Η αγγλική παραμένει μακράν η πιο διαδεδομένη ξένη γλώσσα στα σχολεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ακολουθεί η ισπανική για τους μαθητές γενικής εκπαίδευσης, ενώ η γερμανική επικρατεί στις επαγγελματικές σχολές. Οι διαφορές μεταξύ χωρών είναι εντυπωσιακές.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η Euronews, το 96% των μαθητών γενικής εκπαίδευσης στην ΕΕ μαθαίνουν αγγλικά ως ξένη γλώσσα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στους μαθητές επαγγελματικής εκπαίδευσης είναι 80%.
Η αγγλική εμφανίζεται μακράν η πιο διαδεδομένη επιλογή, τόσο σε χώρες της δυτικής Ευρώπης όσο και σε κράτη της ανατολικής και κεντρικής Ευρώπης.
Στα λύκεια γενικής εκπαίδευσης, η ισπανική είναι η δεύτερη πιο δημοφιλής γλώσσα (27,1%), ακολουθούμενη από τη γερμανική (21,2%), τη γαλλική (20,8%) και την ιταλική (3,2%).
Αντίθετα, στους μαθητές επαγγελματικής κατεύθυνσης, η γερμανική ανεβαίνει στη δεύτερη θέση με 18,1%, ενώ ακολουθούν η γαλλική (14,1%), η ισπανική (6,6%), η ρωσική (2,3%) και η σουηδική (2%).
Η κινεζική διδάσκεται μόλις στο 0,5% των μαθητών, με τις υψηλότερες συγκεντρώσεις σε Γαλλία (1,4%), Λουξεμβούργο (1,1%) και Ιταλία (1%).
Η πολυγλωσσία εμφανίζει μεγάλες διακυμάνσεις ανά χώρα
Γαλλία, Ρουμανία, Τσεχία, Σλοβακία, Σλοβενία, Εσθονία και Λουξεμβούργο ξεχωρίζουν, καθώς σχεδόν το 100% των μαθητών γενικής εκπαίδευσης μαθαίνει δύο ή περισσότερες ξένες γλώσσες.
Αντίθετα, σε Πορτογαλία (6,7%), Ιρλανδία (10,4%), Ισπανία (22,4%) και Ιταλία (23,3%), το ποσοστό αυτό παραμένει χαμηλό.
Στην επαγγελματική εκπαίδευση, η εικόνα είναι ακόμη πιο διαφοροποιημένη:
Ρουμανία (97,2%), Φινλανδία (85%) και Πολωνία (78%) εμφανίζουν υψηλή διδασκαλία πολλών γλωσσών.
Αντίθετα, σε Μάλτα (0%), Ισπανία (0,1%), Ελλάδα (0,1%) και Δανία (0,9%), σχεδόν κανένας μαθητής επαγγελματικής εκπαίδευσης δεν μαθαίνει δεύτερη ξένη γλώσσα.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία, βρίσκεται μεταξύ των χωρών με τη χαμηλότερη πολυγλωσσία στην επαγγελματική εκπαίδευση, γεγονός που μπορεί να συνδεθεί με το περιορισμένο εύρος προσφερόμενων γλωσσών σε ΕΠΑΛ και ΤΕΕ.
Η πραγματικότητα αυτή ενισχύει τη συζήτηση για αναβάθμιση της γλωσσικής παιδείας στα σχολεία επαγγελματικής κατεύθυνσης, ως εργαλείο ενίσχυσης της απασχολησιμότητας και της ευρωπαϊκής κινητικότητας.