Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, το πιθανότερο είναι  πως οδεύουμε προς συζήτηση με τους απαιτητικούς μας γείτονες. Κάποια σοβαρά ζητήματα πιθανότατα δρομολογούνται στο παρασκήνιο και θα  σερβιριστούν στο ελληνικό κοινό, αργότερα, ως διπλωματική επιτυχία! Θέματα άκρως κρίσιμα για την πορεία του ελληνισμού, τα οποία εν μέσω της πανδημίας του κορονοϊού, μάλλον θα περάσουν και θα διαχυθούν ευκολότερα και  ελαφρύτερα προς τα κάτω. Κι’ όλα αυτά γιατί πριν λίγες μέρες έγινε η δήλωση Τούρκου αξιωματούχου ότι επίκειται συζήτηση στην τουρκική πρωτεύουσα για τα προβλήματα που απασχολούν τις δύο γείτονες χώρες. Δεν χωράει καμία αμφιβολία ότι εάν πραγματοποιηθεί κάτι τέτοιο, ορισμένοι άλλοι θα έχουν  στρώσει το χαλί. Οι γνωστοί φυσικά παίκτες της διεθνούς σκηνής, σε πρώτη φάση, όπως η Γερμανία  και οι ΗΠΑ. Οι λόγοι που αμφότερες επιθυμούν αυτή την εμπλοκή, είναι πλέον πασίγνωστοι και αναλύονται καθημερινά κατά κόρον. Αλλά εκεί ακριβώς κρύβεται το μυστικό! Και ας μην αναφέρουμε κάποιους άλλους που βρίσκονται στα παρασκήνια, όπως ο ρόλος της Μεγάλης Βρεττανίας  η οποία πάντοτε ενεργεί από τα μετόπισθεν και υποχθόνια, και εκείνος της εμπλοκής της Γαλλίας ο οποίος εξοστρακίστηκε την τελευταία στιγμή με το αιτιολογικό ότι η χώρα μας δεν μπορούσε να επωμισθεί το κόστος της αγοράς των γνωστών φρεγατών που είχαν συμφωνηθεί και  οι οποίες και θα άλλαζαν δραματικά την ισορροπία στο Αιγαίο και την νοτιοανατολική Μεσόγειο υπέρ ημών. Με την ευκαιρία,  γιατί ο υπουργός οικονομικών δεν ρώτησε τους συνταξιούχους, ενδεικτικά, αν επιθυμούσαν ένα μέρος των αναδρομικών τους να διατεθεί στην αγορά των φρεγατών; Για τον απλούστατο λόγο, ισχυριζόμαστε,  ότι θα   βρισκόταν μπροστά σε εκπλήξεις τις οποίες δεν θα μπορούσε να διαχειρισθεί!

Για να επανέλθουμε, έχει γραφτεί και συνεχίζει, φυσικά, να φαίνεται  ότι η χώρα μας διαχρονικά αδυνατεί να χαράξει δική της εξωτερική πολιτική, και ας το αρνούνται με τον τρόπο τους οι όποιοι εκπρόσωποι του έθνους. Απλώς κάνουν διαχείριση των δημιουργημένων προβλημάτων στηριζόμενοι στις  αφελείς πια εξηγήσεις και δηλώσεις ότι η χώρα μας στηρίζεται στο  διεθνές δίκαιο και τίποτα άλλο παρά αναμένοντας τις μεγάλες δυνάμεις να δώσουν την δέουσα  λύση στην όποια κρίση. Ούτως ή άλλως, όμως, αυτή όποτε δίνεται ή θα δοθεί  θα βρίσκεται απέναντι στα ελληνικά συμφέροντα κι αυτό γιατί εμείς ποτέ δεν αναφερόμαστε  στις δικές  μας νόμιμες διεκδικήσεις  σε αντίθεση με τη γειτονική χώρα η οποία έξυπνα  ξεδιπλώνει μια μεγάλη βεντάλια απαιτήσεων με πολλαπλούς στόχους. Όταν όμως οδηγηθούμε σε διάλογο, κι’ ας ισχυρίζονται οι πολιτικοί μας διαχρονικά ότι τα θέματα του διαλόγου είναι συγκεκριμένα, όλα θα έρθουν μπροστά και επιτακτικά! Και φυσικά οι κυβερνώντες θα αναγκαστούν  να διαπραγματευτούν και αναγκαστικά πάλι, κάποια από εκείνα θα χαθούν, οριστικά πια!  Αλήθεια εμείς δεν έχουμε τίποτα να αντιτάξουμε; Δεν υπάρχει η κατοχή για μισό αιώνα  μεγάλου μέρους της κυπριακής μεγαλονήσου, η οποία ναι μεν είναι ανεξάρτητο κράτος αλλά η χώρα μας είναι εγγυήτρια δύναμη όπως και η Τουρκία; Δεν υπάρχει η πολυποίκιλη διείσδυση των γειτόνων μας στην ευαίσθητη περιοχή της Θράκης, ξεχάσαμε τις συμβάσεις που αφορούσαν τα δύο νησιά μας, αναφέρομαι στην Ίμβρο και την Τένεδο, και τις οποίες ούτε καν στοιχειωδώς δεν σεβάστηκαν οι γείτονες; Και φυσικά πάνω σε αυτά θα μπορούσαμε ένα προσθέσουμε και άλλα τόσα τα οποία θα έπρεπε να βρίσκονται καθημερινά μπροστά και να δηλώνονται δημόσια. Όμως κάτι περίεργες δηλώσεις πολιτικών και ενεργών αλλά και αποσυρμένων διπλωματών μας, μάλλον δείχνουν άλλα! Με τις ευλογίες των δύο μεγάλων  δυνάμεων που προαναφέρθηκαν, οδηγούμαστε σε συμβιβασμό ο οποίος μόνο προς το συμφέρον μας δεν θα στρέφεται! Απλώς τα πράγματα βαδίζουν «ομαλά» προς τα εκεί, σε μια προσπάθεια να μην υπάρξουν μεγάλες αντιδράσεις στο εσωτερικό και προκληθεί αναταραχή, που θα θυμίζει εκείνη που είχε σχέση με την γνωστή συμφωνία των Πρεσπών. Τότε που η προηγούμενη αριστερή, κατά τα λεγόμενά της,  κυβέρνηση βάφτιζε τους αντιδρώντες και όσους διαδήλωναν «φασίστες» και ότι άλλο απεχθή χαρακτηρισμό ακούσαμε, για την επιτευχθείσα συμφωνία η οποία ναι μεν έλυσε κάποια διαχρονικά προβλήματα της χώρας μας, αλλά, φευ,  προκάλεσε έναν ακόμα βαθύ διχασμό στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας. Σήμερα η παρούσα κυβέρνηση γνωρίζει καλά ότι δεν μπορεί να ακολουθήσει παρόμοιες τακτικές διαχείρισης της κατάστασης, γιατί θα βρεθεί απέναντι σε όλους και οπωσδήποτε  δεν το επιθυμεί.  Γιατί τότε  θα αρχίσει να ξηλώνεται το όμορφο πουλόβερ που με τόση μαεστρία, εξυπνάδα και ικανότητα δημιούργησε όλο αυτό το χρονικό διάστημα που κυβερνά αλλά και το προηγούμενο που βρισκόταν στην αντιπολίτευση, για να είμαστε ακριβέστεροι και δικαιότεροι.

Και τότε, η σχετική διαδικασία θα είναι δύσκολο να αναχαιτισθεί και να σταματήσει!