Λιγότερο γάλα λόγω ευλογιάς στα τυροκομεία – «Θα φτάσει 20 ευρώ η φέτα»

Σε ιστορικά υψηλά επίπεδα αναμένεται να φτάσει η τιμή της φέτας το επόμενο διάστημα, ακόμα και τα 20 ευρώ το κιλό. Η ευλογιά έχει μειώσει σημαντικά την παραγωγή γάλακτος, με αποτέλεσμα πολλοί τυροκόμοι να αδυνατούν να παράγουν τυρί.

«Έχασαν 40 παραγωγοί. Η ευλογιά απειλεί να καταστρέψει ολόκληρο το επάγγελμα», δήλωσε στον Alpha ο τυροκόμος κ. Αρβανίτης. Παράλληλα, η τιμή του γίδινου γάλακτος αναμένεται να αυξηθεί, καθώς προωθείται περισσότερο η παραγωγή γίδινου τυριού.

«Η ζήτηση αυξάνεται συνεχώς, γιατί όταν ο κόσμος αντιλαμβάνεται ότι κάτι λείπει, ζητάει ακόμα περισσότερο», τόνισε ο τυροκόμος κ. Κλέπκος.

Απλησίαστα τα ελληνικά τυριά – Ανατιμήσεις έως και 100% τα τελευταία τρία έτη

Ελληνικά τυριά από… χρυσάφι αντικρύζουν οι καταναλωτές στα ράφια των σούπερ μάρκετ, με τα προϊόντα να εξαφανίζονται από τα τραπέζια και τους κτηνοτρόφους και τα τηροκομεία να πλήττονται καίρια.

Μπορεί ο πληθωρισμός να έχει υποχωρήσει στη χώρα, αλλά οι τιμές των τυριών παραμένουν απλησίατες, με τους καταναλωτές να καλούνται να δώσουν ακόμα και το μισό τους μεροκάματο για να αγοράσουν μισό κιλό γραβιέρα, σύμφωνα με τον ΑΝΤ1.

Οι τιμές έχουν σημειώσει σημαντική άνοδο, με ένα κιλό φέτα να αυξάνεται από 10,9 ευρώ το 2024 σε 12,2 ευρώ φέτος.

Η γραβιέρα ακρίβυνε κατά τέσσερα ευρώ μέσα σε ένα έτος, με τους καταναλωτές να αγοράζουν ένα κιλό με 19 ευρώ το 2025, σε αντίθεση με 15 ευρώ πέρυσι.

Σημαντικές ανατιμήσεις εντοπίζονται και σε άλλα τυριά:

  • Γκούντα: 7 ευρώ (2024) -> 8,5 ευρώ (2025)
  • Ένταμ: 8 ευρώ (2024) -> 9,5 ευρώ (2025)
  • Κασέρι: 14 ευρώ (2024) -> 19 ευρώ (2025)
  • Κεφαλογραβιέρα: 13,5 ευρώ (2024) -> 18 ευρώ (2025)

Οι καταναλωτές, που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στις υψηλές τιμές, στρέφονται σε εισαγόμενα προϊόντα.

Η αύξηση στις τιμές των τυριών, που έχουν «εκτιναχθεί» έως και 100% την τελευταία τριετία, οφείλεται στη μείωση της παραγωγής, η οποία προκαλείται από το αυξημένο κόστος των ζωοτροφών και της ενέργειας, τη δημογραφική γήρανση, τη μείωση των εθνικών επιδοτήσεων (κατά 16% το 2025), και τη καθυστέρηση των κοινοτικών αποζημιώσεων του ΟΠΕΚΕΠΕ.