Προσπαθούσα κάποτε να λύσω μερικές απορίες ενός   συνεργάτη μου, του Έριχ, που αφορούσαν τον τρόπο ζωής στη χώρα μας.

Ο Εριχ είναι Ολλανδός.

Τον είχε προβληματίσει ευχάριστα  η ανέμελη σπατάλη χρημάτων και χρόνου όσο ήταν κοντά μας.

Για αυτό το θέμα η απάντηση ήταν εύκολη και μάλλον  κατανοητή. Του εξήγησα πως η φιλοξενία είναι πια γονιδιακή επιταγή για τον λαό μας, μια πληροφορία που έχει εγγραφεί πριν από χιλιάδες χρόνια και χάρη σ’ αυτήν οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί, όπως ο ίδιος έχει μάθει, δεν υφίστανται!

Εκεί που τα βρήκα “μπαστούνια” ήταν  όταν οι ερωτήσεις στράφηκαν  στην αναρχία που επικρατεί  στους δρόμους,  τις σχέσεις του κράτους με τους πολίτες.                                                           Στον τρόπο οδήγησης, τη σήμανση σταθερή και φωτεινή, την ποιότητα του οδοστρώματος τις αυθαίρετες συνδέσεις  παράδρομων και ιδιοκτησιών  με το κατ ευφημισμό εθνικό οδικό δίκτυο.                                                                                                                          Για τη σχέση κράτους πολίτη, είχε πάρει επίσης μια μικρή γεύση, με  αφορμή την εισαγωγή κάποιων μηχανημάτων από την πατρίδα του.

Εξήγησα στον φίλο μου πως και στη χώρα μας υπάρχει νομοθεσία, ίσως αυστηρότερη και αρτιότερη από εκείνη των χωρών της κεντρικής Ευρώπης ,όμως τηρείται στο περίπου και κατά περίπτωση!

Προφανώς ο άνθρωπος δεν κατάλαβε λέξη  από τις εξηγήσεις που προσπάθησα να του δώσω.

Είναι δύσκολο να κατανοήσει ένας που ζει σε μια χώρα που οι νόμοι είναι απλοί, μονοσήμαντοι και εφαρμόζονται από όλους και για όλους  με τον ίδιο τρόπο και τις ίδιες επιπτώσεις, πως υπάρχει η ευελιξία,  το περιθώριο στους αρμόδιους  για  την εφαρμογή τους, να πράττουν σύμφωνα με το κέφι τους και το οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό μέγεθος του παρανομούντος.

Προς τι όμως η μεμψιμοιρία  και το ανακάτεμα στα χιλιοειπωμένα.

Είχα την ελπίδα, όπως  άλλωστε η συντριπτική  πλειοψηφία των Ελλήνων, ανεξάρτητα εάν ψήφισαν το κόμμα που ανέδειξε τη νέα κυβέρνηση, πως ο Πρωθυπουργός είχε βγάλει τα σωστά συμπεράσματα  για τα αίτια και τη διάρκεια της κρίσης και θα διοικούσε όπως μας είχαν υποδείξει οι δανειστές,  με σοβαρότητα και κλείνοντας ερμητικά τα παραθυράκια της υφιστάμενης νομοθεσίας, εκείνα από τα οποία εισέρχονται οι γραφειοκράτες και αλωνίζουν εις βάρος της ανάπτυξης και των λαϊκών συμφερόντων.

Η ασήμαντη κρίση  που δημιουργήθηκε  με αφορμή τις παράνομες πράξεις των ΠΑΕ δυστυχώς έδειξε το αντίθετο ή μάλλον κάτι  χειρότερο, ότι, όταν δεν μπορούμε δια της τεθλασμένης να αποφύγομε την εφαρμογή του νόμου τότε, στην  χώρα του περίπου, αλλάζουν με ταχύτατες διαδικασίες οι νόμοι! Είναι τραγικό,επειδή ξεσηκώθηκαν μερικές εκατοντάδες άρρωστων παιδιών, που αποτελούν τους στρατευμένους οπαδούς των ΠΑΕ, να κινητοποιείται  ολόκληρος κομματικός μηχανισμός, Δήμαρχοι Περιφερειάρχες, γραμματείς και φαρισαίοι και να απειλούν  με ξεσηκωμό, και η κυβέρνηση με την αιτιολογία του κατευνασμού να σπεύδει να αλλάζει τους νόμους.

Ο Καραμανλής, ο γνήσιος, υποχωρώντας σε ένα πραγματικό  αλλά γελοίο ξεσηκωμό, εκείνο που έγινε για τα εκθέματα του  αρχαιολογικού μας μουσείου, είπε ότι αισθάνεται σιχαμάρα!

Ο Σημίτης σε αντίστοιχες  καταστάσεις   δικαιολογούσε τον εαυτό του, με την φράση “αυτός είναι ο λαός που κυβερνώ”!                                                                                                                   Η μικρότητα μου λέει, ας μου επιτρέψουν οι αναγνώστες την αυθάδεια, πως ξεπερνάμε συχνά τα όρια της γελοιότητας, πολιτικοί και πολίτες.