέρηση εφαρμογής των Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών (ΕΠΜ) και η έλλειψη σαφούς πλαισίου χρήσεων γης καθιστούν τις Natura ιδιαίτερα ευάλωτες στις πιέσεις» τονίζει ο ίδιος, επισημαίνοντας την ανάγκη επανακαθορισμού του προτύπου της χωροταξικής και πολεοδομικής πολιτικής της χώρας, το οποίο επηρεάζει άμεσα την ανάπτυξη των νησιωτικών δήμων.
Σύμφωνα με τον κ. Λάζογλου, «η καταγραφή των κύριων ζωνών, των ορίων, των περιοχών προστασίας και η αποτύπωση της διάχυσης της τουριστικής δραστηριότητας σε κάθε νησί αποτελεί καθοριστικό εργαλείο για τη διαμόρφωση στοχευμένων προτάσεων που να ενσωματώνουν ρητά τη φέρουσα ικανότητα του τοπίου, των οικοσυστημάτων και των υποδομών, ώστε να διασφαλίζεται μια ισόρροπη, ανθεκτική και περιβαλλοντικά βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη».
Συρρικνώνονται οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις
Ο καθηγητής στο Τμήμα Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου Θανάσης Κίζος, μιλώντας προ ημερών σε ημερίδα της ΕΛΛΕΤ, του Πανεπιστημίου Αιγαίου και του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Γουλανδρή για την αναζήτηση του μέτρου στα νησιά, αναφέρθηκε στη σχέση τουρισμού και αγροτικής παραγωγής. Οι μεταβολές σε ένα διάστημα εξήντα ετών (1960-2020) ήταν ριζικές, με πολύ σημαντικές διαφορές μεταξύ των νησιών.
Οι αιτίες, σύμφωνα με τον καθηγητή, αποδίδονται σε βαθιές κοινωνικοοικονομικές διεργασίες και όχι στις επιπτώσεις μιας και μόνο πολιτικής. Σε αυτές, για παράδειγμα, περιλαμβάνεται η μη ελκυστικότητα του αγροτικού επαγγέλματος και η εκτεταμένη πληθυσμιακή έξοδος.
Επίσης, η αγροτική παραγωγή από δραστηριότητα με σκοπό την προμήθεια αγαθών στο νοικοκυριό, σήμερα είναι προσανατολισμένη στην παραγωγή προϊόντων για τις αγορές (κοντινές ή μακρινές). Επιπλέον, τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά των νησιών κάνουν μη ανταγωνιστική την ανάπτυξη αγροτικών δραστηριοτήτων μεγάλης έντασης και κλίμακας.
Τα δεδομένα που παρουσίασε ο κ. Κίζος καταδεικνύουν ότι κατά την περίοδο 1961-2010 ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων μειώθηκε συνολικά κατά 39%.
Μάλιστα, σε ορισμένα νησιά συρρικνώθηκαν σε ποσοστό άνω του 80% (92,5% στις Οινούσσες, 92,3% στη Νίσυρο και 86% στην Κίμωλο). Αύξηση καταγράφηκε μόνο σε τρία νησιά (Αίγινα, Φούρνοι και Ρόδος).
Απώλειες ειδών
Η αστικοποίηση οδηγεί σε απώλεια ειδών. Σύμφωνα με τον κ. Θεοδώρου απειλείται το 5% των ειδών στο Βόρειο Αιγαίο και το 8% στο Νότιο Αιγαίο. Είναι αξιοσημείωτο ότι τα νησιά φιλοξενούν περίπου 500 από τα 1.400 ενδημικά είδη της Ελλάδας.
Πηγή: tovima.gr