«Απεδήμησε εις Κύριον ο δάσκαλός μας Ντίνος Χριστιανόπουλος. Τα στερνά του ήταν οδυνηρά για τον ίδιο και για άλλους. Ένα κραταιό κεφάλαιο της Θεσσαλονίκης, μαζί με την πολυποίκιλη προσφορά, αλλά και τις αντινομίες του, χάνεται μαζί του. Μένει το έργο, στο οποίο χρωστάμε πολλοί.»
Έτσι έκανε γνωστή την είδηση του θανάτου του μεγάλου μας ποιητή, στα 89 του χρόνια, ο συγγραφέας και φιλόλογος Θωμάς Κοροβίνης.
Καταβεβλημένος από τις αλλεπάλληλες, τα τελευταία χρόνια, περιπέτειες της υγείας του, παρέμενε πάντα στο ισόγειο διαμέρισμά του στις Σαράντα Εκκλησιές της Θεσσαλονίκης, …περιβεβλημένος από τα κάδρα του Καβάφη και του Τσιτσάνη στον τοίχο πάνω από το γραφείο του.
Η κηδεία του θα γίνει αύριο Πέμπτη στις 12.15 μετά το μεσημέρι, στο Κοιμητήριο Αναστάσεως του Κυρίου, στη Θέρμη.
Ανήμερα της παγκόσμιας μέρας της ποίησης, της πρώτης μέρας της Άνοιξης, ανήμερα και των γενεθλίων του (προ πενταετίας) ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος, απαντούσε στην ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Σε τι βοηθά λοιπόν η ποίηση;»
-«Ακανθώδες το ερώτημα και δε νομίζω να δύναται κανείς να δώσει τη σωστή απάντηση. Ίσως, θα μπορούσα να πω ότι δίνει έκφραση στην ψυχική ανάγκη μιας μερίδας ανθρώπων που λέγονται ποιητές. Ίσως και σε ορισμένους από τους αναγνώστες τους. Είναι απίθανο μυστήριο αυτό της ποίησης… Εμένα, πάντα μου άρεσαν- μου αρέσουν πολύ, οι λέξεις… Δεν μπορώ όμως να διεισδύσω σ αυτό το μυστήριο που λέγεται ποίηση… Μπορεί όμως η ποίηση να αναστείλει πολέμους, να δώσει λύση σ’ αυτή την κρίση που βιώνουμε; Δε νομίζω…».
Ποιος ήταν
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Κωνσταντίνου Δημητριάδη, ήταν ποιητής, διηγηματογράφος, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, ερευνητής, λαογράφος, μελετητής και ερμηνευτής ρεμπέτικων τραγουδιών, εκδότης και βιβλιοκριτικός ενώ τα ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε αρκετές γλώσσες.
Γεννήθηκε στις 21 Μαρτίου του 1931. Χρόνια μετά, η ημέρα της γέννησής του (Εαρινό ηλιοστάσιο- πρώτη μέρα της Άνοιξης), έμελλε να χρισθεί ως… «παγκόσμια μέρα της ποίησης». «Δεν θέλω και πολύ τις αυτοβιογραφίες, γιατί μου δίνουν την εντύπωση ότι ξόφλησα κι ότι δεν έχω πια να κάνω τίποτα άλλο παρά να βυθίζομαι στις αναμνήσεις…», έλεγε.
Στην εφηβεία αμφιταλαντευόταν για το εάν θα σπουδάσει θεολογία (πήγαινε στο κατηχητικό και είχε αναφέρει πως είχε επηρεαστεί) ή να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Τελικά αποφάσισε να γίνει φιλόλογος και φοίτησε στο τμήμα Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (αποφοίτησε στα 1954) αλλά δε θέλησε ποτέ να εξασκήσει τη φιλολογία ως επάγγελμα. Εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος στη Δημοτική Βιβλιοθήκη και ύστερα από οκτώμισι χρόνια παραιτήθηκε. Είχε δηλώσει εξάλλου ότι θεωρεί … «κατάρα» το να είναι κάποιος υπάλληλος…
Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία πραγματοποίησε το 1949, με τη δημοσίευση του ποιήματος «Βιογραφία» στο περιοδικό της Θεσσαλονίκης «Μορφές». Το 1950 κυκλοφόρησε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Εποχή των ισχνών αγελάδων». Το 1958 ίδρυσε και ανέλαβε το περιοδικό «Διαγώνιος» που κυκλοφόρησε ως το 1983, και το 1962 δημιούργησε τον εκδοτικό οίκο «Εκδόσεις της Διαγωνίου», προτείνοντας και εκδίδοντας σημαντικούς λογοτέχνες. (Νίκος – Αλέξης Ασλάνογλου, Γιώργος Ιωάννου, Περικλής Σφυρίδης, Σάκης Παπαδημητρίου κ.ά).
Είχε ασχοληθεί επισταμένα με το Διονύσιο Σολωμό, το Στρατή Δούκα, τον Κωνσταντίνο Καβάφη, το Νίκο Καββαδία, το Βασίλειο Λαούρδα, ενώ είχε εντρυφήσει στο έργο του Βασίλη Τσιτσάνη κι εξέδωσε μελέτες για το ρεμπέτικο τραγούδι.
Το 2011 τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για την προσφορά του τόσο στην πνευματική ζωή της Θεσσαλονίκης αλλά και γενικότερα στα ελληνικά γράμματα. Αρνήθηκε όμως να το παραλάβει παραπέμποντας στο κείμενό του «Εναντίον» από το 1979.
Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από έντονα ερωτική διάθεση και επιρροές από το έργο του Κωνσταντίνου Καβάφη. «Πάντως, η βασικότερη διαφορά είναι ότι ο Καβάφης είναι φιλήδονος, ενώ εγώ γράφω για την αγωνία της ερωτικής στέρησης», έλεγε.
Συλλυπητήριο μήνυμα της υπουργού Πολιτισμού
Συλλυπητήριο μήνυμα για την απώλεια του Ντίνου Χριστιανόπουλου, απέστειλε η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λίνα Μενδώνη.
«Η ζωή του -σημειώνει μεταξύ άλλων-στάθηκε έμπνευση στο έργο του και στον δημόσιο απενοχοποιημένο λόγο του. Έπλεξε αριστοτεχνικά τη λαϊκή, καθημερινή έκφραση με την ποίηση. Συνέδεσε τον ερωτισμό που αποπνέουν τα ποιήματά του, με την αγάπη του για το ρεμπέτικο, με τις γάτες που θαύμαζε τη μυστική ζωή τους. Ο λόγος του ήταν κοφτός και κοφτερός, γνώρισμα ενός ανθρώπου που δεν φοβάται να είναι την ίδια στιγμή ευαίσθητος και σαρκαστικός», αναφέρει στο μήνυμά της η κ. Μενδώνη. Και καταλήγει:
«Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος δεν αγαπούσε τις τιμητικές διακρίσεις, αν και τιμήθηκε το 2011 με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για το σύνολο του έργου του. Αρνήθηκε να το παραλάβει, παραπέμποντας στο κείμενό του ‘’ Εναντίον ‘’ στο οποίο έγραφε:
«Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης απ’ όπου και αν προέρχεται. Δεν υπάρχει πιο χυδαία φιλοδοξία από το να θέλουμε να ξεχωρίζουμε. Αυτό το απαίσιο
“πείροχον έμμεναι ἄάλλων”, που μας άφησαν οι αρχαίοι».
Την ίδια χρονιά, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στο οποίο είχε φοιτήσει, τον αναγόρευσε Επίτιμο Διδάκτορα, στο Τμήμα Φιλολογίας. Ωστόσο, η σημαντικότερη διάκριση για τον Χριστιανόπουλο είναι η καθολική αναγνώριση του έργου του και η απήχησή του στις νέες γενιές, τώρα και στο μέλλον. Θερμά συλλυπητήρια στους οικείους του και στους πολλούς φίλους του».