Η απόκτηση βασικών δεξιοτήτων παραμένει μεγάλη πρόκληση για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Ιδίως στα μαθηματικά η κατάσταση είναι αποκαρδιωτική, καθώς σχεδόν ένας στους δύο μαθητές δεν επιτυγχάνει το ελάχιστο επίπεδο επάρκειας, παρά τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη, κυρίως μέσω χρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Οι χαμηλές επιδόσεις επηρεάζουν όλους τους μαθητές, ανεξάρτητα από την κοινωνικοοικονομική θέση της οικογένειάς τους. Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα έχει τη χειρότερη επίδοση σε όλη την Ε.Ε. στον δείκτη για την ολοκλήρωση σπουδών στον προβλεπόμενο χρόνο. Στην Ελλάδα μόνον το 9,6% των φοιτητών ολοκληρώνει τις σπουδές του στον προβλεπόμενο χρόνο της σχολής του. Το αντίστοιχο ποσοστό για την Ευρώπη είναι 23,8%. Αυτά παρατηρεί για την Ελλάδα η φετινή Eκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Εκπαίδευση και την Κατάρτιση στις χώρες-μέλη της Ε.Ε.
H έκθεση επισημαίνει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
• Το 47% των μαθητών αποτυγχάνει στα μαθηματικά, 30% στην ανάγνωση και 28% στις φυσικές επιστήμες, όταν οι μέσοι όροι στην Ευρώπη των «27» είναι 29,5%, 26,5% και 24,4% αντιστοίχως, με βάση τα πιο πρόσφατα δεδομένα του προγράμματος PISA του ΟΟΣΑ.
• Τα ποσοστά αριστείας είναι εξίσου ανησυχητικά: στα μαθηματικά μόλις 2% (έναντι 9% στην Ε.Ε. των «27»), στην κατανόηση κειμένου 2% (Ε.Ε. 6,5%) και στις φυσικές επιστήμες 1,5% (Ε.Ε. 6,9%). Η έκθεση αναφέρει ότι η υποεπίδοση στα μαθηματικά αυξήθηκε για όλες τις κοινωνικές ομάδες σε σχέση με το 2018.
• Στην Ελλάδα το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο επηρεάζει τις μαθησιακές επιδόσεις πολύ εντονότερα απ’ ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη: μόνο το 7,1% των μαθητών από μη προνομιούχα οικογενειακά και κοινωνικά περιβάλλοντα επιτυγχάνει υψηλές επιδόσεις (έναντι 16,3% στην Ε.Ε.), ενώ ακόμη και στους προνομιούχους η επίδοση υπολείπεται σημαντικά (35% έναντι 59%).
• Οι σπουδές στις φυσικές επιστήμες, στην τεχνολογία, στη μηχανική και στα μαθηματικά (STEM) προσελκύουν μεγάλο αριθμό φοιτητών στη χώρα μας. Το 2023 το ποσοστό των φοιτητών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που ήταν εγγεγραμμένοι σε προγράμματα STEM ανήλθε σε 33,7% (έναντι 26,9% στην Ε.Ε.), ελαφρώς υψηλότερο από τον προτεινόμενο στόχο σε επίπεδο Ε.Ε. για το 2030 (32%). Στην Ελλάδα η πλειονότητα των φοιτητών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης STEM σπουδάζει μηχανική, μεταποίηση και κατασκευές (62% έναντι 54,6% στην Ε.Ε.) και φυσικές επιστήμες, μαθηματικά και στατιστική, με ποσοστά που κυμαίνονται κοντά στον μέσο όρο της Ε.Ε. (25,8% έναντι 25,1% στην Ε.Ε.). Ωστόσο, για να καλυφθεί η αυξανόμενη ζήτηση στην αγορά εργασίας λόγω της επέκτασης της οικονομίας κατά την περίοδο μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση της χώρας και τη συνεχιζόμενη διαρροή εγκεφάλων, είναι αναγκαίο να αυξηθεί ο αριθμός των φοιτητών που είναι εγγεγραμμένοι σε προγράμματα STEM. Πόσο μάλλον που εξακολουθούν να υπάρχουν ελλείψεις δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας και η ζήτηση είναι ιδιαίτερα υψηλή για θέσεις που σχετίζονται με την ανάπτυξη λογισμικού, την ανάλυση δεδομένων, την κυβερνοασφάλεια και τους επαγγελματίες της τεχνητής νοημοσύνης. Ωστόσο, οι εγγραφές σε προγράμματα ΤΠΕ παραμένουν χαμηλές, σε ποσοστό 12,1% (έναντι 20,3% στην Ε.Ε.). «Η αντιμετώπιση των ελλείψεων θα μπορούσε να ενισχύσει την παραγωγικότητα, την καινοτομία, καθώς και την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση», σημειώνει η έκθεση.
• Για την τριτοβάθμια εκπαίδευση η έκθεση αναφέρει ότι «οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των σπουδών είναι ένα σύνθετο και μακροχρόνιο φαινόμενο στην Ελλάδα. Οι κύριοι λόγοι μη συμμετοχής στη φοίτηση των φοιτητών είναι η ανεπαρκής προετοιμασία σε σχολικό επίπεδο σε ένα πλαίσιο υψηλών προσδοκιών, η απουσία συνεκτικού επαγγελματικού προσανατολισμού στα σχολεία, το υπό συζήτηση σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια και η έλλειψη εκπαιδευτικής υποστήριξης και η υποστελέχωση των πανεπιστημίων».
• Η απασχόληση των αποφοίτων επαγγελματικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα είναι 69,5%, με τον μέσο όρο Ε.Ε. στο 80%. Τα πράγματα είναι χειρότερα στην πρακτική άσκηση σε χώρο εργασίας: Ελλάδα 15% – Ε.Ε. 65%.
Για το θέμα, ο υπεύθυνος ΚΤΕ Παιδείας του ΠΑΣΟΚ Στέφανος Παραστατίδης και ο γραμματέας Παιδείας του κόμματος Σωκράτης Κάτσικας ανέφεραν ότι «η έκθεση της Ε.Ε. για το 2025 αποδεικνύει ότι οι δείκτες επιδεινώθηκαν, η χώρα βρίσκεται στην τελευταία θέση της Ευρώπης στους κρίσιμους τομείς, οι μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης είναι επιφανειακές, ασύνδετες και αντιφατικές, η εκπαίδευση λειτουργεί πλέον με όρους ανισότητας και υποβάθμισης. Η παιδεία της χώρας δεν χρειάζεται άλλες πρόχειρες εξαγγελίες, ούτε πειραματισμούς. Χρειάζεται μακρόπνοο εθνικό σχέδιο, σταθερότητα, στήριξη των εκπαιδευτικών και πραγματικές μεταρρυθμίσεις που θα αναβαθμίσουν την ποιότητα της μάθησης».
kathimerini.gr
