Ο Μ. Χνάρης

Στην Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων μίλησε  ο βουλευτής Ρεθύμνης και υπεύθυνος ΚΤΕ του Τομέα Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Μανόλης Χνάρης, στο πλαίσιο της συζήτησης για το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών   «Δάνεια: Διαφάνεια, ανταγωνισμός, προστασία των ευάλωτων – Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167, επανεισαγωγή του προγράμματος «ΗΡΑΚΛΗΣ» και άλλες, επείγουσες διατάξεις».

Ο βουλευτής, πριν τοποθετηθεί επί του νομοσχεδίου, άσκησε για ακόμα μία φορά οξεία κριτική στην κυβέρνηση, για τα υφιστάμενα προβλήματα και ελλείψεις της δημόσιας υγείας που «ταλανίζουν το Ρέθυμνο και την Κρήτη» επισημαίνοντας ότι  «… τα δημόσια νοσοκομεία στο νησί μας τελούν υπό κατάρρευση και παρά τις δύο επισκέψεις του αρμοδίου Υπουργού που είχαν επικοινωνιακό και μόνο χαρακτήρα, δεν έχει λάβει κανένα ουσιαστικό μέτρο για την αντιμετώπιση της κατάστασης» με προφανή σκοπό την πλήρη ιδιωτικοποίηση του υπέρτατου κοινωνικού αγαθού της υγείας.

Αναφερόμενος στο επίμαχο νομοσχέδιο, τόνισε ότι πραγματεύεται «ένα μείζον ζήτημα που απασχολεί την ελληνική κοινωνία την τελευταία και πλέον δεκαετία δεδομένου ότι τα ‘κόκκινα δάνεια’ πλήττουν σε καθημερινή βάση το βιοτικό επίπεδο των πολιτών, υπονομεύοντας τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, εμποδίζοντας τη βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη της χώρας μας».

Ακολούθως, επέκρινε την κυβέρνηση ότι: «…Μετά την κατάργηση του εμβληματικού νόμου του ΠΑΣΟΚ για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, δεν έχετε θεσπίσει κάποιο αντίστοιχο νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία της κύριας κατοικίας, εξυπηρετώντας αποκλειστικά τις τράπεζες και σε καμία περίπτωση τους δανειολήπτες» επισημαίνοντας μετ’ επιτάσεως ότι το εν λόγω νομοσχέδιο  «στην πραγματικότητα δεν συμβάλλει ούτε κατ’ ελάχιστο στην προστασία των ευάλωτων ούτε προάγει τη διαφάνεια».

Ιδιαίτερη ήταν και η αναφορά του στην ανεπάρκεια της κυβερνητικής πρότασης υπογραμμίζοντας ότι με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις,  η Νέα Δημοκρατία «εκχωρεί ουσιαστικά τη διαχείριση του προβλήματος των κόκκινων δανείων στα funds και στις εταιρείες διαχείρισης, με αποτέλεσμα να δημιουργείται συνεχώς ένα φαύλος κύκλος».