Οι υπολογιστές παρέμειναν ανοιχτοί για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα παιδιά ήταν κλεισμένα στους τέσσερις τοίχους και χαιρετούσαν τους φίλους, συμμαθητές και τους δασκάλους τους μέσα από μια οθόνη.
Το πρώτο μέλημα όλων μόλις χτυπήσει το πρώτο κουδούνι, την ερχόμενη Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου, είναι να καλυφθεί η ύλη, από τη μια πλευρά, αλλά και να αναπληρωθούν άλλου είδους κενά. Μαθητές, ιδιαίτερα μικρότερων τάξεων δεν είχαν τον απαιτούμενο χρόνο για να κοινωνικοποιηθούν, δεν αισθάνθηκαν ποτέ άνετα με τον εκπαιδευτικό της τάξης, ο οποίος μπορεί στα μάτια τους να έμοιαζε περισσότερο με… ρομπότ παρά με άνθρωπο, αφού άκουγαν μία φωνή και τηλε-έβλεπαν ένα πρόσωπο…
Σε μία προσπάθεια, λοιπόν, να επανέλθουμε στην πολυπόθητη κανονικότητα ενός σχολικού περιβάλλοντος, το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής κατέθεσε ένα πλαίσιο προτάσεων και κατευθύνσεων για την κοινωνικο-συναισθηματική υποστήριξη και την ολιστική αντιμετώπιση ενδεχόμενων μαθησιακών κενών/ελλείψεων των μαθητών/τριών του Δημοτικού σχολείου με την έναρξη του σχολικού έτους 2021-2022.
Ο διευθυντής της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ηρακλείου, κ. Μανώλης Μπελαδάκης, αναφέρει στην «Π» πως την περσινή χρονιά, μέσα από την τηλεκπαίδευση, οι εκπαιδευτικοί κατέβαλαν μεγάλη προσπάθεια και κατάφεραν να καλύψουν σε μεγάλο βαθμό την ύλη. Τονίζει πως εμπιστεύεται τον Έλληνα εκπαιδευτικό, όλους τους συναδέλφους του, και πιστεύει πως τα όποια κενά θα καλυφθούν τις πρώτες ημέρες του νέου διδακτικού έτους.
«Χρειαζόμαστε τη συνεργασία της οικογένειας και τη νέα σχολική χρονιά ευχόμαστε ότι δεν θα ξαναζήσουμε και δεν θα ξαναμπούμε σε διαδικασία εξ αποστάσεως εκπαίδευσης γιατί δεν αμφισβητεί κανείς ότι η δια ζώσης διδασκαλία σίγουρα είναι πολύ καλύτερη, δίνει στο παιδί την δυνατότητα της αλληλεπίδρασης με τον δάσκαλο, κάτι που είναι ζητούμενο. Καλώ τους γονείς, λοιπόν, να εμπιστευτούν τον Έλληνα εκπαιδευτικό και να συνεργάζονται αρμονικά με το σχολείο των παιδιών τους», τονίζει ο κ. Μπελαδάκης.
Ο πρόεδρος του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ηρακλείου «Δ. Θεοτοκόπουλος», κ. Γιώργος Μακράκης, αναφέρει πως είναι κοινή διαπίστωση όλων πως υπάρχουν επιπτώσεις στο μαθησιακό τομέα αλλά και τον ψυχοκοινωνικό. Πρόκειται για δύο σοβαρά ζητήματα που θα δουν με προσοχή οι δάσκαλοι με την έναρξη της χρονιάς, με παιδαγωγική σκοπιά.
Μέσα από διαδικασία εκπαιδευτικής αξιολόγησης, ο δάσκαλος θα διαπιστώσει σε ποιο στάδιο βρίσκονται τα παιδιά σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.
Ιδιαίτερη βαρύτητα θα δοθεί στους μαθητές των Α’ και Β΄τάξεων του Δημοτικού, δεν είχαν την ευκαιρία καν να ζήσουν σε ένα φυσιολογικό σχολικό περιβάλλον, να προσαρμοστούν σε συνθήκες κοινωνικοποίησης, ομαδικής, αμφίδρομης διαδικασίας.
Ο κ. Μακράκης υπενθυμίζει πως ο κλάδος έχει επίσημα καταθέσει πρόταση να δημιουργηθούν δομές ενισχυτικής διδασκαλίας σταθερές σε καθημερινή βάση, πέρα από τα υποχρεωτικά μαθήματα.
Ειδική μέριμνα θα πρέπει να υπάρξει σε παιδιά από ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Κάποια δεν είχαν καν την δυνατότητα να παρακολουθήσουν τα μαθήματα τηλεκπαίδευσης ενώ οι γονείς κλήθηκαν να παίξουν έναν ενεργό ρόλο στη μαθησιακή διαδικασία, χωρίς να μπορούν πάντα να αντεπεξέλθουν.
Παράλληλα, θα δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στο προσωπικό των σχολείων, ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς, αν και δεν είναι καθημερινά στα σχολεία.
Ο κ. Μακράκης αναφέρει πως δεν δημιουργήθηκε ισχυρός δεσμός ανάμεσα στους μικρούς μαθητές, ηλικίας 6 και 7 ετών, με τον δάσκαλό τους.
Τα παιδιά σε αυτή την ευαίσθητη ηλικία βασίζονται σε ένα πρόσωπο, το οποίο και είδαν από κοντά ελάχιστα.