Την δεκαετία 1970 και 1980 πίστευα ακραδάντως ότι μόλις πέσει η χούντα και μόλις εμφανισθεί η ιδιωτική τηλεόραση, τότε και μόνο τότε υπήρχε περίπτωση να γλιτώσουμε από την συντήρηση, τον παλαιοκομματισμό, την οικογενειοκρατία και τα κατάλοιπα της τουρκοκρατίας. Πάντα πίστευα ακόμη ότι μπροστά στην διαφάνεια και στην αντικειμενική ενημέρωση που εξασφαλίζει η ελεύθερη τηλεόραση, δεν μπορεί να ευδοκιμήσει η παλαιοκομματική αντίληψη.
Τελικά όμως έκανα λάθος, διότι μπορεί να έπεσε η χούντα το 1974, μπορεί να έκανε την εμφάνισή της η ιδιωτική τηλεόραση το 1989, αλλά ο παλαιοκομματισμός ζει και βασιλεύει. Επίσης έκανα λάθος όσον αφορά στη συντηρητική και συμβιβαστική ΕΡΤ, διότι παρά τα προβλήματα, που της είχαν φορτώσει οι διάφοροι επιτήδειοι, φρόντισε προς τιμήν της για μία επαρκή ενημέρωση του Ελληνικού λαού και συγχρόνως φρόντισε να επιτελέσει επί μία δεκαπενταετία τουλάχιστον ένα αξιόλογο κοινωνικό, παιδαγωγικό και εκπαιδευτικό έργο. Σήμερο κατά πάσα πιθανότητα η αμαρτωλή ΕΡΤ, όπως αποκαλούσαμε τη δημόσια τηλεόραση, είναι βυθισμένη και αυτή στην ανυπαρξία των ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, όμως στην προαναφερόμενη δεκαπενταετία ανταποκρίθηκε στο καθήκον της κατά τον καλύτερο τρόπο.
Έτσι θα μπορούσε κάποιος να μην πλήξει καθόλου ανοίγοντας την τηλεόρασή του, διότι θα μπορούσε να δει έργα του Γκιουνεϊ, του Αγγελόπουλου, του Παντελή Βούλγαρη, του Σμαραγδή, του Τσάρλι Τσάπλιν, του Όρσον Ουέλς, του Χίτσκοκ, του Μπέρκμαν και πολλών Γάλλων, Άγγλων και Ισπανών σκηνοθετών του κινηματογράφου και θεάτρου. Παράλληλα στα δύο κρατικά μας κανάλια θα μπορούσε να παρακολουθήσει εκπομπές για την αρχαιότητα, τα κλασικά χρόνια, την Αλεξανδρινή εποχή, την Ρωμαϊκή, την Βυζαντινή και τα χρόνια της σκλαβιάς. Θα μπορούσε ακόμη να παρακολουθήσει εκπομπές για το περιβάλλον, την τέχνη, τον πολιτισμό, την παιδεία και την ανάπτυξη.
Στη συνέχεια, βέβαια, ήλθε η ιδιωτική τηλεόραση, η οποία σαν οδοστρωτήρας ισοπέδωσε τα πάντα, αδιαφορώντας όχι μόνο για την καθημερινή έγκυρη, έγκαιρη και συνεχή ενημέρωση, αλλά και διαστρεβλώνοντας επιπλέον την αλήθεια και την πραγματικότητα. Για παράδειγμα όταν σιγοκαιγόταν η μισή Αττική και η Εύβοια το καλοκαίρι του 2021 χωρίς να κουνιέται φυλλαράκι, όλα τα κανάλια έβλεπαν 9 με 10 μποφόρ αέρα. Παράλληλα έβρισκαν την ευκαιρία για τυμβωρυχία κάνοντας αναφορά στο Μάτι και στους 102 νεκρούς, ενώ εφέτος που κάηκαν πάνω από 1.000 Ευρωπαίοι συμπολίτες μας στην Ιβηρική χερσόνησο, το παράβλεψαν τελείως.
Ομοίως όταν ο δημοσιογράφος Κουκάκης έπεσε θύμα παρακολούθησης δεν ενδιαφέρθηκε κανένα κανάλι για την τύχη του, αν και έχουν όλα υποχρέωση ενημέρωσης και πληροφόρησης, για έναν άνθρωπο που ερευνούσε σκάνδαλα τραπεζών.
Επίσης όταν από την Κρήτη εξωτερίκευσε ο πρώην πρωθυπουργός τη γνώμη του για την παράνομη παρακολούθηση πολιτών και πολιτικών, όλα τα ιδιωτικά κανάλια σχολίαζαν παραπλανητικά, ότι πρώην και νυν συμφωνούν, προκειμένου να πέσει άπλετο φως για την παράνομη παρακολούθηση…
Η αλήθεια όντως είναι ότι ουδέποτε ενδιαφέρθηκαν οι ιδιοκτήτες ραδιοτηλεοπτικών σταθμών για την πραγματική είδηση, ούτε για την άμεση ενημέρωση, ούτε για την διαπαιδαγώγηση του κόσμου από το 1989, που εμφανίσθηκαν στο τηλεοπτικό προσκήνιο, μέχρι σήμερο, σε αντίθεση προς τα κρατικά κανάλια της ΕΡΤ. Κυρίως ενδιαφέρονταν για τις διαφημίσεις, τις ειδήσεις που εντυπωσιάζουν, καθώς και για τις ταινίες και τα παιχνίδια, που θα μπορούσαν να έχουν τηλεθέαση.
Για αυτό το λόγο άλλωστε όλα τα κανάλια παίζουν τούρκικες κασέτες και παιχνίδια ριάλιτι, μοστράροντας συγχρόνως στα κεντρικά δελτία ειδήσεων τα πιο ειδεχθή, τα πιο αποτρόπαια και τα πιο ανατριχιαστικά εγκλήματα. Στο κάτω-κάτω όλοι οι καναλάρχες προέρχονται από τον επιχειρηματικό χώρο, τον χώρο του ποδοσφαίρου και το χώρο του στοιχήματος. Επομένως δεν πρέπει να εκπλήσσεται κανένας.
Παρά το γεγονός λοιπόν ότι η ιδιωτική τηλεόραση δημιούργησε την πλέον απαίσια και φρικτή ραδιοτηλεοπτική εικόνα στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, εντούτοις δεν βρέθηκε ακόμη μία ανεξάρτητη αρχή, για να ελέγξει συστηματικά την τήρηση των κανόνων της δεοντολογίας, της πληρότητας του προγράμματος, της πολυφωνίας στην ενημέρωση, της προστασίας των ανηλίκων και του σεβασμού της αξίας του ανθρώπου, όπως απαιτεί το Σύνταγμα στο άρθρο 15.
Με βάση τα παραπάνω και κυρίως τα τρία παραδείγματα, που αναφέρω, είναι φανερό ότι οι κανόνες δεοντολογίας απουσιάζουν τελείως από τα ιδιωτικά κανάλια και ότι η ενημέρωση είναι μονόπλευρη, εκθειάζοντας συγχρόνως τη στρεβλή διακυβέρνηση των εκάστοτε κυβερνώντων και συγκαλύπτοντας τα σκάνδαλα αυτών, όχι με το αζημίωτο. Αναφέρω ακόμη ότι τόσο η ασφάλεια των ανηλίκων, όσο και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, περισσότερο κινδυνεύουν από τέτοια κανάλια παρά που προστατεύονται. Τέτοια τηλεοπτικά ήθη και έθιμα μάς έφερε η ελεύθερη τηλεόραση. Για όλους αυτούς τους λόγους έφτασα στο σημείο να νοσταλγώ την ΕΡΤ1 και την ΕΡΤ2, δηλώνω μάλιστα ότι ευχαρίστως θα ξανάβλεπα τις εκπομπές, που προανέφερα και δηλώνω ακόμη ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να συγκριθούν τα κανάλια της ΕΡΤ με τα ιδιωτικά. Πρόκειται για ποσά ανόμοια.
Βλέποντας τα προβλήματα που μας δημιουργούν τα ιδιωτικά κανάλια, οι ιδιωτικές τράπεζες και η ΔΕΗ των «παρόχων», μπορεί ο καθένας να φανταστεί τι προβλήματα θα προκύψουν από μια ενδεχόμενη ιδιωτική εκπαίδευση, από μια ενδεχόμενη ιδιωτική υγεία και από μια ενδεχόμενη ιδιωτική ασφάλεια.
Κατά συνέπεια ο κρατικός παρεμβατισμός και ο ρυθμιστικός ρόλος της κεντρικής εξουσίας στη διαμόρφωση της οικονομικής και πολιτικής ζωής μιας κοινωνίας είναι απαραίτητος. Εξάλλου δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι εξαιτίας της τελευταίας οικονομικής κρίσης, πολλές καπιταλιστικές χώρες έσπευσαν να επανακρατικοποιήσουν τις μονάδες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος με πρώτες τη Γερμανία και τη Γαλλία.
Για την απόδειξη των ανωτέρω επικαλούμαι τα κεντρικά δελτία ειδήσεων των ιδιωτικών καναλιών από τα οποία αποδεικνύεται η αφωνία των για όσα πραγματικά γεγονότα έπρεπε να μην σιωπήσουν και όμως σιώπησαν και αποδεικνύεται ακόμη η αβελτηρία των για τη διαστρέβλωση πασίδηλων πραγματικών γεγονότων γνωστών στον καθένα. Κατόπιν των ανωτέρω έχει αποδειχθεί πλήρως ότι παραβιάζεται από τα κανάλια αυτά κάθε έννοια αντικειμενικής ενημέρωσης, αμεροληψίας, πολυφωνίας, δεοντολογίας, παιδικής ασφάλειας και ανθρώπινης αξίας, αλλά δυστυχώς χωρίς οι φύλακες να έχουν γνώση.
* Ο Δημοσθένης Σ. Μαρκατάτος είναι συνταξιούχος δικηγόρος