«Ναι» με αστερίσκους λένε τα Πανεπιστήμια στις αλλαγές που προωθεί το Υπουργείο Παιδείας. Οι ενστάσεις αναφορικά με το σχέδιο αστυνόμευσης των ΑΕΙ έχουν ήδη εκφραστεί από τις Συγκλήτους των Πανεπιστημίου Κρήτης και Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου. Παράλληλα, όπως ειπώθηκε και στη Σύνοδο των πρυτάνεων την περασμένη βδομάδα, είναι θετικό τα Ιδρύματα να έχουν λόγο στη βάση εισαγωγής. Ωστόσο, υπάρχουν επιφυλάξεις καθώς θεωρούν ότι θα υπάρχουν Τμήματα με ελάχιστους εισακτέους.
Για το ανώτατο όριο φοίτησης, η υπουργός δεν παρουσίασε τις θέσεις της στους πρυτάνεις και περιμένουν να γίνει το επόμενο διάστημα.
Ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης, κ. Γιώργος Κοντάκης, αναφέρει στην «Π» πως ήταν θετική η ανταπόκριση της Συνόδου στη θέσπιση βάσης εισαγωγής που θα συνδιαμορφώνουν τα Τμήματα. Μένει, όμως, να δοθούν λεπτομέρειες από το Υπουργείο για να έχουν μία σαφή εικόνα των αλλαγών και να τοποθετηθούν αναλόγως. Στη συνεδρίαση, υπήρξαν πρυτάνεις που εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί καθώς θα μείνουν θέσεις φοιτητών ακάλυπτες, ιδιαίτερα σε περιφερειακά Ιδρύματα.
Ο κ. Κοντάκης θεωρεί πως το πρόβλημα πρέπει να εξεταστεί στο σύνολό του και οι επεμβάσεις να ξεκινήσουν από το Λύκειο. Αν ένας υποψήφιος δεν έχει κάνει την κατάλληλη προετοιμασία πριν τις εξετάσεις, τότε δε θα είναι εύκολο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των σπουδών. Ωστόσο, μπορεί αυτή η αλλαγή να έχει ως αποτέλεσμα, υποψήφιοι που μένουν εκτός ΑΕΙ να στρέφονται στην ιδιωτική εκπαίδευση.
Για το θέμα των «αιώνιων φοιτητών», η Σύγκλητος του Ιδρύματος είχε προτείνει να θεσπιστεί ένα όριο ν+ν, δηλαδή, να υπάρχει το περιθώριο ο κάθε φοιτητής να μένει στο Τμήμα διπλάσια χρόνια από όσα είναι τα ακαδημαϊκά εξάμηνα. Ο κ. Κοντάκης θεωρεί πως και δεδομένης της πανδημίας αλλά και γενικότερα, πρέπει να υπάρχουν κάποιες δικλείδες ασφαλείας, κάποιες εξαιρέσεις για περιπτώσεις προβλημάτων υγείας και άλλων σοβαρών θεμάτων που αναγκάζουν τους φοιτητές να καθυστερούν να λάβουν το πτυχίο τους. Όπως λέει, το Πανεπιστήμιο Κρήτης δεν θέλει να προχωρά σε διαγραφές φοιτητών από τα μητρώα του. Θεωρεί πως η θέσπιση ορίου φοίτητης είναι και λογικό να προκαλεί ένα επιπλέον άγχος στους φοιτητές.
Ο πρύτανης του ΕΛΜΕΠΑ, κ. Νίκος Κατσαράκης, αναφέρει πως το θέμα του ορίου σπουδών δεν τέθηκε στη Σύνοδο. Η Σύγκλητος του Ιδρύματος είχε συζητήσει για αυτό τον περασμένο χρόνο. Μεταξύ άλλων, είχε τονίσει πως «δεν θεωρούμε ότι ο περιορισμός του χρόνου σπουδών αποτελεί μια καλή πρακτική, η οποία θα επιλύσει το πρόβλημα, δεδομένων μάλιστα των συνθηκών στη χώρα μας. Αντίθετα, το ανώτατο όριο σπουδών ν+2 θα οδηγήσει σε μαζικές διαγραφές φοιτητών, οι οποίοι έχουν αντικειμενικά προβλήματα ολοκλήρωσης των σπουδών τους (π.χ. εργαζόμενοι φοιτητές, φοιτητές με μαθησιακές δυσκολίες, κ.α.). Αποτελεί ένα πειθαρχικό μέτρο, που δεν θεραπεύει τις βαθύτερες αιτίες του προβλήματος της μακροχρόνιας φοίτησης.
Τα Πανεπιστήμια πρέπει όμως, βάσει του αυτοδιοίκητου, να αναζητήσουν καλές πρακτικές για να περιορίσουν το φαινόμενο της μακροχρόνιας φοίτησης.»
Επίσης, οι πρυτάνεις δεν γνώριζαν πως όλες οι αλλαγές θα συμπεριληφθούν σε ένα νομοσχέδιο.
Για τη βάση εισαγωγής, ο κ. Κατσαράκης αναφέρει πως υπάρχουν Τμήματα, ανεξαρτήτου ποιότητας, που έχουν πολύ χαμηλή βάση. Είναι ένα τεχνικό ζήτημα που πρέπει να εξεταστεί στο σύνολό του. Μεταξύ άλλων, διαμορφώνεται με οικονομικά κριτήρια, αφού οι υποψήφιοι επιλέγουν Τμήματα κοντά στον τόπο καταγωγής τους, για αυτό τα κεντρικά ΑΕΙ έχουν υψηλότερη βάση από τα περιφερειακά. Παράλληλα, θα μείνουν πολλοί υποψήφιοι εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, μάλιστα σε περίοδο κοροναϊού, και θα αναζητήσουν λύση στην ιδιωτική εκπαίδευση. Η Σύγκλητος είχε τονίσει σχετικά πως «θεωρούμε ότι η εισαγωγή της βάσης του 10 δεν αποτελεί λύση, είναι μια μηχανιστική, τεχνική προσέγγιση σε ένα ουσιαστικό πρόβλημα και επιπλέον πρόκειται να θίξει καίρια τα περιφερειακά και ιδιαίτερα τα νησιωτικά Πανεπιστήμια, τα οποία για οικονομικούς λόγους και λόγω της έλλειψης φοιτητικής στέγης, δεν προσελκύουν σε μεγάλο βαθμό φοιτητές με υψηλές βαθμολογίες στις πανελλήνιες εξετάσεις. Να τονίσουμε επίσης, ότι η βάση του 10 είναι ένα καθαρά «τεχνικό μέτρο», καθώς έχει να κάνει πρωτίστως με το βαθμό δυσκολίας των θεμάτων των πανελληνίων εξετάσεων και συνεπώς δεν αποτελεί αντικειμενικό κριτήριο. Για όλους αυτούς τους λόγους, το Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο είναι αντίθετο στην εισαγωγή της βάσης του 10, ως ελάχιστης βάσης εισαγωγής στα Πανεπιστήμια της χώρας.»