
Η ανδρική ομάδα βόλεϊ του ΟΦΗ κάνει συνεχώς βήματα προς τα μπρος τα τελευταία χρόνια και πέρσι στην καλύτερή της σεζόν στη Volley League, κατέκτησε την 6η θέση που της έδωσε το δικαίωμα να αγωνιστεί για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκή διοργάνωση (Βαλκανικό Κύπελλο).
Με την προπονητική …μπαγκέτα του Γιάννη Καλμαζίδη να συνθέτει μια όμορφη αγωνιστική μελωδία, το περασμένο καλοκαίρι η διοίκηση του τμήματος, φρόντισε να ενισχύσει ακόμα περισσότερο το κρητικό σύνολο, φέρνοντας στο Ηράκλειο το μεγαλύτερο όνομα -βάση βιογραφικού- βολεϊμπολίστα που έχει βρεθεί στα μέρη μας. Ο λόγος για τον Σέρβο Μιχάιλο Μίτιτς, έναν από τους κορυφαίους πασαδόρους της Ευρώπης την τελευταία 15ετία (πρωταθλητής Ευρώπης με τη χώρα του το 2011 και φιναλίστ του Champions League με την Περούτζια το 2017) ο οποίος επέλεξε τον ΟΦΗ ως τον πρώτο του σταθμό στο ελληνικό βόλεϊ.
Ο λόγος που ένας τόσο σπουδαίος αθλητής,όπως ο 35χρονος Σέρβος διάλεξε τον ΟΦΗ, έχει …ονοματεπώνυμο. Και αυτό είναι… Γιάννης Καλμαζίδης!
«Είχα συμβόλαιο στο Ιράν για έναν ακόμα χρόνο αλλά λόγω της τεταμένης κατάστασης στην περιοχή, έπρεπε να φύγω.Η πρόταση του ΟΦΗ ήρθε την κατάλληλη στιγμή και δε μπορούσα να την αρνηθώ, όταν επικοινώνησε μαζί μου ο κόουτς. Είχαμε συνεργαστεί εξαιρετικά παλαιότερα στον Λίβανο κι έτσι δεν είχα κανένα δισταγμό. Πιστεύω ότι ήταν γραφτό να γίνει έτσι και να έρθω τώρα στην Κρήτη, μια εξέλιξη που σίγουρα ήταν η καλύτερη δυνατή για μένα τη δεδομένη στιγμή».
Ο δίμετρος πασαδόρος του ΟΦΗ που επισκέπτεται πολύ συχνά τη χώρα μας για διακοπές (αλλά ήρθε για πρώτη φορά στην Κρήτη) εξηγεί στο patris τον λόγο που δεν είχε αγωνιστεί μέχρι φέτος στην Ελλάδα.
«Η αλήθεια είναι ότι μου αρέσει πολύ η Ελλάδα και ήθελα να παίξω στο ελληνικό πρωτάθλημα. Είχα παλαιότερα πρόταση από τον Φίλιππο Βέροιας όμως ήμουν διστακτικός γιατί ήξερα ότι εκείνη την εποχή αρκετές ομάδες -όχι οι μεγάλες- δεν έδιναν όλα τα χρήματα που υπόσχονταν στους παίκτες. Ένας αθλητής για να αποδώσει καλά, πρέπει να νιώθει ασφαλής σε κάθε επίπεδο. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια αυτό έχει αλλάξει, δίνονται περισσότερα χρήματα στην ελληνική λίγκα και το επίπεδο έχει ανέβει θεαματικά».
Οι στόχοι και ο πρόεδρος
Ερχόμενος στον ΟΦΗ, ο Μιχάιλο Μίτιτς βρήκε μια ομάδα «διψασμένη» για μεγαλύτερες επιτυχίες και από την πρώτη στιγμή, αποτέλεσε ένα από τα πιο πολύτιμα «όργανα» στην … ορχήστρα του Γιάννη Καλμαζίδη.
«Πραγματικά η ομάδα είναι πολύ καλή και θεωρώ ότι μπορούμε να τερματίσουμε αρκετά ψηλά στη βαθμολογία.Έχουμε έναν φοβερό προπονητή, πραγματικό μάγο που ξέρει να παίρνει το καλύτερο από τους αθλητές του. Δεν είναι εύκολο από τώρα να πούμε που ακριβώς θα φθάσουμε αλλά θα παλέψουμε για το καλύτερο. Ξεκινήσαμε με το Βαλκανικό Κύπελλο όπου δεν πήγαμε όσο καλά θα θέλαμε αλλά σε κάθε περίπτωση ήταν μια σημαντική εμπειρία. Στο πρωτάθλημα το ξεκίνημά μας είναι καλό και πρέπει να βάλουμε στόχο να κερδίζουμε σχεδόν όλα τα ματς με τις ομάδες που είναι στο επίπεδό μας. Γενικά όμως στο βόλεϊ και στον αθλητισμό, οι μικρές λεπτομέρειες κάνουν τη διαφορά».
Οι αγωνιστικές υπερβάσεις του ΟΦΗ στο βόλεϊ όλα αυτά τα χρόνια, οφείλονται σε τεράστιο βαθμό στις ενέργειες του προέδρου του τμήματος και του Ερασιτέχνη, Γιάννη Δανδάλη, ο οποίος λατρεύει το άθλημα και μετά από προσπάθειες πολλών ετών, ευτύχησε να δει την αγαπημένη του ομάδα στο ανώτερο επίπεδο.
«Ο πρόεδρος είναι ένας πολύ ωραίος άνθρωπος, με γνώση του αθλήματος και μεγάλο πάθος για την ομάδα. Έχω μια πολύ καλή επαφή μαζί του και γενικά είναι δίπλα σε όλο το τιμ. Μακάρι να του δώσουμε τη χαρά να δει τον ΟΦΗ ακόμα πιο ψηλά στην Ελλάδα και την Ευρώπη», λέει ο Μίτιτς και αναφέρεται στον κόσμο που στηρίζει την ομάδα και πώς μπορεί να αυξηθεί:
«Για να έχουμε περισσότερους φιλάθλους κοντά μας, θα πρέπει η ομάδα να παίζει όσο το δυνατόν καλύτερα και να φέρνει επιτυχίες. Ετσι συμβαίνει παντού. Βλέπω ότι έχουμε πιστούς οπαδούς και με χαροποιεί ότι έρχονται οικογένειες και παιδιά στο γήπεδο. Ξέρω ότι ο κόσμος του ΟΦΗ πηγαίνει περισσότερο στο ποδόσφαιρο αλλά ελπίζω ότι θα τους κάνουμε να μας αγαπήσουν περισσότερο και να μας υποστηρίζουν σε κάθε αγώνα».
Ο κοσμογυρισμένος Μίτιτς
Ο Μιχάιλο Μίτιτς έχει παίξει βόλεϊ σε 10 διαφορετικές χώρες (Ιταλία, Γαλλία, Σερβία, Ρωσία, Κίνα, Πολωνία, Λίβανος, Τσεχία, Κύπρος, Ιραν), με τελευταίο σταθμό -πριν τον ΟΦΗ- την Τεχεράνη.
Πόσο δύσκολο είναι αλήθεια να βρίσκεσαι συνέχεια με μια…βαλίτσα στο χέρι;
«Αυτή είναι η 13η σεζόν που παίζω εκτός Σερβίας. Πραγματικά ο χρόνος νιώθω ότι πετάει. Είμαι 35 αλλά αισθάνομαι τέλεια και θεωρώ ότι μπορώ να παίξω καλό βόλεϊ για αρκετά χρόνια ακόμα. Στην αρχή της καριέρας μου ήταν πολύ ενδιαφέρον να αλλάζω σχεδόν κάθε χρόνο χώρα και ομάδα. Όταν όμως έκανα οικογένεια, σίγουρα ήταν προτιμότερο να έχω μια πιο σταθερή βάση. Δεν είναι σωστό τα παιδιά να αλλάζουν χώρα κάθε χρόνο. Φέτος πάνε σχολείο στη Σερβία και προγραμματίζουμε τις γιορτές να έρθουν στην Κρήτη, να κάνουμε διακοπές μαζί».
Όσο για τη χώρα που του άρεσε περισσότερο και έχει τις καλύτερες αναμνήσεις;
«Μου άρεσε πολύ το Ιράν όπου έπαιξα πέρσι και πραγματικά δεν περίμενα να περάσω τόσο καλά. Οι άνθρωποι είναι εκπληκτικοί και το πρωτάθλημα πολύ δυνατό. Το ίδιο μπορώ να πω επίσης για τον Λίβανο και για την Κύπρο, αν και στον ΑΠΟΕΛ έπαιξε λίγους μήνες. Από κει και πέρα, σίγουρα σε Ιταλία, Ρωσία και Πολωνία το επίπεδο των πρωταθλημάτων ήταν πάρα πολύ υψηλό και απόλαυσα όλες τις χρονιές. Είναι σχεδόν αδύνατο να τα συνδυάσεις όλα σε ένα μέρος, κάτι κερδίζεις, κάτι χάνεις. Στην Κρήτη ο καιρός είναι τέλειος, το φαγητό φοβερό, η πόλη μου αρέσει και η ομάδα βέβαια είναι δυνατή».
Οι κορυφαίες στιγμές
Ο νέος πασαδόρος του ΟΦΗ έχει αγωνιστεί στο υψηλότερο επίπεδο, τόσο με την Εθνική Σερβίας, όσο και με συλλόγους στην Ευρώπη και όχι μόνο.
Από τα πολλά τρόπαια και μετάλλια που έχει κατακτήσει στην καριέρα του, ο ίδιος ξεχωρίζει:
«Σίγουρα το χρυσό με τη χώρα μου στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 2011. Και βέβαια την πορεία που κάναμε με την Περούτζια το 2017 στο Champions League. Ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου έχει το πρώτο Κύπελλο Σερβίας που πήρα με τον Ερυθρό Αστέρα το 2009, σε έναν τελικό που χάναμε 2-0 και το γυρίσαμε. Μακάρι με τον ΟΦΗ να δημιουργήσω νέες ευχάριστες αναμνήσεις.Το αξίζει η πόλη, το κλαμπ και οι άνθρωποι που το στελεχώνουν».
Γεννημένος σε μια πολύ μικρή πόλη της Σερβίας, το Βέλικο Γκράντιστε, κοντά στα σύνορα με τη Ρουμανία, ο Μιχάιλο Μίτιτς, θυμάται τα πρώτα του βήματα στον αθλητισμό.
«Δεν είχα και πολλές επιλογές στην πόλη μου. Μικρός έπαιξα ποδόσφαιρο αλλά πάντα ήξερα ότι θα καταλήξω στο βόλεϊ. Αλλωστε και ο πατέρας μου είχε παίξει μέχρι και στην Εθνική Γιουγκοσλαβίας αλλά και η μητέρα μου ήταν βολεϊμπολίστρια».
Να σημειωθεί ότι ο πατέρας του Μίοντραγκ ήταν μέλος της εθνικής ομάδας της Γιουγκοσλαβίας το 1980 στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας ενώ ο Μιχάιλο αγωνίστηκε στην Ολυμπιάδα του Λονδίνου το 2012 με την εθνική ομάδα της Σερβίας.
Ο …βοηθός του προπονητή στο γήπεδο
Ο ρόλος του πασαδόρου σε μια ομάδα βόλεϊ είναι κομβικός αλλά ο Μίτιτς εξηγεί ότι όλα εξαρτώνται από την ομαδική συνεργασία.
«Αν πιστεύουν κάποιοι ότι είμαι καλός πασαδόρος, σημαίνει ότι είχα και καλούς συμπαίκτες στην καριέρα μου. Αλλιώς δε θα μπορούσα να φθάσω πουθενά. Είναι τιμή για μένα να θεωρούμαι ως ένας από τους καλύτερους παίκτες στη θέση αυτή αλλά σε αυτό συμβάλλει πάντα όλη η ομάδα.Ο πασαδόρος είναι ο βοηθός του προπονητή στο γήπεδο, όλες οι μπάλες περνούν από εκείνον και είναι υποχρεωμένος να παίρνει γρήγορες αποφάσεις. Αυτός είναι ο ρόλος μου και τον απολαμβάνω όλα αυτά τα χρόνια».