Έτοιμη να δεχτεί κάθε μία καταγγελία πολίτη που βρίσκεται αντιμέτωπος με την άρνηση των τραπεζών να εφαρμόσουν το νόμο για την παροχή άτοκου δανείου στους πληγέντες από το σεισμό, εμφανίζεται η υπηρεσία του Συνήγορου του Καταναλωτή, στην οποία προσέφυγε ο Σύλλογος Σεισμοπλήκτων Δήμου Μινώα Πεδιάδας “η Ελπίδα”. Όπως χαρακτηριστικά τονίζεται στην επιστολή της
«…Η υπηρεσία (ο Συνήγορος του Καταναλωτή) παραμένει στη διάθεσή των μελών σας για τη διερεύνηση των καταγγελλόμενων μετά από την υποβολή από μέρους τους εξατομικευμένων ενυπόγραφων αναφορών, σύμφωνα με το άρθρο 3 του Π.Δ. 55/2014 στο πλαίσιο της εκ του νόμου προβλεπόμενης αρμοδιότητάς της.
Όπως είναι γνωστό, ο Σύλλογος Σεισμοπλήκτων προχώρησε σε μαζικές προσφυγές ζητώντας την παρέμβαση του Συνήγορου του Πολίτη, της Ένωσης Καταναλωτών, και του Μεσολαβητή Τραπεζικών Επενδυτικών Υπηρεσιών, με στόχο να αντιμετωπιστεί το νέο εκρηκτικό πρόβλημα που δημιουργείται στην τοπική κοινωνία από την άρνηση των τραπεζών να εφαρμόσουν το νόμο για την παροχή άτοκου δανείου στους πληγέντες από το σεισμό.
Πρόκειται για το βαρύτερο πλήγμα που έχουμε υποστεί μέχρι σήμερα, το οποίο βάλλει ευθέως στην προσπάθεια για την οικιστική ανάπτυξη της περιοχής, τονίζει ο πρόεδρος του Συλλόγου Σεισμοπλήκτων «Ελπίδα» Κ.Γκαντάτσιος, ο οποίος σημειώνει ότι με όλα αυτά που βλέπουμε, δυστυχώς δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει το μέλλον.
Όπως είναι γνωστό, βάσει του νόμου οι σεισμόπληκτοι για να μπορέσουν να αποκαταστήσουν τα σπίτια τους από τις καταστροφές που προκάλεσε ο σεισμός, ενισχύονται οικονομικά σε ποσοστό 80% από την κρατική αρωγή και το υπόλοιπο 20% της χρηματοδότησης, θα πρέπει να καλύπτεται με άτοκο δάνειο από τις τράπεζες. Ο νόμος αυτός αφορά το σύνολο των πληγέντων από φυσικές καταστροφές, είτε μιλάμε για σεισμό ή πυρκαγιές ή πλημμύρες.
Ωστόσο τα αιτήματα των σεισμόπληκτων προσκρούουν στην άρνηση, την αδιαφορία και την απροθυμία των τραπεζών να τους χρηματοδοτήσουν με αποτέλεσμα να εγκλωβίζονται σε πλήρες αδιέξοδο.
Πρόκειται για ένα τεράστιο πρόβλημα αφού μόνο με τα χρήματα της κρατικής επιδότησης οι σεισμόπληκτοι δεν μπορούν να ξαναφτιάσουν τα σπίτια τους, επειδή το ύψος της αποζημίωσης που τους έχει εγκριθεί, βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία και δεν είναι εναρμονισμένες με τις τιμές που επικρατούν στην αγορά.
Άρα χωρίς τον τραπεζικό δανεισμό δημιουργούνται εκρηκτικά προβλήματα, αφού από τη μία πλευρά δεν μπορούν οι σεισμόπληκτοι να ξαναφτιάξουν τα σπίτια τους και από την άλλη, όσοι προσπαθήσουν να κάνουν αποκατάσταση, χωρίς να φτάσουν τα χρήματα της κρατικής αρωγής, θα κληθούν αργά ή γρήγορα να τα επιστρέψουν».