Από τον ορυμαγδό των δηλώσεων που ακολούθησαν τα πραγματικά πρωτοφανή αποτελέσματα των εκλογών της 21ης Μαϊου τι έλειπε; Μα οι δηλώσεις των συνταγματολόγων φυσικά. Οι οποίοι μάλιστα, πρωτοστατούντων των «16» και του Ευάγγελου Βενιζέλου ειδικότερα, από τον Ιούλιο του περασμένου καλοκαιριού που «έσκασαν» οι παρακολουθήσεις της ΕΥΠ, είχαν για καιρό επισκιάσει κάθε άλλη πολιτική είδηση, αφού ούτε λίγο ούτε πολύ ζητούσαν την κεφαλή του τότε Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη (και της κυβέρνησής του) «επί πίνακι».
Γιατί λοιπόν, αυτή η μετεκλογική αφωνία των πρώην λαλίστατων συνταγματολόγων. Ποια είναι η αιτία της τωρινής, λαρυγγολογικής φύσεως, πάθησής τους; Μα η λαϊκή ετυμηγορία φυσικά! Η οποία στην προκειμένη περίπτωση εκφράστηκε με καταλυτικό και κυρίως με πρωτοφανώς παταγώδη τρόπο:
με είκοσι μία σχεδόν μονάδες διαφορά από το δεύτερο κόμμα. Υπέρ ποίων; Υπέρ ενός πρωθυπουργού και μιας κυβέρνησης τους οποίους οι κ.κ. συνταγματολόγοι λίγους μήνες νωρίτερα (ουσιαστικά σε προεκλογική περίοδο δηλαδή) είχαν βαλθεί μετά μανίας περισσής να «παραιτήσουν». Ενάντια και στην τότε εκφραζόμενη λαϊκή βούληση και υποκαθιστώντας την, αφού επρόκειτο για πρωθυπουργό που απολάμβανε πρωτοφανούς αποδοχής του εκλογικού σώματος και ο οποίος προϊστατο μιας κυβέρνησης που απολάμβανε της αδιαμφισβήτητης εμπιστοσύνης της Βουλής. Πράγματα που επαληθεύτηκαν πανηγυρικά και κατά τον εγκυρότερο τρόπο στις εκλογές της 21ης Μαϊου.
Και ιδού η απορία ημών (που κι εμείς διδαχτήκαμε Συνταγματικό Δίκαιο – και το «περάσαμε», δεν μας «έκοψε» η Κεραμέως – και μάλιστα από τις κορυφές του είδους, τους αείμνηστους Αριστόβουλο Μάνεση και Δημήτρη Τσάτσο): πόθεν ορέ παλληκάρια η αρμοδιότητα των συνταγματολόγων να δικάζουν και πού προβλέπεται για τον συγκεκριμένο λόγο η συγκεκριμένη κύρωση-ποινή της παραίτησης πρωθυπουργού και κυβέρνησης που απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης της Βουλής;
Με ποιο λοιπόν συνταγματικό εφαλτήριο ζητούσαν αυτή την όχι μόνον καίρια, αλλά κυριολεκτικά καταλυτική, επέμβαση στον τρόπο παύσης (άρα και ανάδειξης) της εκτελεστικής εξουσίας; Αρκούσαν γι’ αυτό οι συνταγματικώς προβλεπόμενες αρχές της προστασίας των επικοινωνιών και της ελευθερίας γνώμης των βουλευτών, που οι συνταγματολόγοι, πρωτοστατούντος του κ. Βενιζέλου, υποστήριζαν;
Όχι κατά την γνώμη μας διότι οι παραπάνω αρχές μπορεί να διαθέτουν την δική τους συνταγματικά κατοχυρωμένη αυταξία, η οποία όμως σε καμία περίπτωση, ακόμα και όταν αποδεδειγμένα παραβιάζονται, δεν μπορεί να υπερκεράσει και να υπερκαλύψει την συνταγματικά επίσης προβλεπόμενη υψίστη λαϊκή λειτουργία και βάση του δημοκρατικού πολιτεύματος: την λαϊκή βούληση και κυριαρχία (οι οποίες σημειωτέον δεν υποκαθίστανται από οτιδήποτε άλλο).
Περαιτέρω, με εκ μέρους ποιας άλλης άραγε, συνταγματικά προβλεπόμενης, εξουσίας-λειτουργίας την συνέργεια, ήταν δυνατή η παραπάνω καταλυτική επέμβαση επί της εκτελεστικής εξουσίας; Της Δικαστικής; Όχι βέβαια διότι κανένα δικαστήριο δεν επελήφθη σχετικά ούτε και εκδόθηκε ή μπορεί να εκδοθεί σχετική απόφαση περί παύσης της κυβέρνησης (επί άλλων θεμάτων μπορεί να επιληφθεί όπως και ήδη επελήφθη). Της Νομοθετικής; Όχι επίσης, διότι ουδεμία νομοθετική ρύθμιση προβλέπει για τον λόγο αυτό σχετικό αρμόδιο δικαστήριο, αλλά ούτε και σχετική επιβαλλόμενη ποινή όπως η αιτούμενη από τους συνταγματολόγους ποινή της παραίτησης.
Και με δεδομένο ότι ειδικά στη χώρα μας δεν μπορείς «να κάνεις βήμα» χωρίς αυτό να προβλέπεται από το Σύνταγμα ή από κάποιον Κώδικα ή από έναν τυπικό νόμο ή από μια υπουργική απόφαση ή έστω από μια κανονιστική αυτοδιοικητική διάταξη κ.λ.π., πώς είναι δυνατόν η κορυφαία πολιτειακή πράξη της παύσης (και της ανάδειξης συνεπώς) της Εκτελεστικής Εξουσίας (Πρωθυπουργού και Κυβέρνησης) να ανατίθεται από το Σύνταγμα στον… «πατριωτισμό» των…. Συνταγματολόγων;
Άρα και συνεπώς εάν από πουθενά δεν προβλέπεται και πουθενά δεν ερείδεται το από τους συνταγματολόγους ζητούμενο, τότε πρόκειται περί καραμπινάτης αντισυνταγματικής επέμβασης τρίτων επί της λαϊκής βούλησης και κυριαρχίας: η ανάδειξη και η παύση των κυβερνήσεων, είναι, και πολύ σωστά, αλλουνού παππά ευαγγέλιο: του λαού και όχι των συνταγματολόγων, οι οποίοι κατά τη γνώμη μου εν προκειμένω είχαν υπερβεί κατά πολύ τα συνταγματικά εσκαμμένα.
Δουλειά των συνταγματολόγων είναι να γνωματεύουν επί θεμάτων συνταγματικού ενδιαφέροντος και όχι να ζητούν δημοσίως και φορτικότατα, κατά μόνας ή ομαδικά, την παραίτηση των πρωθυπουργών και των κυβερνήσεων που ο λαός έχει εκλέξει: μία φορά είχαμε την διακήρυξη της συνταγματικής νομιμότητας και ομαλότητας της εξάντλησης της τετραετίας και έπρεπε ντε και καλά να την τρέψουμε κι’ αυτήν με την ζητούμενη πρόωρη παραίτηση πάλι σε ανωμαλία! Οι αρμοδιότητές τους δεν εξικνούνται, και δεν πρέπει να εξικνούνται, έως την υποκατάσταση της λαϊκής βούλησης, πράγμα που επαληθεύτηκε πανηγυρικά από τις εκλογές της 21ης Μαϊου.
Και γιατί η αιτούμενη παραίτηση παρακαλώ; Για κάτι το οποίο δυστυχώς γίνονταν από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις, αποδεδειγμένα μάλιστα από την κυβέρνηση Συριζανέλ του 2015-2019 (παρακολουθήσεις των αρχηγών κομμάτων Λαφαζάνη, Κουτσούμπα, υπουργών Κοτζιά, Πιτσιόρλα κ.λ.π. και χιλιάδων άλλων πολιτών, συνοδευόμενες από την εκκωφαντική, απόλυτη και διαρκείας αφωνία των εσχάτως φλύαρων συνταγματολόγων).
Πράγμα το οποίο συνέβαινε και συμβαίνει όχι μόνον στη χώρα μας αλλά και στην Ευρώπη, στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωκοινοβούλιο κ.λ.π.), και σε όλο τον κόσμο. Και χωρίς σε κανένα άλλο κράτος του κόσμου να ζητηθεί για τον λόγο αυτό παραίτηση πρωθυπουργού και κυβέρνησης! Και, σημειωτέον, ότι στα καθ’ ημάς γίνονταν και με εισαγγελική βούλα!
Αλλά τότε γιατί όλα τα προηγούμενα, που διαβάζουμε σε τούτες τις αράδες, αναλώνοντας τον πολύτιμο χρόνο μας; Διότι απλώς επιδιδόμαστε στο αιώνιο σπορ της φυλής μας: πολιτών τε, πολιτικών και συνταγματολόγων: οτέ μεν (και αλλαχού) καταπίνουμε την κάμηλον, οτέ δε (και εδώ) διϋλίζουμε τον κώνωπα!
* Ο Θανάσης Καραγιάννης είναι δικηγόρος Ηρακλείου