Όταν στην Ευρώπη, η Ιδέα για την Ένωση των λαών της άρχισε να παίρνει «σάρκα και οστά», όταν δηλαδή έπαψε να είναι μόνο ιδέα και αργά αλλά σταθερά μετουσιωνόταν σε πράξεις σταδιακά, μαζεύοντας και ενώνοντας τα όνειρά τους για μια Ευρώπη συμφιλιωμένη και ενωμένη, με την προσδοκία ποτέ πια πόλεμοι μεταξύ τους, ποτέ πια δυστυχία και θρήνος για άλλα θύματα (εκατομμύρια ψυχές χάθηκαν στους δύο παγκ. Πολέμους), κάποιοι φωτισμένοι πολιτικοί, σφυρηλατημένοι στις σχέσεις μεταξύ των λαών, ανέλαβαν την πρωτοβουλία του σχεδιασμού αυτής της Ένωσης, χαρίζοντας ελπίδες, αισιοδοξία και ενθουσιασμό στον ταλαιπωρημένο κόσμο που έζησε τη φρίκη τη φτώχεια την πείνα.
Έτσι, εν ολίγοις, με πρωτοβουλία του Γάλλου Ζαν Μοννέ, δημιουργήθηκε η Κοινή Αγορά που οδήγησε στην συνθήκη της Ρώμης το 1958 (ΕΟΚ), η οποία είχε ως στόχο την Τελωνειακή Ένωση και την εξάλειψη των εμπορικών φραγμών μεταξύ των Κρατών-μελών, την οικονομική ευημερία και την συμβολή σε «μια ολοένα στενότερη ένωση των λαών της Ευρώπης». Εδώ βλέπομε τον επιδιωκόμενο σκοπό των Πρωτεργατών της υλοποίησης της Αρχικής Ιδέας, οι οποίοι με γενναιότητα, ξεπερνώντας και αποκλείοντας κάθε σκέψη για νοθευμένες προθέσεις, προχώρησαν με ειλικρίνεια και χωρίς επιφυλάξεις, στις αναγκαίες συνθήκες, με την επίγνωση του μεγάλου και δύσκολου αυτού έργου. Έβλεπαν δηλαδή, ποίο είναι το σημαντικό στάδιο που θα έπρεπε να φθάσει η ΕΕ για να πραγματοποιηθεί ο τελικός βασικός τους σκοπός.
Η ΕΟΚ εξελίχθη σε Ε.Ε. την 1/11/1993, γνωστή και ως συνθήκη του Μάαστριχτ, αφού προηγήθηκε η υλοποίηση της ΟΝΕ σε τρία στάδια, η οποία βελτίωσε την οικονομική σύγκλιση των μετεχουσών Χωρών, θέσπισε την ελεύθερη χρήση τού ecu (πρόδρομο του ευρώ) και το 1997 υιοθετήθηκε το περιβόητο Σύμφωνο Σταθερότητος και Ανάπτυξης που διασφαλίζει την Δημοσιονομική πειθαρχία και που αργότερα, μετά την είσοδό μας σ΄ αυτό, (2001) μας ταλαιπώρησε τόσο και μας ταλαιπωρεί ακόμα, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι αναγκαίο και σωστό.
Στην συνέχεια της καλής πορείας επί σειράν ετών, ακολούθησαν ποικίλες συμφωνίες με κύριο χαρακτηριστικό την επιδίωξη της Ανάπτυξης των Χωρών-μελών. Μία ανάπτυξη όμως η οποία έβαινε συν τω χρόνω, ανισόρροπα μεταξύ των. Οι μικρές Χώρες-μέλη μη έχοντας την ικανότητα ή την δύναμη να υποστηρίζουν τις απόψεις τους, δε κατάφερναν να αναγνωρίζονται τα δίκαιά τους από τους ισχυρούς Εταίρους τους.
Αυτές οι επιτηδευμένες αστοχίες της Ε.Ε., οι αυστηρές δομές, οικονομικές και άλλες, η έλλειψη αλληλεγγύης μεταξύ των Κρατών-μελών, παρά την αναμφισβήτητα ισχυρή οντότητα που απέκτησε, δημιούργησε ένα χαλαρό δεσμό που έδωσε την ευκαιρία στα προηγμένα Μέλη της να υπερτερούν σε δύναμη και φωνή και επιβολή των απόψεών τους. Ποιοι ωφελήθηκαν και ποιοι παρέμειναν ουραγοί είναι Ηλίου φαεινότερο.
Δυστυχώς η ευθύνη δεν ήταν θεσμοθετημένη, ούτε η ισόρροπη ανάπτυξη. Η ισοψηφία παρά την πληθώρα των Νόμων και κανονισμών, δεν εμπόδισαν την διαβαθμισμένη ισχύ μεταξύ τους. Είναι εξώφθαλμο πόσο αδύναμη είναι αυτή η Ένωση χωρίς εγκατεστημένη την συνοχή της, διστακτική και αναποφάσιστη, μη δυνάμενη να αντιμετωπίσει, ενιαία, σοβαρά ζητήματα εξ αιτίας ιδίων συμφερόντων μερικών Κρατών-μελών που αντιτίθενται σε αποφάσεις, τις οποίες ως Ε.Ε. καλούνται να ψηφίσουν. Και όταν αποδεικνύεται, επίσης, πως οι δεσμοί αυτών των Χωρών- συμπεριλαμβανομένης της πιο ισχυρής οικονομικά Χώρας -με τον εξ Ανατολών επίβουλο Γείτονά μας, είναι πολύ πιο ισχυροί από τους δεσμούς εντός της ίδιας της Ένωσης, σημαίνει ότι το δεύτερο συνθετικό όνομά της τίθεται μόνο κατ’ επίφαση και η συνεκτική ουσία της έχει χάσει μεγάλο μέρος της ιδιότητάς της. Άρα οι δεσμοί εντός της, κατά την πορεία της, δεν έτυχαν της απαραίτητης προσοχής και αυτό δεν ανιχνεύτηκε έγκαιρα. Η απατηλή συνοχή δίνει την εντύπωση μιας ολοκληρωμένης Ε. Ένωσης ενεργούσας με σιγουριά ενώ τελικά μας προκύπτουν αστοχίες και ερωτηματικά.
Αστοχία ήταν η παραγγελία των εμβολίων πριν ακόμα αυτά λάβουν έγκριση από τις αρμόδιες Αρχές της (Ομοσπονδιακό Οργανισμό Φαρμάκων), απολογούμενη μετά, προσπαθώντας να βρει σε ποιον θα «τα φορτώσει». Η προσπάθεια να αναλάβει τον, εκ μέρους όλων των Χωρών-μελών της, εφοδιασμό σε εμβόλια, κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία με σοβαρότατες συνέπειες στην Υγεία και την Οικονομία. Οι διαπραγματεύσεις για μια εμπορική συμφωνία δεν ομοιάζει και δεν σχετίζεται με πολιτικές τέτοιες. Δεν μπορεί ο Πολιτικός να φέρει εις πέρας ευνοϊκά τέτοιου είδους εμπορικές συμφωνίες, όπως δεν δύναται ένας Επιχειρηματίας να επιτύχει σε μια πολιτική διαπραγμάτευση. Βλέπετε ο καθένας στο είδος του.
Η φαρμακευτική Επιχείρηση, παραγωγός των εμβολίων, αποδείχτηκε πιο προνοητική της Ε.Ε. καταδεικνύοντας πως η συνοχή της Ε.Ε. δεν μπορεί να είναι αλα καρτ. Αποδεικτικό στοιχείο αποτελεί η ακολουθήσασα απόφαση της, που επιτρέπει σε κάθε Κράτος-μέλος να παραγγείλει όσα εμβόλια χρειάζεται, ώστε να επιτύχει την λύτρωση από την αποτυχημένη αρχική υπόσχεση, της ομαδικής παραγγελίας της, παύοντας προσωρινά να… «λειτουργεί σαν Ένωση».
Όμως η έγκαιρη εξασφάλιση των απαραίτητων ποσοτήτων εμβολίων για το έγκαιρο χτίσιμο του «τοίχους ανοσίας», σε όλη την Ευρώπη, μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2021 μοιάζει πλέον άπιαστο όνειρο.
Ερωτηματικό είναι, όταν Χώρες-μέλη της εφοδιάζουν οπλισμό και υποβρύχια σε ένα φερόμενο ως εχθρό Χώρας-μέλους της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναδεικνύοντάς τον ως σημαντικό «Επίτιμο Ευρωπαίο Εταίρο», αφού ο εφοδιασμός αυτός θα χρησιμοποιηθεί εναντίον της κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητος του Μέλους της, αν θελήσει να εκφράσει έμπρακτα την εχθρότητά του.
Όλα αυτά εκθέτουν την Ευρωπαική Ένωση η οποία θα έπρεπε να προσβλέπει σε μια πιο «σφικτή Ένωση», όπως προφητικά και συνετά, προσέβλεπαν οι Πρωτεργάτες αυτής της Ε. Ένωσης, όπου τον πρώτο λόγο θα έχουν η αλληλεγγύη, η ανάπτυξη και η ασφάλεια, δηλαδή Αξίες που θα υπηρετούνται για όλα τα Μέλη της κατά προτεραιότητα.
Η θέσπιση ενός πιο σταθερού πλαισίου για το συγκερασμό των αποφάσεων και την επίτευξη του συλλογικού σκεπτικού, παραμερίζοντας και αποκλείοντας τα επί μέρους συμφέροντα, θα είναι ένα σημαντικό βήμα στην προσεχή πορεία της.
* Ο Γιώργος Λυδάκης είναι φαρμακοποιός